Γράφει ο Γιάννης Σαρρής

 

 

   Εφέτος συμπληρώνονται 2 αιώνες από το ξέσπασμα της μεγάλης Επαναστάσεως που λύτρωσε μέρος του ελληνισμού από τον βαρβαρικό ζυγό. Ένα γεγονός τόσο μεγάλης ιστορικής εμβελείας, εφόσον δεν αναλύεται σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής του, εύκολα υφίσταται παρερμηνείες. Όταν στην απόπειρα αναλύσεώς του υπεισέρχεται και το πολιτικό/κομματικό συμφέρον, ή έστω η ναρκισσιστική φιλοδοξία περί εγκιβωτισμού της πραγματικότητος σε μια υποκειμενική ιδεοληψία, τότε εργαλειοποιούνται και χαλκεύονται συγκεκριμένα τμήματα της ιστορικής αλήθειας, αποσπώμενα από το σύνολό των και η ανάλυση υποβιβάζεται σε απόπειρα ανεντίμου προπαγάνδας, καταδικασμένης να αποδομηθεί εν καιρώ. Τέτοιες προπαγάνδες καθίστανται πασιφανείς όποτε καταπιάνονται με την ερμηνεία της Επαναστάσεως του 1821. Ειδικότερα, οι ακαδημαϊκώς και πολιτικώς καθεστηκυίες ιδεοληψίες του τελευταίου αιώνος, ήτοι ο μαρξισμός και ο φιλελευθερισμός, έχουν πρωταγωνιστήσει στην ιδιοτελή αφήγηση της Επαναστάσεως, η οποία λαμβάνει συχνά διάσταση παραχαράξεως της ιστορίας. 

   Ο Γιάνης (sic) Κορδάτος απετέλεσε τον επιφανέστερο ελλαδίτη μαρξιστή καταλογίσαντα την Επανάσταση σε ταξική διαπάλη. Προκειμένου να δικαιώσει το κομμουνιστικό δόγμα του ιστορικού υλισμού, στην "Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδος" ισχυρίζεται πως την Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε η "αστική τάξη", η οποία συγκρούσθηκε με γαιοκτήμονες και ιεράρχες, αλλά στο τέλος οι αντίπαλες τάξεις συνενώθηκαν στον πόλεμο κατά των Οθωμανών και εις βάρος του συμφέροντος αγροτών και εργατών (;!). Μολονότι ο Κορδάτος έχει ήδη αποδομηθεί ακόμη και από αριστερούς συντρόφους του που φαντάζοντο τα ιστορικά γεγονότα υπό το πρίσμα της δικής των διανοουμενίστικης "ορθοδοξίας", όπως λ.χ. ο  Γιάννης Ζέβγος [1], οφείλουμε να αφιερώσουμε ολίγες προτάσεις για την κριτική του αναχρονιστικού ισχυρισμού του. Οι μαρξιστές θεωρούν τον πολιτισμό, τα έθνη, τις θρησκείες, τα πνευματικά ιδεώδη και άλλες ρομαντικές έννοιες ως απλό εποικοδόμημα της οικονομίας, μη δυνάμενο να επηρεάσει την "προκαθορισμένη γραμμική πρόοδο της ιστορίας". Η ιστορία πρέπει να εξαρτάται αποκλειστικώς από την εξέλιξη των μέσων παραγωγής και τις σχέσεις μεταξύ των τάξεων! Βέβαια, η Ελλάδα του 1800 συμπεριελάμβανε επαρχιακές κοινότητες, όχι αστικά κέντρα. Συνεπώς, δεν υφίστατο βιομηχανική ανάπτυξη ικανή να γεννήσει μια κραταιά αστική τάξη και έναν συνακόλουθο ταξικό διαχωρισμό. Όπως θα δούμε και παρακάτω, η κατά τόπους εκμετάλλευση των ασθενεστέρων από τοπικούς άρχοντες και τα περιστατικά διαπλοκής και συγκρούσεως μεταξύ ιδιοτελών συμφερόντων δεν δύνανται να ερμηνεύσουν από μόνα τους την θυσία τόσων χιλιάδων αγωνιστών ποικίλης κοινωνικής και οικονομικής καταβολής. Κανένας άνθρωπος δεν παρεχώρησε ποτέ την ζωή αυτού και της οικογενείας του ως ενέχυρο για την επίτευξη ενός οικονομικού κέρδους ή για την προάσπιση κάποιας συντεχνίας. Έως και ο Στάλιν συνειδητοποίησε αυτήν την αλήθεια στον "Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο" κατά των Γερμανών (1941-5), επιτρέποντας την μερική αναβίωση του ρωσορθοδόξου "εποικοδομήματος".  

   Η Φιλική Εταιρεία δεχόταν στους κόλπους της μέλη κάθε επαγγέλματος και οικονομικού υποστρώματος. Ο δε όρκος της, ένα διαχρονικό μνημείο πατριωτικής ομολογίας [2], δεν ανέφερε τίποτε περί κοινωνικών στοχεύσεων. Άλλωστε, στις επάλξεις του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνος διέπρεψαν κλέφτες και αρματολοί ως οπλαρχηγοί (π.χ. Γ.Καραϊσκάκης), πτωχοί αγρότες πολεμήσαντες στην πρώτη γραμμή, ιεράρχες-μέλη των Φιλικών (π.χ. Παλαιών Πατρών Γερμανός), ευγενείς πρίγκιπες (π.χ. Υψηλάντηδες), χρηματοδότες κοτζαμπάσηδες (π.χ. Π.Μαυρομιχάλης), πλούσιοι εθνικοί ευεργέτες (π.χ. Ι.Παπάφης), μπαρουτοκαπνισμένοι ναυτικοί (π.χ. Κ.Κανάρης), εφοπλιστές που διέθεσαν τον στόλο τους (π.χ. Γ.Κουντουριώτης) καθώς και αστοί, εάν μπορούμε να αποκαλέσουμε έτσι βολεμένους Φαναριώτες σαν τους Α.Μαυροκορδάτο και Θ.Νέγρη που θέλησαν όψιμα να "οργανώσουν" τον αγώνα, μόλις οσφράνθηκαν δυνατότητα αστικής εξουσίας. Ουδεμία ταξική συνείδηση συνέδεε τους προαναφερθέντες, παρά μόνον η ελπίδα απελευθερώσεως του ελληνικού έθνους, χωρίς αυτή να αποκλείει την παράλληλη δρομολόγηση ιδιοτελών σκοπών εκ μέρους ορισμένων, η οποία οδήγησε και σε δύο εμφύλιες συρράξεις μεσούσης της Επαναστάσεως. 

H "Ελλάς ευγνωμονούσα", ελαιογραφία του Θεοδώρου Βρυζάκη (1858). Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του γράφει χαρακτηριστικά:

"Ἐμέστωσε καὶ ἡ ἑταιρεία, ἡ φιλικὴ ἑταιρεία ἡ ὁποία ἐχρησίμευε ὡς μία σύνοδος οἰκουμενικὴ τῆς Ἑλλάδος, πλησίον εἰς τὸν ἱερέα ἦτον ὁ λαϊκός, καθήμενοι εἰς ἕνα σκαμνὶ Πατριάρχης καὶ τζομπάνης, ναύτης καὶ γραμματισμένος, ἰατροὶ καὶ ἄῤῥωστοι, κλεφτοκαπεταναίοι προεστοὶ καὶ ἔμποροι, ἡ σύνοδος ἐργάζετο ἄκοπα." [3]

   Ούτε και οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι, βέβαια, υπολείπονται σε ιστορικές στρεβλώσεις, οι οποίες μάλιστα συνάδουν με τις μαρξιστικές ως προς τα υποτιθέμενα κοινωνικά και πολιτικά κίνητρα των αγωνιστών. Ουσιαστικά, ισχυρίζονται ότι η Επανάσταση του 1821 αντέγραψε την Γαλλική και προήγαγε νεωτερικά αιτήματα, όπως τα αστικά δικαιώματα, τις δημοκρατικές ελευθερίες, την πολιτική ισότητα και την απαγκίστρωση της παιδείας και εν γένει της κοινωνίας από τα "μεσαιωνικά δεσμά της θρησκείας". Ισχυρίζονται, επιπλέον, ότι οι επαναστάτες οραματίζονταν την θεμελίωση ενός δυτικού έθνους-κράτους διαφωτιστικού τύπου, το οποίο δεν θα βασιζόταν σε ιερές παραδόσεις αλλά στις νομικίστικες επιταγές ενός "ευρωπαϊκού συντάγματος". Επομένως, δεν αντιλαμβάνονται το έθνος ως μία διαχρονική κοινότητα ομοτρόπων, ομοφύλων και ιστορικά συγγενών ανθρώπων, αλλά σαν ένα εν είδει αφηγήματος φαντασιακό εποικοδόμημα του συνταγματικού κράτους. Κατά την κοντόφθαλμη λογική τους, τα έθνη δημιουργούνται από κράτη και όχι το αντίστροφο. Διόλου τυχαία, η επιεικώς αμφιλεγόμενη επιτροπή της Γιάννας Αγγελοπούλου, στην οποία ο φιλελεύθερος Μητσοτάκης ανέθεσε τον εορτασμό της επετείου, ουσιαστικά τιμά τα 200 έτη υπάρξεως ελλαδικού κράτους. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στην Καθημερινή [4],  ο Αριστείδης Χατζής, πολυσυζητημένο μέλος της εν λόγω επιτροπής, ακολουθώντας την γραμμή του Π.Κιτρομηλίδη και λοιπών φιλελευθέρων δογματικών δήλωσε ότι "εάν η ελληνική επανάσταση δεν ήταν φιλελεύθερη, δεν θα ήταν επανάσταση". Ο συγκεκριμένος ακαδημαϊκός έχει προκαλέσει και στο παρελθόν, όταν ο λογαριασμός της επιτροπής στο twitter αναδημοσίευσε την εξής απαξιωτική δήλωσή του: "Για τον Ιωάννη Καποδίστρια, τα πρώτα δημοκρατικά και φιλελεύθερα συντάγματα αποτελούν ξυράφι στα χέρια μικρού παιδιού" [5]. Η αντιφιλελεύθερη παραδοσιοκρατική ιδεολογία του Εθνικού Κυβερνήτου είναι φυσικό να προκαλεί την δυσφορία φιλελευθέρων ευρωπαϊστών, που αδυνατούν να τον εγκιβωτίσουν στην "ορθοδοξία" του ερμηνευτικού καλουπιού τους. Μολαταύτα, ο αντιφιλελεύθερος Καποδίστριας προσέφερε στο αιώνιο ελληνικό έθνος περισσότερα απ' ότι όλοι οι ιδεολογικοί πρόγονοι του Χατζή μαζί. Ας τονισθεί επίσης το γεγονός ότι από το 1453 έως το 1821, δηλαδή και πριν την κατίσχυση του φιλελευθέρου διαφωτισμού, στην Ελλάδα είχαν συντελεσθεί δεκάδες πνιγμένες στο αίμα εξεγέρσεις κατά των Οθωμανών, με εμβληματικότερες το κίνημα του Διονυσίου του Φιλοσόφου (1600-1611) και τα Ορλωφικά (1770-1771).   

   Οι φιλελεύθεροι αρύονται τους ισχυρισμούς των από μία ομάδα συγχρόνων της Επαναστάσεως δυτικοτραφών διανοητών, συνδεδεμένων με το ιδεολογικό ρεύμα που οι φιλόλογοι αποκαλούν "νεοελληνικό διαφωτισμό". Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτού του ρεύματος ήσαν ο Αδαμάντιος Κοραής (ίσως ο επιφανέστερος), ο αφορισμένος από την Εκκλησία Χριστόδουλος Παμπλέκης, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας, ο Βενιαμίν Λέσβιος κ.α. Το κύριο μέλημά των ενέκειτο στην εισαγωγή νεωτερικών ιδεών του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως στον ελλαδικό χώρο. Αρκετοί εξ αυτών διήγαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής των στην δυτική Ευρώπη ("Εσπερία"), όπου επηρεάσθηκαν από τις μόδες της εποχής, έχοντας αποξενωθεί από την νοοτροπία των ελληνικών κοινοτήτων και την βυζαντινή ανθρωπολογική παράδοση, την οποίαν οι Γάλλοι "διαφωτιστές" θεωρούσαν λόγω προκαταλήψεως σκοταδιστική. Ο Κοραής, ειδικότερα, διετύπωσε την θεωρία της "μετακενώσεως", σύμφωνα με την οποίαν οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μεταλαμπαδεύσει τα "φώτα του πολιτισμού" τους στην Δύση, χάνοντάς τα οι ίδιοι. Τώρα έπρεπε να τα παραλάβουν πίσω με τόκους, ωσάν αντιδάνειο! Τουτέστιν, πίστευε ότι ο Ηράκλειος, ο Βασίλειος Β΄ και ο Κολοκοτρώνης ήσαν απολίτιστοι. Όμως η αρχαιολατρία του μηρυκάζοντος Κοραή ήταν ψευδεπίγραφη, διότι έβλεπε την αρχαιότητα μέσα από τα μάτια των Γάλλων, οι οποίοι απλώς αναζητούσαν μια ιστορική ρίζα για να εναποθέσουν τα καινοφανή τους νεωτερικά ιδεολογήματα. Ο φιλόσοφος Spengler αργότερα θα ονομάτιζε "ψευδομόρφωση" τέτοιες απόπειρες των δυτικών νεωτεριστών να ανεύρουν αρχαιοφανείς μανδύες για την επένδυση των βαθιά ριζοσπαστικών και αντιπαραδοσιακών τους θέσεων.  

Το πόσο νόθος ήταν ο πατριωτισμός του Κοραή διαφαίνεται στον πόθο του περί συζεύξεως των Ελλήνων με τους Γάλλους (μήπως και "ανεβαθμίζοντο" πολιτιστικά). Ο ίδιος έγραψε στο "Άσμα Πολεμιστήριον":

"Ὅταν ἔχωμεν τοὺς Γάλλους, τὶς ἡ χρεία ἀπὸ ἄλλους; Γάλλοι καὶ Γραικοὶ δεμένοι, μὲ φιλίαν ἑνωμένοι, δὲν εἶναι Γραικοὶ ἢ Γάλλοι, ἀλλ' ἕν ἔθνος Γραικογάλλοι. Kράζοντες, «Ἀφανισθήτω, κ' ἐκ τῆς γῆς ἐξαλειφθήτω ἡ κατάρατος δουλεία! ZHTΩ H EΛEYΘEPIA!»"[6]. 

   Σε αυτό το σημείο, ο Κοραής πράγματι συγχέει την πολιτική-ταξική χειραφέτηση των Γάλλων αστών με την λαχτάρα εθνικής αυτοδιαθέσεως των Χριστιανών Ελλήνων, οι οποίοι ακόμη ονειρεύοντο -όπως μαρτυρούν οι θρύλοι περί μαρμαρωμένου βασιλιά- την Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη. Ο νεωτερικός αστικός εθνικισμός, που όντως γεννήθηκε στην Γαλλική Επανάσταση ως αντίδραση στις παραδοσιακές αυτοκρατορίες, όριζε το "έθνος" σαν μία τρόπον τινά νομική σύμβαση μεταξύ των ατόμων της χώρας ταυτίζοντάς το με το νεωτερικό κράτος και, στηριζόμενος στις ατομιστικές ιδέες των Εγκυκλοπαιδιστών, δεν ηδύνατο να ταυτισθεί εύκολα με το όραμα των κοινοτικώς οργανωμένων Ρωμιών-Ελλήνων, παρά τις προσδοκίες του Κοραή. 

   Η αρχαιογνωσία του Κοραή, όπως και των ομογαλάκτων του "διαφωτιστών", περιοριζόταν στην κλασική εποχή και συγκεκριμένα στην δημοκρατική Αθήνα (της οποίας η συμμετοχική δημοκρατία απείχε παρασάγγας από τις αρχές του προσφιλούς του αστικού κοινοβουλευτισμού). Το ψευδεπίγραφον αυτής της αρχαιογνωσίας διαφαίνεται στο έργο του "Στοχασμοί του Κρίτωνος" (1819), στο οποίο δεν αναγνωρίζει ως Έλληνες τους Μακεδόνες και τους Βυζαντινούς, επειδή κατά την γνώμη των δυτικών δεν ήσαν δημοκράτες:   

"Τὸ ἔθνος εἶναι πτῶμα σπαραττόμενον ἀπὸ κόρακας, ἀπέθανεν ἡ πατρίς. {...} Ὅλην του τὴν ἀρετὴν τοῦ ἀφαίρεσεν ἡ δουλεία. Ἰδοὺ ἡ ζωγραφία μας, ἀφ’ ὅτου μᾶς ἐπάτησεν ὁ Φίλιππος, ἕως εἰς τὸ ἔτος 1453. Ἀλλάξαμεν δεσπότας διαφόρους, ἄλαλοι καὶ ἀνόητοι."[7] 

   Θα ήμασταν αφελείς εάν νομίζαμε πως οι εν πολλοίς αθεϊστικοί νεωτερισμοί των δυτικοτραφών λογίων μπορούσαν να μείνουν αναπάντητοι. Η ιδεολογική απάντηση προήλθε από τον κύριο θεσμικό τους αντίπαλο, την Ορθόδοξη Εκκλησία και ειδικότερα το κίνημα των Κολλυβάδων, οι οποίοι ως συνεχιστές του παλαμικού Ησυχασμού, απέναντι στον νομικίστικο δικαιωματισμό των Εγκυκλοπαιδιστών, προέταξαν το ανθρωπολογικό υπόδειγμα και την υψηλή πνευματικότητα της Φιλοκαλίας [8]. Μερικοί αναγνωρίσιμοι φορείς αυτού του κινήματος ήσαν οι Άγιοι Κοσμάς ο Αιτωλός (ένας πραγματικός διαφωτιστής του γένους, που ίδρυσε 200 σχολεία ανά την Ελλάδα), Νικόδημος ο Αγιορείτης, Μακάριος Νοταράς, Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης και Αθανάσιος Πάριος. Δεν εξέλιπαν και οι εκπρόσωποι του κινήματος που πέρασαν στο άλλο άκρο, υιοθετούντες κριτική στάση έναντι των φιλοσοφικών κατακτήσεων του αρχαιοελληνικού πνεύματος [9] και προτιμώντες τον όρο "Γένος Ρωμιών" ως αυτοπροσδιορισμό αντί της λέξεως "Έλλην" (καθώς επέμεναν στην εθνολογικώς άστοχη πρωτοβυζαντινή συνήθεια του θρησκειολογικού ορισμού της λέξεως "Έλλην"). Ωστὀσο, πολλοί παρεδέχθησαν την διαλεκτική συγγένεια μεταξύ των ψυχωφελών ιδεών της αρχαίας φιλοσοφίας και της χριστιανικής διδαχής [10]. 

   Όσοι Έλληνες είχαν επηρεασθεί από την δυτική σκέψη αποσκοπούσαν στην δημιουργία ενός ανεξαρτήτου κράτους-έθνους δυτικού τύπου, το οποίο μοιραία θα περιοριζόταν σε μια μικρή γεωγραφική έκταση του μείζονος ελληνισμού. Στον αντίποδα, οι θιασώτες της ελληνορθοδόξου παραδόσεως, της "ρωμιοσύνης", ηναντιούντο στην προοπτική ενός μικρού δυτικοτρόπου κρατιδίου, προσβλέποντες στην αναίμακτη αναγέννηση της βυζαντινής αυτοκρατορίας μέσα από την κατάληψη των δομών της παρηκμασμένης οθωμανικής. Η φιλοδοξία περί στοχευμένης διεισδύσεως σε θεσμούς και αξιώματα, προκειμένου το κράτος να πέσει σαν ώριμος καρπός στα χέρια των Ρωμιών, δεν ήταν ουτοπική. Μετά την συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), δια της χρήσεως ρωσικής σημαίας, ο εμπορικός στόλος των Ελλήνων πλοιοκτητών έγινε ο πλέον δραστήριος της Μεσογείου, ενώ γενικότερα το εμπόριο στην οθωμανική, την ρωσική και την αυστριακή αυτοκρατορία ελεγχόταν σε μεγάλο βαθμό από επιφανείς εκπροσώπους των εκεί ελληνικών παροικιών. Κατά συνέπεια, η υλική και πολιτισμική ισχύς του αποδήμου ελληνισμού τότε ήταν σημαντικά μεγαλύτερη απ' ότι νομίζουμε σήμερα και εκ των πραγμάτων μεγαλύτερη της αντίστοιχης σημερινής. Άξιο σχετικής αναφοράς κρίνεται το μεγαλόπνοο πλην αποτυχόν "Μερικόν Σχέδιον" της Φιλικής Εταιρείας, το οποίο προέβλεπε την πυρπόληση του οθωμανικού στόλου στον Βόσπορο, την σύλληψη του σουλτάνου και την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως [11]. Υπήρξαν, εξεναντίας, και παραδείγματα μεγαλοσχημόνων ρωμιοσυνιστών που στον δημόσιο λόγο τους αντετάχθησαν στο ενδεχόμενο ελληνικής εξεγέρσεως, υπέρ μίας συμμορφώσεως προς το οθωμανικό Ντοβλέτι, αλλά αυτοί συνηντώντο κατά κανόνα σε πολιτικώς ευαίσθητες θέσεις υποκείμενες στο "μαστίγιο και το καρότο" της Υψηλής Πύλης. Ετούτοι επομένως δρούσαν σαν "γραφείο τύπου" [12]. Η μαζική συμπαράσταση απλών κληρικών στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα αποδεικνύει του λόγου το αληθές.         

   Στην πραγματικότητα, όμως, δεν έχει τόση σημασία τί λεγόταν από κάποιους διανοουμένους σε καλλωπισμένες καφετέριες του Παρισιού ή σε συνόδους του Φαναρίου· η ιστορία δεν γράφηκε από εκείνους. Ας διερωτηθούμε λοιπόν τί πίστευαν οι πρωταγωνιστές της Επαναστάσεως. Ο επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρος Υψηλάντης, στην επαναστατική προκήρυξή του της 24ης Φεβρουαρίου 1821 με τίτλο "Μάχου ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος", δηλώνει ότι: 

"Εἶναι καιρὸς νὰ ἀποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον ζυγόν, νὰ ἐλευθερώσωμεν τὴν πατρίδα, νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἡμισέληνον, διὰ νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον, δι' οὗ πάντοτε νικῶμεν, λέγω τὸν Σταυρόν, καὶ οὕτω νὰ ἐκδικήσωμεν τὴν πατρίδα καὶ τὴν ὀρθόδοξον ἡμῶν πίστιν ἀπὸ τὴν ἀσεβῆ τῶν ἀσεβῶν καταφρόνησιν." [13] 

Τούτη η προκήρυξη, μολονότι περιέχει στοιχεία που μπορούν να χαρακτηρισθούν πολιτικώς φιλελεύθερα -όπως και εν γένει οι πρακτικές της Φιλικής Εταιρείας, διίσταται ξεκάθαρα ως προς το θρησκευτικό ύφος της από νεωτερικές έννοιες της Γαλλικής Επαναστάσεως όπως το κοσμικό κράτος, ο ντεϊσμός, ο σεκιουλαρισμός κ.τ.λ. 

Η δε ψυχή της Εθνεγερσίας, ο Γέρος του Μοριά και Αρχιστράτηγος των Ελλήνων Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, σε συνομιλία του με τον επιτετραμμένο της αγγλικής κυβερνήσεως Χάμιλτον, ανέφερε τα εξής:

"Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δὲν ὁμοιάζει μὲ καμμίαν ἀπ' ὅσαις γίνονται τὴν σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεων των εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος· ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτον ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον ἔθνος μὲ ἄλλον ἔθνος, ἦτον μὲ ἕνα λαὸν ὁποῦ ποτὲ δὲν ἠθέλησε νὰ ἀναγνωρισθῇ ὡς τοιοῦτος, οὔτε νὰ ὁρκισθῇ, παρὰ μόνον ὅ,τι ἔκαμνε ἡ βία· οὔτε ὁ Σουλτάνος ἠθέλησε ποτὲ νὰ θεωρήσῃ τὸν Ἑλληνικὸν λαὸν ὡς λαόν, ἀλλ' ὡς σκλάβους. Μιὰν φορὰν, ὅταν ἐπήραμεν τὸ Ναύπλιον ἦλθε ὁ Ἄμιλτον νὰ μὲ ἰδῇ· μοῦ εἶπε ὅτι πρέπει οἱ Ἕλληνες νὰ ζητήσουν συμβιβασμόν, καὶ ἡ Ἀγγλία νὰ μεσιτεύσῃ· ἐγὼ τοῦ ἀπεκρίθηκα, ὅτι αὐτὸ δὲν γίνεται ποτέ· ἐλευθερία ἢ θάνατος· ἐμεῖς Καπετὰν Ἄμιλτον ποτὲ συμβιβασμὸν δὲν ἐκάμαμεν μὲ τοὺς Τούρκους· ἄλλους ἔκοψε, ἄλλους ἐσκλάβωσε μὲ τὸ σπαθὶ καὶ ἄλλοι, καθὼς ἐμεῖς, ἐζούσαμεν ἐλεύθεροι ἀπὸ γεννεὰ εἱς γεννεά· ὁ Βασιλεύς μας [σ.σ. εννοεί τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο] ἐσκοτώθη, καμμία συνθήκη δὲν ἔκαμε· ἡ φρουρά του εἶχεν παντοτεινὸν πόλεμον μὲ τοὺς Τούρκους καὶ δύο φρούρια ἦτον πάντοτε ἀνυπότακτα· -μὲ εἶπε, ποία εἶναι ἡ βασιλικὴ φρουρά του, ποῖα εἶναι τὰ φρούρια· -ἡ φρουρὰ τοῦ Βασιλέως μας εἶναι οἱ λεγόμενοι Κλέφται, τὰ φρούρια ἡ Μάνη καὶ τὸ Σοῦλι καὶ τὰ βουνὰ· ἔτζι δὲν μὲ ὡμίλησε πλέον. Ὁ κόσμος μᾶς ἔλεγε τρελούς· ἡμεῖς ἄν δὲν εἴμεθα τρελοί, δὲν ἐκάναμεν τὴν ἐπανάστασιν {...} " [14] 

  Η παραδοσιοκρατική αντίληψη των επαναστατημένων Ελλήνων επηρέασε ακόμη και την έκβαση των πολιτικών Εθνοσυνελεύσεων και των συνταγμάτων τους, παρά την δεδομένη φιλελεύθερη διάσταση των τελευταίων (ιδίως του τελευταίου χρονικά συντάγματος της Τροιζήνης, το οποίο ο Καποδίστριας κατήργησε άμα τη αφίξει του). Το "Προσωρινόν Πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος" που θέσπισε η Α΄ Εθνοσυνέλευσις της Επιδαύρου, "ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων", διακηρύττει την πολιτική ανεξαρτησία του Ελληνικού Έθνους "ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος" [15]. Βάσει όλων αυτών των δεδομένων, λοιπόν, συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η Επανάσταση του 1821 διέπετο από χαρακτήρα πρωτίστως εθνικό και θρησκευτικό. Οι πολιτικές ιδεολογίες επιμέρους προσωπικοτήτων, που δεν άγγιζαν την πλειοψηφία των αγωνισαμένων, είχαν δευτερεύοντα αν όχι τριτεύοντα ρόλο στην υποκίνηση εκείνων. Οι πράξεις τέτοιων προσωπικοτήτων (π.χ. του Α.Μαυροκορδάτου), ωσαύτως, εξηρτώντο και από τις πολιτικές συνδιαλλαγές των με Μεγάλες Δυνάμεις και μυστικές εταιρείες (π.χ. τεκτονικές στοές). 

   Ένας από τους λόγους, ένεκεν των οποίων η Α΄ Εθνοσυνέλευση απέρριψε τα σύμβολα της Φιλικής Εταιρείας [16] και ο Κολοκοτρώνης δεν υπεστήριξε τον Δημήτριο Υψηλάντη, ήταν ο φόβος συσχετισμού της επαναστάσεως με ριζοσπαστικά φιλελεύθερα κινήματα της Ευρώπης όπως οι Ιακωβίνοι και οι Καρμπονάροι. Η Φιλική Εταιρεία χαρακτηριζόταν τόσο από παραδοσιακά όσο και από νεωτερικά στοιχεία, αλλά η συνωμοτική-τεκτονική δομή της ήταν αρκετή για να εγείρει αυτόν τον συνειρμό.  Άλλωστε, οι συντηρητικές φωνές της "Ιεράς Συμμαχίας" (π.χ. ο Αυστριακός φον Μέττερνιχ), επιθυμούσες την διατήρηση του γεωπολιτικού status quo της Ευρώπης, ακόμη και τον Καποδίστρια επεχείρησαν να συσχετίσουν με αυτά τα κινήματα. Για τον ίδιο λόγο, τον Ιούνιο του 1821 ο Κολοκοτρώνης υπερασπίσθηκε τους προεστούς στα Βέρβενα, όταν κατόπιν συγκρούσεώς των με τον Δ.Υψηλάντη κινήθηκε απειλητικά εναντίον των ένας όχλος. Ας επισημανθεί ότι μέχρι τότε ο Κολοκοτρώνης διέκειτο φιλικά έναντι του Υψηλάντη. Συγκεκριμένα, είπε στους αντιδρώντες υποστηρικτές εκείνου [17]:

"Διατὶ θέλομεν τὸν χαϋμό μας μονάχοι μας; ἡμεὶς ἐσηκώσαμε τὰ ἅρματα διὰ τοὺς Τούρκους καὶ ἔτζι ἀκουσθήκαμεν εἰς τὴν Εὐρώπη, ὅτι σηκωθήκαμεν οἱ Ἕλληνες διὰ τοὺς Τυράννους, καὶ στέκεται ὅλη ἡ Εὐρώπη νὰ ἰδῇ τί πρᾶγμα εἶναι τοῦτο. Οἱ Τούρκοι ὅλοι εἶναι ἀκόμη ἀπείραγοι εἰς τὰ Κάστρα καὶ εἰς ταὶς χώραις, καὶ ἡμεῖς εἰς τὰ βουνά, καὶ ἄν σκοτώσωμεν τοὺς προεστοὺς θὰ εἰποῦν οἱ Βασιλεῖς, ὅτι τοῦτοι δὲν ἐσηκώθησαν διὰ τὴν ἐλευθερίαν, ἀλλὰ διὰ νὰ σκοτωθοῦν συνατοίτους, καὶ εἶναι κακοὶ ἄνθρωποι, Καρβονάροι, καὶ τότε εἰμποροῦν οἱ Βασιλεῖς νὰ βοηθήσουν τὸν Τοῦρκο καὶ νὰ λάβωμεν ζυγὸν βαρύτερον ἀπὸ ἐκεῖνον ὀποῦ εἴχαμε."

   Στην Γ΄ Εθνοσυνέλευσιν της Τροιζήνης, απεφασίσθη η ανάθεση της ηγεσίας του εκκολαπτομένου κράτους στον διαπρέψαντα εν Ευρώπη πολιτικό Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Εθνικός Κυβερνήτης Καποδίστριας έχει χαρακτηρισθεί από δυτικοτραφείς φιλελευθέρους (συγχρόνους του και σημερινούς) σαν αυταρχικός δικτάτορας, επειδή θέλησε να περιορίσει τις παρασιτικές φιλοδοξίες της ολιγαρχίας, τοπικών αρχόντων και επιδόξων δυτικοτραφών πολιτικάντηδων. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους διαδόχους του, δεν φάνηκε διατεθειμένος να καταπατήσει την γνήσια και ήδη υφιστάμενη προνεωτερική δημοκρατική παράδοση των ελληνικών κοινοτήτων. Ο σεβασμός αυτός προς την κοινοτική αυτοδιάθεση διαφαίνεται και στο αποκεντρωτικό σύνταγμα της Ελβετίας, που είχε εκπονήσει ο ίδιος, χωρίς να αφουγκράζεται παράλληλα και τις αντιπαραδοσιακές θέσεις της Γαλλικής επαναστάσεως. Το 1831 ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε υπό την συνέργεια των Μεγάλων Δυνάμεων, αφού έθεσε το συμφέρον του λαού του υπεράνω της βουλήσεως εκείνων. Εν συνεχεία, αυτές οι Δυνάμεις φύτεψαν στην Ελλάδα ένα γερμανικό απολυταρχικό καθεστώς, το οποίο διεμόρφωσε τις δομές της πολιτείας σύμφωνα με τα ξενικά πρότυπα του δυτικού έθνους-κράτους. Συμπτωματικά, το νέο κράτος θα περιόριζε την Ελλάδα στα σύνορα που θεωρούσε δέοντα ο Κοραής. Οι Έλληνες ουδέποτε εξέφρασαν συναίνεση με αυτό το κράτος, το οποίο ακόμη και σήμερα το αντιμετωπίζουν με την καχυποψία δια της οποίας αντιμετώπιζαν και το οθωμανικό κάποτε. Γιατί αυτό το εισέτι δυτικόδουλο κράτος, καίπερ υιοθέτησε πιο φιλελεύθερη μορφή μεταγενέστερα, παρέμεινε μία κλειστή σπείρα προσφιλών στις Δυνάμεις "Φαναριωτών", που πάντοτε ακολουθούσε το παράδειγμα του Κοραή. Στις ζοφερές ημέρες που διανύουμε, με την λάμψη του μείζονος Ελληνισμού να έχει σβήσει προ πολλού, απειλείται σοβαρά το μέλλον και η ύπαρξη του εγχωρίου ελληνισμού. 200 χρόνια μετά, ένα ερώτημα εξακολουθεί να ταλανίζει την σκέψη μας: Πώς μπορεί να ολοκληρωθεί η Εθνεγερσία;    

 

Παραπομπές

1)  Βλ. την κριτική του Ζέβγου στο τεύχος Νοεμβρίου του 1933 της "Κομμουνιστικής Επιθεώρησης" με τίτλο "Ο Γ. Κορδάτος σαν ιστορικός της επανάστασης του 1821". Ο Ζέβγος έφθασε στο σημείο να αποκαλέσει τον Κορδάτο "ιστορικό της μπουρζουαζίας". Το 1927, το ΚΚΕ διέγραψε το πρώην ηγετικό στέλεχος Κορδάτο από την λίστα των μελών του.

2)  "{...} Τέλος πάντων ὁρκίζομαι εἰς Σέ, ὦ ἱερὰ πλὴν τρισαθλία πατρίς μου. Ὁρκίζομαι εἰς τὰς πολυχρονίους βασάνους σου. Ὁρκίζομαι εἰς τὰ πικρὰ δάκρυα, τὰ ὁποῖα ἔχυσαν καὶ χύνουν τὰ ταλαίπωρα τέκνα σου, εἰς τὰ ἰδικά μου δάκρυα, τὰ ὁποῖα εἰς ταύτην τὴν στιγμήν, καὶ εἰς τὴν μέλλουσαν ἐλευθερίαν τῶν ὁμογενῶν μου, ὅτι ἀφιερώνομαι ὅλως εἰς ἐσέ, ὅτι εἰς τὸ ἑξῆς θέλει εἶσαι ἡ αἰτία καὶ ὁ σκοπὸς τῶν διαλογισμῶν μου. {...}" Βλ. Δ.Κ. Σακελλαροπούλου, "Απόλλων: Μηνιαῖον περιοδικὸν σύγγραμμα" Τόμ.Β΄, Τυπογραφεῖον "Παλαμήδης", Ἐν Πειραιεῖ 1885, σελ.211. 

3)  Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, "Διήγησις συμβάντων τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς ἀπὸ τὰ 1770 ἕως τὰ 1836", Τύποις Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, Ἀθήνησιν 1846, σελ.λ΄. 

4)  Αριστείδης Χατζής, "Η Φιλελεύθερη Επανάσταση", Καθημερινή 14/3/2021 (https://www.kathimerini.gr/opinion/561294184/i-fileleytheri-epanastasi/). 

5)  Twitter: Greece 2021 (@Greece_2021), 4/5/2020: https://twitter.com/Greece_2021/status/1257311084781793280. 

6)  Πρόκειται για απόσπασμα της Θ΄ στροφής από το ποίημα "Ἆσμα Πολεμιστήριον τῶν ἐν Αἰγύπτω περὶ ἐλευθερίας μαχομένων Ἐλλήνων" που έγραψε ο Αδαμάντιος Κοραής το 1800 (έκδοση Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 1983, σελ.11). Αναφέρεται στους Έλληνες εθελοντές (των οποίων την ιδεολογική σύνθεση και κατάρτιση δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια) που κατετάγησαν στον στρατό του Ναπολέοντος, ευελπιστώντας ότι εκείνος θα μπορούσε να απελευθερώσει και την Ελλάδα από τους Οθωμανούς, μετά των οποίων ευρίσκετο σε εμπόλεμο κατάσταση.  

7)  Αδαμάντιος Κοραής, "Στοχασμοί τοῦ Κρίτωνος", ἐκ τῆς τυπογραφείας Φιρμίνου Διδότου, Παρίσι 1819 (ανακτήθηκε από Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών, anemi.lib.uoc.gr), σελ.4-5. 

8)  Η Φιλοκαλία αποτελεί συλλογή κειμένων εκκλησιαστικών πατέρων ησυχαστικής παραδόσεως από τον 4ο έως τον 10ο αιώνα, την οποία επιμελήθηκαν οι Άγιοι Νικόδημος ο Αγιορείτης και Μακάριος Νοταράς. Πραγματεύεται την χριστιανική προσευχή ως μυστικό βίωμα και εν γένει την αφιέρωση της ζωής στον Θεό. 

9)  Βλ. την κριτική του Αθανασίου Παρίου για τους δωδεκαθεϊστές αρχαίους Έλληνες στο έργο "Περὶ τῆς ἀληθοῦς φιλοσοφίας" (Ἀντιφώνησις) του 1802, επανέκδοση από το "Τυπογραφεῖον τοῦ Ἔθνους", Ἑρμούπολις 1866, σελ.10-21.

10)  Αυτήν την διαλεκτική σχέση κατέδειξε πρώτος ο εκκλησιαστικός πατέρας Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (150-215 μ.Χ.) στο έργο "Στρωματείς", ενώ αργότερα ο ιερός Αυγουστίνος (354-430), χρησιμοποιώντας την στωικό όρο του "Σπερματικού Λόγου", εξήγησε πώς οι αρχαίοι σοφοί επέτυχαν μία μερική ανεύρεση της αλήθειας του Θεού. 

11)  Στέφανος Παπαδόπουλος, "Το «Σχέδιον Γενικόν» της Φιλικής Εταιρείας και οι επαφές με τους Σέρβους" στο περιοδικό "Μακεδονικά", τεύχ.17, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1977, σελ.42. 

12)  Διασημότερο παράδειγμα αποτελούν οι αφορισμοί που απηύθυνε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ προς τους αγωνιστές του 1821. Ο υιός του οπλαρχηγού Εμμανουήλ Παπά Αναστάσιος, σε επιστολή του προς τον αδελφό του Αθανάσιο, ανέφερε ότι: "τέτοιοι έξορκισμοί δεν εχουν πέραση, γιατί είναι φκιαγμένοι κατά διαταγή του Σουλτάνου" (βλ. Αποστόλου Βακαλοπούλου, "Εμμανουήλ Παπάς, αρχηγός και υπερασπιστής της Μακεδονίας: η ιστορία και το αρχείο της οικογένειάς του", Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 1981, σελ.194). Είναι εύκολο να υποθέσουμε ότι η άρνηση μίας τέτοιας "κατ΄ οικονομία" πραγματιστικής κινήσεως θα έβαφε τον Βόσπορο κόκκινο, με το αίμα των Ελλήνων της Πόλεως. Άλλωστε, στον Γρηγόριο Ε΄ έχουν καταλογισθεί ακόμη και (φημολογούμενες;) παρασκηνιακές επαφές με μέλη της Φιλικής Εταιρείας (βλ. Ιωάννου Παπαϊωάννου, "Ιστορικές γραμμές" Τόμ.Α΄, Λάρισα 1979).

13)  Ιωάννης Φιλήμων, "Δοκίμιον Ἱστορικὸν περὶ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως" Τόμ.2, Τύποις Γ.Καρυοφύλλη, Ἀθῆναι 1859, σελ.81. 

14)  Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ό.π., σελ.190-191. 

15)  Προσωρινὸν Πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος καὶ σχέδιον ὀργανισμοῦ τῶν ἐπαρχιῶν αὐτῆς, Ἐπίδαυρος 1822. Ανακτήθηκε από την ψηφιακή βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων (library.parliament.gr).

16)  Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμ.12. Εκδοτική Αθηνών 2000, σελ.215. 

17)  Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ό.π., σελ.75. 

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.