ΚΥΠΡΟΣ 1974: Δεν αρκεί το «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ»

 

Του Γιώργιου Σαγιά

 

1) Η Κύπρος είναι Ελλάδα (ιστορική αναδρομή και τεκμηρίωση)

 

            «Κύπρος: 10.000 χρόνια ιστορίας και πολιτισμού».[1] Αυτό αναφέρεται σε βιβλίο που έχει κυκλοφορήσει από τον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού. Η ιστορία τής Κύπρου μάς ταξιδεύει πολύ πίσω στον χρόνο. Οι ρίζες της είναι βαθιές γι’ αυτό και ο κορμός είναι γερός και οι καρποί υπαρκτοί. Στο Κυπριακό χρονολόγιο του Λεύκιου Ζαφειρίου αναγράφεται το εξής: «10 χιλ. π.Χ.: Πρώιμη ανθρώπινη παρουσία στην Κύπρο στην τοποθεσία Ακρωτήρι - Αετόκρεμνος της επαρχίας Λεμεσού».[2] «Τα πρωιμότερα στοιχεία μιας καθ’ ολοκληρίαν μόνιμης εγκατάστασης στην Κύπρο παρουσιάζονται στη Νεολιθική περίοδο».[3] Περίπου το 3500 π.Χ. οι Μυκηναίοι Αχαιοί ήδη βρίσκονται στο νησί. Την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1650 – 1050 π.Χ.) δημιουργούνται παράλια αστικά κέντρα όπως η Έγκωμη και το Κίτιο, ενώ περί τα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ., οι Έλληνες Αχαιοί  κάνουν εντονότερη την παρουσία τους. Γλώσσα, θρησκεία, τέχνη, ήθη, έθιμα, καθημερινότητα, πιστοποιούν το ενιαίον του Ελληνισμού. «Όταν γύρω στα 1400 π.Χ., οι Αχαιοί πήραν τη θέση της Κρήτης στην Ανατολική Μεσόγειο, άρχισε για την Κύπρο μια πολύ σημαντική περίοδος, καθοριστική για όλη την ιστορία της ίσαμε σήμερα».[4] Στο βιβλίο «Έλληνες Κύπριοι αθεράπευτοι» του Αυγουστίνου Αυγουστή, διαβάζουμε σχετικώς: «Η εγκατάσταση των Μυκηναίων και των Αχαιών τον 15ο π.Χ. αιώνα, συνέβαλε ώστε να καταστεί η Κύπρος σημαντικό κέντρο του Ελληνικού πολιτισμού. Οι Αχαιοί ίδρυσαν Ελληνικά Βασίλεια στην Κύπρο κατά το Μυκηναϊκό πρότυπο και εισήγαγαν την ελληνική γλώσσα και θρησκεία, τους θεσμούς, τα έθιμα, την τέχνη τους, καθώς και τον ελληνικό τρόπο ζωής.  Σύμφωνα με την παράδοση, οι ήρωες του Τρωικού Πολέμου, μετά τη λήξη του, ήρθαν στην Κύπρο και ίδρυσαν πόλεις – Βασίλεια με επιβλητικά μνημεία και κυκλώπεια τείχη. Από εκείνη τη στιγμή μπορούμε να μιλάμε για μια Ελληνική Κύπρο».[5]

            Από τον 10ο π.Χ. αιώνα και μετά, υπήρχαν ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ Κύπρου, Κρήτης και Κύπρου – Εύβοιας, ενώ εμφανές είναι το μεγαλείο του ελληνικού πολιτισμού και η χρήση της ελληνικής γλώσσας με στοιχεία της κυπριακής διαλέκτου (αρκαδοκυπριακά). «Πλήθος κείμενα και μύθοι αναφέρονται σ’ αυτή την περίοδο, αλλά η ανταπόκρισή τους με τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα δεν έχει ακόμα διευκρινισθεί. Σύμφωνα με αυτούς τους μύθους, τη Σαλαμίνα την έχτισε μετά τον Τρωικό Πόλεμο ο Τεύκρος και της έδωσε το όνομα της πατρίδος του, της Σαλαμίνας του Σαρωνικού και πολλές άλλες κυπριακές πόλεις έχουν για ιδρυτές Έλληνες ήρωες».[6] Κατά την κλασική περίοδο (480 π.Χ. – 310 π.Χ.) οι Έλληνες αγωνίζονται κατά των Περσών εισοβολέων και επιχειρούν να τους διώξουν από κάθε ελληνική περιοχή. Αξίζει να προσεχθεί ιδιαιτέρως αυτό το σημείο, διότι ο αθηναϊκός στόλος, με αρχηγό τον Κίμωνα, φτάνει αυτονοήτως και από την Κύπρο, η οποία και σαφώς δεν ήταν μακριά για τα πλοία του Κίμωνος, προ Χριστού. Η Μεγαλόνησος, επί Βασιλέως Σαλαμίνας Ευαγόρα (411 – 374 π.Χ.) εξελίσσεται σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα πολιτικής και πολιτισμού του ελληνικού κόσμου. Οι δεσμοί των Ελλήνων, είναι δυνατοί και αδιάσπαστοι. Διαβάζουμε στο βιβλίο-λεύκωμα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος «Κύπρος ’74 – Το άλλο πρόσωπο της Αφροδίτης»: «…οι δεσμοί της Κύπρου με τους ελεύθερους Έλληνες και κυρίως με τους Αθηναίους, δε σταμάτησαν. Τους Αθηναίους, μετά τη φοβερή καταστροφή τους στη Σικελία στον Πελοποννησιακό πόλεμο, τους βοήθησε ο Ευαγόρας, ο Βασιλιάς της Σαλαμίνας, που τότε είχε καταφέρει να πάρει το θρόνο των προγόνων του από τους Φοίνικες που είχαν εγκαταστήσει οι Πέρσες. Οι Αθηναίοι τον αναγνώρισαν Ευεργέτη τους».[7] Στην ελληνιστική περίοδο (310 – 30 π.Χ.) η Περσική κυριαρχία διαλύεται χάρη στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ανατολή στην οποία μάλιστα οι Κύπριοι τον βοήθησαν στην πολιορκία και την κατάληψη της Τύρου, στέλνοντάς του 150 πλοία. Από το 58 π.Χ. και κυρίως από το 30 π.Χ., η Κύπρος περιέρχεται στη Ρώμη. Αξιοσημείωτο αυτής της περιόδου είναι ο εκχριστιανισμός του νησιού από τους Αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα, ο οποίος ξεκίνησε το 45 μ.Χ.

Τι να πρωτοαναφέρει κανείς για την αδιάσπαστη συνέχεια του Ελληνισμού, για τη σύνδεση της κόρης Κύπρου με τη μάνα Ελλάδα. Μέσα σε λίγες γραμμές πώς να χωρέσουν ακόμη δύο χιλιετίες, οι μετά Χριστόν; Στην Κύπρο, φέρεται πως σταμάτησε η Αγία Ελένη επιστρέφοντας από τους Αγίους Τόπους. Εκεί, από τον 4ο αιώνα μ.Χ., εδραιώθηκε ο Χριστιανισμός. Εκεί δημιουργήθηκαν και ναυτικές βάσεις από τους Βυζαντινούς και μετέπειτα έγινε εντονότερη η σχέση της με την Βασιλεύουσα Πόλη. Οι Άραβες την έκαναν στόχο τους στα 647 μ.Χ. και στα 653 μ.Χ. την κατέλαβε ο Μωαβίας, καταστρέφοντας την τότε πρωτεύουσα του νησιού Κωνσταντία, ενώ την περίοδο του Ιουστινιανού Β’ συμφώνησαν μία μορφή συγκυριαρχίας με τους Βυζαντινούς, θέμα που έλυσε ο Νικηφόρος Φωκάς ελέγχοντας το σύνολο του νησιού. Κάστρα υψώθηκαν, εκκλησίες πολλές χτίστηκαν, νομίσματα κόπηκαν, ώσπου κατά την 3η Σταυροφορία την κατέλαβε ο Ριχάρδος, λεγόμενος υπό τινών και Λεοντόκαρδος. Κατόπιν, πέρασε στα χέρια των Ναϊτών ιπποτών και μετά στον Βασιλιά της Ιερουσαλήμ Γκυ Ντε Λουζινιάν, αυτός δε και οι δικοί του καταπίεσαν την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ακολούθησαν οι Ενετοί, ώσπου η Κύπρος κατακτήθηκε από τους Τούρκους στα 1570 μ.Χ. Με άλλες λέξεις, από το 10.000 π.Χ., οι Τούρκοι  ισλαμιστές εμφανίζονται στην Κύπρο το 1570 - 1571, δηλ. περίπου 11.500 χρόνια μετά! Φυσικά, οι Κύπριοι έπραξαν με γενναιότητα το αυτονόητο. Συνεχείς ξεσηκωμούς και επαναστάσεις, οι οποίες κατεπνίγησαν στο αίμα. «Την ίδια τύχη είχε και η συμμετοχή των Κυπρίων στην Επανάσταση του 1821. Οι Τούρκοι κρέμασαν στις 9 Ιουλίου 1821 στη Λευκωσία τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, που είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, και στη συνέχεια θανάτωσαν τους τρεις μητροπολίτες του νησιού και πλήθος άλλους κληρικούς και λαϊκούς, όλους σχεδόν τους ηγέτες του κυπριακού Ελληνισμού».[8] Πολλοί αδελφοί μας Κύπριοι πήραν μέρος στην Εθνεργεσία του 1821 κατά των Τούρκων και πλήρωσαν ξανά και ξανά με σφαγές στο νησί. Το 1853, η «Φάλαγγα των Κυπρίων» έστερξε την Επανάσταση στη Θεσσαλία, Κύπριοι εθελοντές στήριξαν τις εξεγέρσεις στην Κρήτη (1866), στην Ηπειροθεσσαλία (1877), καθώς και στους Πολέμους της Χερσονήσου του Αίμου («Βαλκανικούς Πολέμους») και στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Κύπριοι δεν έλειψαν από τους εθνικούς αγώνες, αντιθέτως, ήταν πάντα, παντού, αποδεικνύοντας και με τις πράξεις τους την αδιάσπαστη εθνική συνέχεια. Και παντού και πάντα, οι Τούρκοι απαντούσαν με λεπίδι και αίμα: όπως λέγεται και υπό τινών δημοσίως, «η Τουρκία δεν έχει ιστορία αλλά ποινικό μητρώο». Στα 1878, οι Άγγλοι την ενοικιάζουν από τους Τούρκους για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους. Οι Κύπριοι, ξανά αγωνίζονται να ελευθερωθούν. Στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, οι Άγγλοι την προσαρτούν.

Από το 1915 και μετά, παρουσιάζονται ευκαιρίες για Ένωση της Κύπρου με τον υπόλοιπο εθνικό κορμό, όμως, από λάθος εκτιμήσεις, άστοχους χειρισμούς, αμφιλεγόμενες διπλωματικές ενέργειες, περίεργες έως ύποπτες στάσεις και συμπεριφορές πολιτικοστρατιωτικο-θρησκευτικών παραγόντων, αυτό δεν έχει καταστεί εφικτό έως και σήμερα, παρά το εκκωφαντικό Δημοψήφισμα του 1950 που πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της Εκκλησίας της Κύπρου με το οποίο Κύπρος και Κύπριοι αξίωσαν Ένωση με την Ελλάδα με το συντριπτικό ποσοστό97%. Πιο πριν, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Κύπριοι πολέμησαν στο πλευρό των τότε συμμάχων, ενώ το 1955, η Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών, με αρχηγό τον Γεώργιο Γρίβα-Διγενή, κήρυξε ένοπλο εθνικό απελευθερωτικό αγώνα κατά των Άγγλων κατακτητών. Οι Τούρκοι, συντάχθηκαν με τους Άγγλους δέχθηκαν την συμπαράστασή τους και διέπραξαν τρομερές βαρβαρότητες και φοβερά εγκλήματα.

 

2) Ένωση Κύπρου – Μητέρας Ελλάδας. Οι χαμένες ευκαιρίες και κάποια σημαντικά γεγονότα προ της Εισβολής των Τούρκων το 1974.

 

            Το 1915, η Αγγλία φάνηκε διατεθειμένη να περάσει η Κύπρος στην Ελλάδα σαν αντάλλαγμα του να συμμετάσχει η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, όμως η πρόταση δεν έγινε δεκτή. Το 1920, η Αγγλία φέρεται πάλι έτοιμη να επιστρέψει η Κύπρος στην Ελλάδα, όμως οι εσωτερικές ελληνικές έριδες οδήγησαν σε απόσυρση αυτής της προοπτικής. Αξίζει να σημειωθεί ότι με την Συνθήκη της Λωζάνης (1923), «η Τουρκία παραιτήθηκε ακόμα κι από την επικυριαρχία πάνω στην Κύπρο».[9] Το 1925, το λεγόμενο «αγγλικό στέμμα», ορίζει την Κύπρο ως Βρετανική αποικία. Συνεπεία αυτού εντείνονται οι ποικιλότροπες προσπάθειες αφελληνισμού του νησιού, όμως οι Κύπριοι επαναστατούν απ’ άκρου εις άκρον και κηρύσσουν την Ένωση με την Ελλάδα. Η αγγλική αποικιοκρατία, παραδίδει όλες τις εξουσίες στον Άγγλο Κυβερνήτη, ενώ χρησιμοποιεί στρατό και σκληρή βία για να ελέγξει την κατάσταση. Οι Τούρκοι, οι οποίοι όπως εφάνη από τον πρώτο μέρος της εισηγήσεως ουδεμία σχέση είχαν με το νησί έως το 1.570 – 1571 μ.Χ., παραστέκονται στους Άγγλους και συμμετέχουν σε ομάδες άσκησης ακραίας βίας κατά των Κυπρίων. Το 1955, μετά την προαναφερθείσα έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, δίδεται «Άμεση απάντηση των Τούρκων, φοβεροί βανδαλισμοί σε βάρος του ελληνικού στοιχείου στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη με το σύνθημα “Η Κύπρος είναι τουρκική”. Οι Άγγλοι στέλνουν νέο αρμοστή στην Κύπρο, το στρατάρχη Χάρτιγκ, που θα μείνει ονομαστός σαν αδίστακτος και στυγνός τοποτηρητής της αποικιοκρατίας (…) Οι Τούρκοι, υποδαυλισμένοι από τους Άγγλους και με τη συμπαράστασή τους, διαπράττουν φοβερά εγκλήματα».[10]  Χαλκευμένες, ειδήσεις και ένταση της τουρκικής προπαγάνδας, δημιούργησαν ξανά υπόβαθρο έξαρσης του ανθελληνισμού στην Τουρκία. «Στο όργιο έξαψης του ανθελληνικού μίσους στην Τουρκία, σημαντικό ρόλο έπαιξε αποδεδειγμένα η σύζευξη του Τουρκοκύπριου (σ.σ. δεν θεωρώ δόκιμο τον όρο) ηγέτη Φαζίλ Κιουτσούκ, με τον Χικμέτ Μπιλ και την οργάνωση “Η Κύπρος είναι τουρκική”. Με το όνομα της οργάνωσης αυτής, ο Κιουτσούκ αντικατέστησε τον Ιούνιο του 1955 το όνομα του κόμματός του που έως τότε ήταν “Εθνική Τουρκική Ένωση Κύπρου”».[11] Ακολούθησαν τα «Σεπτεμβριανά 1955», υποκινούμενα ομού από την τουρκική και την Βρετανική κυβέρνηση, που υποκίνησαν τον τουρκικό βαρβαρικό όχλο, ο οποίος απαρτίζονταν από Τούρκους εργάτες, αγρότες, υπαλλήλους, ανθρώπους όλων των κοινωνικών διαστρωματώσεων και οι οποίοι – για άλλη μια φορά στην ιστορία – απέδειξαν την ακραία βαρβαρότητά τους, υπηρετώντας συγχρόνως την τουρκική πολιτική. Σύμφωνα με την «Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο», «Οι επιθέσεις συνέπεσαν, σκόπιμα, με την Τριμερή Διάσκεψη του Λονδίνου (27 Αυγούστου – 7 Σεπτεμβρίου 1955), στην οποία συμμετείχαν Τουρκία και Ελλάδα. Αρχικά, εκείνη η Διάσκεψη δεν θα ασχολείτο καθόλου με την Κύπρο. Όμως, για να επιτευχθεί το προαπαιτούμενο, ο φιλότουρκος ανώτερος λειτουργός του Φόρεϊν Όφις σερ Ιβόν Κιρκπάτρικ χειρίστηκε τις διαδικασίες με αποκλειστικό σκοπό την επαναφορά της Τουρκίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, εξ ου και η Τουρκία επανήλθε ως ενδιαφερόμενο μέρος».[12] Εξαιτίας της Τριμερούς Διασκέψεως, οι Άγγλοι «έβαλαν από το παράθυρο» την Τουρκία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μια ολέθρια παγίδα στην οποία η Ελλάδα έπεσε μέσα.

            Οι Τούρκοι πλέον, με συμπράττοντες τους Άγγλους, επεδίωκαν – ως πρώτο βήμα – την διχοτόμηση της Κύπρου. Αυτό θα έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες στην πορεία, διότι, οι Τούρκοι χρησιμοποιούν διπλωματικά αυτό που δεν είχαν και χάρη στους Άγγλους απέκτησαν, δηλαδή, δέχονται να αποκλειστεί η διχοτόμηση ως ισοδύναμο να αποκλειστεί η Ένωση Κύπρου – Ελλάδας. Αυτή την περίοδο, εμφανίζεται στο τρέχον πολιτικό σκηνικό ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και συγχρόνως γίνεται εμφανής η νατοϊκή ανάμιξη. «Η ανάμιξη του ΝΑΤΟ στο κυπριακό πρόβλημα (1958) φαίνεται στην αρχή πως θα εξουδετερώσει τα αγγλοτουρκικά σχέδια, αλλά παρεμβαίνουν οι ΗΠΑ που τα υποστηρίζουν, και η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να απαγκιστρώσει το κυπριακό από το ΝΑΤΟ και να προσφύγει πάλι στον ΟΗΕ».[13]  Όπως γράφεται στο βιβλίο του Μάνου Χατζιδάκη «Πώς χάθηκε η Ένωσις με την Ελλάδα 1950-1967 – Οι μεγάλες ευκαιρίες και τα τραγικά λάθη», «Μόλις δύο ημέρες προ του “διορισμού” του Κ. Καραμανλή ως πρωθυπουργού, εκκινούσαν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Βρετανού Κυβερνήτου της Κύπρου στρατάρχου Χάρτινγκ, ο οποίος είχε μόλις διορισθεί και αφιχθεί στη νήσο (…). Το “Σχέδιο Χάρτινγκ” ήταν ουσιαστικά επανάληψις μιας άλλης χαμένης ευκαιρίας, της προτάσεως Μακ Μίλλαν που είχε λάβει χώρα κατά τη διάρκεια της Τριμερούς Διασκέψεως, στις 6 – 9 – 1955 και προσέφερε την απεμπλοκή της Ελλάδος από εκείνην την ολέθρια παγίδα».[14] Κατ’ ουσίαν, το «Σχέδιον Χάρτινγκ» οδηγούσε σε απεμπλοκή της Τουρκίας και αποτροπή εμπλοκής της, προωθούσε ελληνική αυτοκυβέρνηση και οδηγούσε σε πρώτη φάση σε αυτοδιάθεση και σε επόμενη σε Ένωση με την Ελλάδα. Συνεχίζει στο βιβλίο του ο Μ. Χατζιδάκης «Τόσο ο Βασιλεύς Παύλος όσο και η Κυβέρνησις Καραμανλή ανεγνώριζαν τα μεγάλα προτερήματα και την ευκαιρία που παρείχε το σχέδιο. Σε συνομιλία με τον Παύλο, ο Βρεττανός πρέσβυς στο Παρίσι Τζεμπ, μάθαινε τις απόψεις του: “Ο Βασιλεύς απήντησεν ότι είχε ενθαρρυνθεί πολύ από την φόρμουλά μας. Θα άνοιγε ως επίστευε μίαν νέαν θύραν. Η στάσις τού Αρχιεπισκόπου (σ.σ.Μακαρίου), την οποίαν εθεώρει ως απολύτως εσφαλμένην, τον είχε συγκλονίσει” (σ.σ. Επιστολή προς Φόρεϊν Όφφις, 23-11-1955)».[15]

            Δυστυχώς, επεκράτησε το δόγμα «Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάς συμπαρίσταται» και έτσι η Ελλάς από εθνικό κέντρο, έγινε φοβικός παρακολουθητής με κυρίαρχη σκέψη το πολιτικό – κομματικό κόστος και όχι τα ιστορικά δίκαια του Ελληνισμού. Έτσι, οδηγηθήκαμε στις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου (1959) οι οποίες ήταν η χειρότερη δυνατή έκβαση, διότι «αναγνωρίζει την ανεξαρτησία της Κύπρου, με δικαιώματα και προνόμια στην τουρκική μειονότητα (18% μόνο του πληθυσμού) πολύ περισσότερα απ’ όσα προβλέπει το διεθνές δίκαιο. Βασικός όρος ήταν ο αποκλεισμός της Ένωσης, ενώ οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, η Αγγλία, η Τουρκία και η Ελλάδα, αποκτούσαν το δικαίωμα να επέμβουν, ακόμα και ανεξάρτητα, η μία από την άλλη (…)».[16] Επρόκειτο για τραγική ημέρα της αρχαιόθεν ζωής της Κύπρου, διότι απεκλείσθη η Ένωσις με την Ελλάδα, προέκυψε συγκυριαρχία με την Τουρκία και υπονομεύθηκε ακόμη και αυτή η ανεξαρτησία της Νήσου. Έτι περαιτέρω, λειτούργησε ως προοίμιο της εισβολής των Τούρκων, των λεγόμενων «Αττίλα 1» και «Αττίλα 2», επειδή το νεότευκτο Σύνταγμα ανέφερε – μεταξύ άλλων – και πως εκάστη από τις – πλέον τρεις – εγγυήτριες δυνάμεις, μπορούσε «να επέμβει μονομερώς: “…εάν το εθεώρει αναγκαίον διά να διατηρήση το στάτους κβο”».[17] Ακριβώς επάνω σε αυτή τη διάταξη στηρίχθηκε προσχηματικά η Τουρκία για να δικαιολογήσει την άθλια όσο και απαράδεκτη εισβολή που πραγματοποίησε το 1974 (έτι υφισταμένη). Όπως εκμεταλλεύθηκε και άλλα τρομερά, εγκληματικά εθνικώς λάθη και παραλείψεις και ενέργειες Ελλήνων πολιτικών, στρατιωτικών και θρησκευτικών ηγετών, οδηγώντας τον Ελληνισμό σε ήττα και συρρίκνωση. Πολλές χιλιάδες σελίδων έχουν γραφεί και πολλές ακόμη πρόκειται να γραφούν για το θέμα. Ένα τεράστιο θέμα με πολλά κεφάλαια, το οποίο θα μπορούσε να συγκλίνει στον γνωστό τίτλο «Ο Φάκελος της Κύπρου» και τον οποίο επιμελώς η εκάστοτε πολιτική ηγεσία τον κρατά κλειστό. Άραγε γιατί; Ίσως, διότι θα προκύψουν τεράστιες ευθύνες και σκληροί χαρακτηρισμοί για τους τότε πρωταγωνιστές στην ιστορία. Κωνσταντίνος Καραμανλής, Ευάγγελος Αβέρωφ, Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, είναι σημαντικό μέρος αυτού του ψηφιδωτού, άλλες ψηφίδες τού οποίου αναφέρονται κατωτέρω.

            Ένα από τα σημαντικότατα λάθη ήταν και η εισαγωγή στην συζήτηση του όρου «διχοτόμηση». Στο βιβλίο του Σπύρου Παπαγεωργίου «Καραμανλής και Κυπριακόν» διαβάζουμε το εξής: «Πέριξ της διχοτομήσεως υπήρξεν έντονον παρασκήνιον, το  οποίον αποκαλύπτει ο Ν. Σαρρής, εις το πολύτιμον έργον του «Η άλλη πλευρά». Ο διορισθείς ως ειδικός σύμβουλος της κυβερνήσεως Ντεμιρέλ, καθηγητής Νιχάτ Ερήμ, μετέπειτα πρωθυπουργός της Τουρκίας (…) αφού εμελέτησεν επισταμένως τους φακέλους του Τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, υπέβαλε εκτενή έκθεσιν (…σ.σ. και) ετόνιζε τα ακόλουθα: «Η ιδέα της διχοτομήσεως έχει συζητηθεί και μελετηθεί εις ορισμένες μυστικές, επίσημες και ανεπίσημες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Τουρκίας, της Ελλάδος, της Αγγλίας και της Αμερικής».[18]  Μέσα λοιπόν σε ένα τόσο άσχημα δομημένο νέο πλαίσιο, οι Τούρκοι συστηματικά προετοιμάζονταν. Ενδεικτικά αναφέρεται δε τον Οκτώβριο του 1959, συνελήφθη το τουρκικό πλοίο «Ντενίζ» στις Βόρειες ακτές της Κύπρου να μεταφέρει κρυφά οπλισμό για οργάνωση τουρκοφρόνων. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ντίνος Αυγουστής στο βιβλίο του «Έλληνες Κύπριοι αθεράπευτοι». «Οι Τούρκοι ήταν έτοιμοι και περίμεναν. Οι προτάσεις Μακαρίου απλώς αποτέλεσαν το πρόσχημα για την τουρκανταρσία  που ακολούθησε. Κάτι που καταμαρτυρείται από την πλήρη στρατιωτική ετοιμότητά τους, σε αντίθεση με τους Έλληνες που τις πρώτες μέρες των συγκρούσεων βρέθηκαν να τους αντιμετωπίζουν με παμπάλαια στρατιωτικά και κυνηγητικά όπλα! (…) Οι τουρκικές εφημερίδες αναδείκνυαν με τα δημοσιεύματά τους το τεράστιο μίσος εναντίον των Ελλήνων. Σε σχετικό δημοσίευμα γινόταν αναφορά στους 80.000 μάρτυρες που ήταν έτοιμοι να θυσιαστούν και πάλι για “Θάνατο ή Διχοτόμηση”».[19]

            Σαφώς δεν πρέπει να παραληφθεί η αναφορά στην παρακρατική Τ/Κ οργάνωση Τ.Μ.Τ. (Turk Mukavemet Teskilati -Τουρκική Αντιστασιακή Οργάνωση). Στο βιβλίο του Βετεράνου της Κύπρου 1974 Νικόλαου Αργυρόπουλου «Οι Ένοχοι» σημειώνεται το εξής: «Άγνωστη δυστυχώς, στους περισσότερους Έλληνες, επειδή η μεταπολιτευτική προπαγάνδα δεν έχει πει ούτε λέξη γι’ αυτήν και τα εγκλήματά της στην Κύπρο. Η Τ.Μ.Τ. ιδρύθηκε στην Κύπρο επί Αγγλοκρατίας (15-11-1957), με την αμέριστη συμπαράσταση των Άγγλων, από το Γραφείο Ειδικού Πολέμου του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Τουρκίας, με κωδική ονομασία KIP (KIBRIS ISTIRDAT PLANI), που σημαίνει ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΑΝΑΚΤΗΣΕΩΣ ΚΥΠΡΟΥ».[20]

            Στα 1964, Άγγλοι και Τούρκοι προωθούν πολιτική μετακινήσεων πληθυσμών, οραματιζόμενοι – σε πρώτη φάση – διχοτόμηση. Με Απόφαση του ΟΗΕ, η Κύπρος χαρακτηρίστηκε «κυρίαρχο κράτος», όμως αμέσως οι Τούρκοι δημιούργησαν επεισόδια και απείλησαν με απόβαση. Το Συμβούλιο Ασφαλείας καταδίκασε τις τουρκικές ενέργειες, η Ελλάδα εμπιστεύθηκε τα Ηνωμένα Έθνη και οι Τούρκοι απάντησαν με βομβαρδισμούς στην Κύπρο, σκοτώνοντας και πολλούς αμάχους. Οι Έλληνες αντεπετέθησαν στην Μανσούρα. Διωγμοί και απελάσεις Ελλήνων από εδάφη που κατέχει η Τουρκία. Ο Γκάλο Πλάζα, Μεσολαβητής του ΟΗΕ, σε Έκθεσή του αναγνωρίζει στους Κυπρίους το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Οι Τούρκοι απορρίπτουν και ελληνικός στρατός αναλαμβάνει την υπεράσπιση της Κύπρου. «Οι Τούρκοι ζητούν την αποχώρησή του, που γίνεται υποχρεωτικά το 1967, μετά από αδέξιους και επικίνδυνους χειρισμούς του κυπριακού από το στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών».[21]

            Θα χρειάζονταν τόμοι ολόκληροι για να γίνει αναφορά στα θέματα της Εθνικής Φρουράς, στην αποστολή της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛ.ΔΥ.Κ.) στις χαμένες ευκαιρίες των ετών 1964 – 1967 (π.χ. τα δύο Σχέδια Άτσεσον) καθώς και στο έντονο όσο και αμφιλεγόμενο παρασκήνιο αλλά και προσκήνιο (π.χ. το Σχέδιο Μονομερούς Ενώσεως, οι συνομιλίες Τούμπα – Τσαγλαγιαγκίλ το 1966, η Διάσκεψη Κεσάνης – Αλεξανδρουπόλεως το 1967, τα γεγονότα της Κοφίνου, την στάση μεταξύ άλλων – των Βασιλέως, Μιχ. Αρναούτη, του Μακαρίου, Κων/νου Καραμανλή, Γεωργίου Παπαδόπουλου, Γεωργίου Γρίβα, Δημητρίου Ιωαννίδη). Σε κάθε περίπτωση, εάν τα περιστατικά στην Κοφίνου είναι κάποιου είδους υπονόμευση (προβοκάτσια), αλλά και η απόσυρση της ελληνικής Μεραρχίας, είναι γεγονότα με τεράστια σημασία, τα οποία αποδυνάμωσαν την Νήσο. Το όμοιον και οι ασκούμενες επί χρόνια πολιτικές, οι οποίες συχνά στον δημόσιο λόγο ονομάζονται υπό τινών έως και προδοτικές.

 

            Το όχι του Γεωργίου Παπαδόπουλου τον Δεκέμβριο του 1971 σε πρόταση που κόμισε στην Αθήνα ο Τούρκος Ισμέτ Ινονού για Ομοσπονδία Διχοτόμηση βάσει των Καντονιών του Ελβετικού μοντέλου, ενόχλησε τον τουρκικό παράγοντα, ο οποίος τοποθετήθηκε κατά της Αυτοδιαθέσεως. Στη συνέχεια ενετάθη ο διάλογος της μητέρας πατρίδος με την Κύπρο καθώς και ο ενδοκυπριακός διάλογος (1972 - αρχές 1973). Δυστυχώς όμως, παράγοντες της Νήσου και της Ηπειρωτικής Ελλάδος τον τορπίλισαν ποικιλοτρόπως και δημοσίως, παρ’ ότι θεωρήθηκε για πολλούς ως μεγάλη ευκαιρία. Και αυτό διότι, ακυρώνονταν το απαράδεκτο σημείο των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου και η Κύπρος μπορούσε να επαναδιεκδικήσει Ένωση και επίσης δίνονταν λύσεις για την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία και επιδιώκονταν προσεγγίσεις σε θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης. Εν τω μεταξύ εντός της εξαετίας 1968 – 1973, όπως αναφέρει ο Μάνος Χατζηδάκης στο βιβλίο «Πώς φτάσαμε στον “Αττίλα” 1968 – 1974» συνέβησαν τα εξής: «Διάθεσι του τεραστίου ποσού των 3.000.000.000 δολαρίων για αγορά πολεμικού υλικού εντός 6ετίας (1968-1973), ενώ την προηγούμενη 20ετία (1947 – 1967) δεν είχε διατεθεί ούτε μία δραχμή. Υπερτετραπλασιασμός των δαπανών για την Εθνική Άμυνα γενικότερα, οι οποίες έφθασαν τα 130.900.000.000 δρχ.»,[22] στο πλαίσιο κάλυψης του ενιαίου χώρου Ελλάδας – Κύπρου. Στο ίδιο βιβλίο, αναφέρονται και τα εξής: «Στις 22 Οκτωβρίου 1973, το Α.Ε.Δ. (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων) συνέταξε το νέο Σ.Α.Κ. (Σχέδιο Αμύνης Κύπρου) με την Κωδική ονομασία «Αφροδίτη ’73»  (…) Με το σχέδιο «ΑΦΡΟΔΙΤΗ», οποιαδήποτε απόπειρα τουρκικής εισβολής θα ήταν καταδικασμένη να συντριβή. Και ο τουρκικός αποβατικός στόλος θα ευρίσκετο στον βυθό του Αιγαίου».[23] Μετά τα εν Ελλάδι πολιτικά γεγονότα, ακολούθησε η τουρκική εισβολή και το σχέδιο δεν εφαρμόστηκε, Γιατί; Θα ανοίξει κάποτε ο «Φάκελος της Κύπρου» ώστε να αποδοθούν οι ευθύνες εκεί που πρέπει;

 

3) H Κύπρος δεν κείται μακράν…

α) Εισβολή – Ανισότητα Δυνάμεων, β) Ηρωικές Στιγμές Αντίστασης, γ) Βαρβαρότητες των Τούρκων εισβολέων, δ) Κατοχή – Εσωτερικά εκτοπισμένα πρόσωπα, ε) Η Στάση τής Διεθνούς Κοινότητας

 

            Τον Ιανουάριο του 1974, εκλέγεται πρωθυπουργός της Τουρκίας το ηγετικό στέλεχος της τουρκικής αριστεράς Μπιουλέντ Ετζεβίτ, ενώ τον ίδιο μήνα πεθαίνει ο Γεώργιος Γρίβας (Διγενής), αρχηγός της ΕΟΚΑ και ανακηρύσσεται με Ψήφισμα της Βουλής «άξιο τέκνο της πατρίδας». Τα γεγονότα και οι ημερομηνίες που αναφέρονται, προέρχονται επιλεκτικά από το «Κυπριακό Χρονολόγιο» του Λεύκιου Ζαφειρίου: «9 Απριλίου: Διακόπτονται οι ενδοκυπριακές συνομιλίες, ύστερα από τις δηλώσεις του Τούρκου πρωθυπουργού για ομοσπονδιακή λύση του Κεντρικού (…) 23 Ιουνίου: Συνάντηση στις Βρυξέλλες των πρωθυπουργών Ελλάδας και Τουρκίας (Ανδρουτσόπουλος και Ετσεβίτ) (…) 2 Ιουλίου: Ο Μακάριος με επιστολή του προς τον στρατηγό Γκιζίκη ζητεί την ανάκληση των Ελλήνων αξιωματικών (…)».[24] Στις 15 Ιουλίου, εκδηλώθηκαν ενέργειες κατά του Μακαρίου και παρ’ όλο που καταστράφηκε το προεδρικό μέγαρο, ο Μακάριος διασώθηκε και την επομένη διέφυγε εκτός Κύπρου. Στις 15 όμως, συνήλθε και το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας και υπήρξαν διαβεβαιώσεις Τούρκων στρατιωτικών ότι πολύ σύντομα θα μπορούσαν να ετοιμαστούν για απόβαση στην Κύπρο και την αμέσως επόμενη ημέρα, ο Ετσεβίτ υπέγραψε την διαταγή για εισβολή στην Κύπρο, ενώ την μεθεπομένη, 17 Ιουλίου 1974, αναχώρησε ο τουρκικός στόλος από την Μερσίνα για εισβολή, μεταφέροντας την 39η Μεραρχία, ενώ το BBC μετέδιδε σχετικές εικόνες. Στο βιβλίο τού Σταύρου Καρκαλέτση «Επίτομη Ιστορία της Κύπρου» γράφονται τα εξής: «Το ξημέρωμα της 20ής Ιουλίου του 1974, ήταν το εφιαλτικότερο πρωινό στην Ιστορία της ελληνικής μεγαλονήσου. Μετά από 403 χρόνια, οι ασιατικές ορδές επέστρεφαν, με τους ίδιους ακριβώς «ευγενείς» σκοπούς και διαθέσεις, όπως τότε, το καλοκαίρι του 1571… Τα σχέδια των Τούρκων επιτελών, καθορισμένα και αναπροσαρμοζόμενα επί χρόνια, απέβλεπαν στην δημιουργία προγεφυρώματος στην περιοχή Κυρηνείας, προέλαση και κατάληψη της πόλης και συνένωση των δυνάμεων κρούσης με τον θύλακα Λευκωσίας, όπου προϋπήρχαν η ΤΟΥΡΔΥΚ και τάγματα Τουρκοκυπρίων. Ο θύλακας αυτός συμπεριελάμβανε τα τουρκοκυπριακά χωριά Κιόνελι, Μίντζελι, Αγύρτα, Κρινί, Φώττα και Πυλέρι, η συνολική του δε περίμετρο ήταν 50 και κάτι χιλιόμετρα. Η οχύρωσή του ήταν ισχυρή (αντιαρματικές τάφροι, πολυβολεία κτλ.) και είχε ξεκινήσει από τα χρόνια της  Τουρκοκυπριακής ανταρσίας του 1963 – 64. Υπήρχε ακόμη πρόβλεψη για αερομεταφορά 5 – 6 ταγμάτων ειδικών δυνάμεων και για μαζικές ρίψεις αλεξιπτωτιστών προς ενίσχυση του θύλακα. Τον αποβατικό στόλο συνόδευαν 5 (κατ’ άλλες εκτιμήσεις 7) αντιτορπιλικά».[25] Σύμφωνα με τον ταξίαρχο ε.α. Δημήτριο Χάντζο, στο βιβλίο του «Γιατί δεν νικήσαμε» αναφέρεται το εξής σημαντικό: «Ήταν ένα τυπικό σχέδιο απόβασης, συνάμα δε και άτολμο, που κάτω από κανονικές συνθήκες αντιμετώπισής του δεν είχε καμία πιθανότητα επιτυχίας».[26] Όμως, ως προς τα καθ’ ημάς, είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος του βιβλίου τού αντιστρατήγου  ε.α., επιτίμου Διοικητού 1ης Στρατιάς Ελευθερίου Σταμάτη «Κύριοι πάτε για ύπνο – Η τραγωδία της Κύπρου, όπως την έζησε ένας Λοχαγός της 31 Μοίρας Καταδρομών». «Το κλίμα ανησυχίας και η έρπουσα φημολογία “οι Τούρκοι στην Κερύνεια”, γίνονταν ολοένα και εντονότερα. Εμείς, επιτελεία και μονάδες, ζούσαμε στον κόσμο μας και στην τρέχουσα αποστολή μας. Λειτουργία του συστήματος επιμελητείας, εντατικά μέτρα ασφαλείας για την νύχτα και τα τοιαύτα. Περί την 22.00 ώρα της 19ης Ιουλίου, έχοντας τελειώσει την αναγνώρισή μου στο ΡΙΚ, εν όψει της νέας μου αποστολής, καθίσαμε σε κάποιο γραφείο με τον υπολοχαγό Βασίλη Ροκκά (…) Ο Βασίλης με προσγείωσε στην ωμή πραγματικότητα. Χωρίς πολλές περιστροφές, μου ανέφερε την εκτίμησή του: “…Αύριο το πρωί, έχουμε απόβαση στην Κερύνεια. Ο τουρκικός στόλος είναι αναπτυγμένος στα ανοιχτά”. Έμεινα εμβρόντητος (…) Σε λίγα λεπτά, ήμουν σε έναν διάδρομο του ΓΕΕΦ, έξω από το Γραφείο Επιχειρήσεων. Ήταν εκεί και άλλοι καμιά δεκαριά αξιωματικοί, κυρίως διοικητές μονάδων. (…) Όλοι, αδημονούσαν να διευκρινίσουν την κατάσταση (…) Κάποια στιγμή, επιτέλους, βγήκε στον διάδρομο ένας ταγματάρχης, επιτελής του Γραφείου Επιχειρήσεων. (…) Οι πληροφορίες και οι οδηγίες του ταγματάρχου ήταν αισιόδοξες και καθησυχαστικές. Ούτε λίγο ούτε πολύ, μας απηύθυνε τέτοια λόγια: «Κύριοι, μην ανησυχείτε. Δεν τρέχει τίποτε. Μας διαβεβαίωσαν από πάνω (Ελλάδα) ότι οι Τούρκοι κάνουν απλήν επίδειξη δυνάμεως». Σε παρατήρηση κάποιου δύσπιστου, ως προς την βασιμότητα της εκτιμήσεως, επικαλέστηκε την διαβεβαίωση του Σίσκο, ο οποίος ήταν τότε ο Αμερικανός μεσολαβητής για την εκτόνωση της κρίσεως μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Και κατέληξε λέγοντας: «Δεν υπάρχει πρόβλημα. Κύριοι, πάτε για ύπνο».[27] Από το βιβλίο του Διονυσίου Καρδιανού «Ο Αττίλας πλήττει την Κύπρον», οι κάτωθι ψηφίδες ιστορίες: «Εις το υπ’ αριθμ. 16 πολεμικόν ανακοινωθέν (10 μ.μ. της 20-7-74) ανεφέρετο, μεταξύ άλλων, ότι “εις Λεμεσόν άρχισεν η παράδοσις των εκεί Τουρκοκυπρίων”. Εις το 21ον πολεμικόν ανακοινωθέν (11.25 π.μ. της 21-7-74) ανεφέροντο: “Ανακοινούται ότι η εναπομείνασα Τουρκοκυπριακή φρουρά της Λεμεσού, εκ τετρακοσίων ανδρών, παρεδόθη εις τας ημετέρας δυνάμεις”».[28]

«Οι τραυματίαι (σ.σ.: μας) ήσαν δεκάδες. Πάντως διά του τελευταίου πεσόντα, τον 17ετή Ροδίωνα είναι χρέος, εν είδει μνημοσύνου, (σ.σ. και στο πρόσωπό του για όλους τους πεσόντες και αγνοουμένους) να παρατεθούν ολίγαι γραμμαί. Ήτο μαθητής της Ε’ τάξεως του Γυμνασίου Λεμεσού και προσέτρεξεν εθελοντικώς εις την φωνήν της Πατρίδας, ερρίφθη δε εκ των πρώτων εις την μάχην. Η ομάς του κατέλαβε ένα ισχυρόν φυλάκιον του εχθρού, ότε ο ενθουσιώδης έφηβος ανερριχήθη εις τον ιστόν διά να καταβιβάση την τουρκικήν σημαίαν και ανυψώση την κυανόλευκον. Εκεί τον εύρεν εις τον κρόταφον και τον αφήκεν άπνουν η σφαίρα Τούρκου ακροβολιστού. Έπεσε σύρων μετ’ αυτού εις την γην την σημαίαν της ημισελήνου!».[29] Παντού, σε όλα τα σημεία του μετώπου εναντίον του τουρκικού στρατού εισβολής, εκτυλίχθηκαν ηρωικές στιγμές, για τις οποίες χρειάζονται χιλιάδες σελίδες να γραφούν και πρέπει αιώνια τιμή, την οποία οφείλουμε με λόγια αλλά και έργα. Γι’ αυτό ας συγχωρεθεί ο γράφων για την ενδεικτικότατη αναφορά κάποιων. Στο ίδιο βιβλίο διαβάζουμε: «Ο 20ετής ανθυπολοχαγός  Ανδρέας Γεωρκάτζης (…) μετασχών ενεργώς των επιχειρήσεων εις την Αμμόχωστον, αφηγείτο τα ακόλουθα: «…Ευθύς αμέσως κατέφθασεν εις το πεδίον της μάχης ο διοικητής του 3ου επιτελικού γραφείου (επιχειρήσεων) ταγματάρχης Ανδρέας Μουζάκης, ο οποίος ανέλαβε προσωπικώς την διεύθυνσιν της επιθετικής ενέργειάς μας (…) Εις μίαν στιγμήν και ενώ ακριβώς μου έδιδεν εντολήν κινήσεως, έπεσε πληγείς κυρίως υπό σφαίρας. “Τα παιδιά μου…τα παιδιά μου… πεθαίνω…ζήτω η Ένωσις”, τον άκουσα να ψιθυρίζει ο ηρωικός ταγματάρχης. Δεν είναι σκόπιμος ωραιοποίησις ενός θανάτου. Άκουσα πεντακάθαρα τα τελευταία του λόγια».[30] Στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου « «ΝΙΚΗ» στη Νεκρή Ζώνη – η Αντίσταση της Α΄ ΜΚ στον «Αττίλα» και την Προδοσία» των Γιάννη Φασουλά και Γιάννη Σκάλκου, ο τότε πρέσβυς της Κυπριακής Δημοκρατίας Ιωσήφ Ιωσήφ γράφει τα εξής: «Οι αφηγήσεις τους ξαναφέρνουν στη μνήμη μας τους ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα στην Κύπρο και τον κυπριακό λαό σε κρίσιμες ώρες. Μας θυμίζουν, επίσης, γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή αυτών που βρέθηκαν εκεί πολεμώντας για την Κύπρο, μακριά από τα σπίτια και τις οικογένειές τους, ενάντια στους Τούρκους εισβολείς. Πολλοί έδωσαν τη ζωή τους. Άλλοι είναι αγνοούμενοι. Υποκλινόμαστε μπροστά στην προσφορά όλων».[31] Βεβαίως, για την τιμή της πατρίδας κανένας τόπος του ελληνισμού δεν είναι μακριά και όλες οι θυσίες αξίζουν για την δόξα και την τιμή του έθνους μας. Όμως, κάποιοι υψηλόβαθμοι, έκαναν εγκληματικά σφάλματα και υπάρχουν πάρα πολλά αναπάντητα ερωτήματα, για τα οποία θα έπρεπε να έχουν υπάρξει απαντήσεις (και) από τον Φάκελο της Κύπρου, ο οποίος επιμελώς παραμένει κατ’ ουσίαν κλειστός. Οι προαναφερόμενοι συγγραφείς ερωτούν στο «Αντί προλόγου» - μεταξύ άλλων –: «Οι πρωταγωνιστές, με τους οποίους συνομιλήσαμε, δεν διστάζουν να απαντήσουν, και μάλιστα με ξεκάθαρο τρόπο, στα ερωτήματα: Υπήρξε ή όχι προδοσία στην Κύπρο; Τι σενάρια παίχτηκαν στο νησί εκείνες τις κρίσιμες μέρες;»[32] Και συνεχίζουν: «Ο ταγματάρχης Γιώργος Παπαμελετίου, τότε  διοικητής της Α’ Μοίρας καταδρομών με έδρα το Μάλεμε (…) καταλήγει σήμερα (σ.σ. τότε) στο συμπέρασμα  ότι: “οι υπεύθυνοι δεν πίστευαν ότι θα γίνει πόλεμος, παρά μόνο μια εισβολή των Τούρκων συμπεφωνημένη, γι’ αυτό αποσύρθηκαν και τα αεροπλάνα και τα υποβρύχια. Οι Αμερικάνοι ήταν κάθετα αντίθετοι στην αποστολή ελληνικής βοήθειας στη δοκιμαζόμενη Κύπρο. Όρθωναν ανάστημα και έλεγαν μη και μη (…) Για καθαρή προδοσία στην Κύπρο, κάνει λόγο ο τότε ταγματάρχης Δημήτρης Κυριάκος, υποστηρίζοντας ότι: “Είμαι βέβαιος 100% ότι υπήρξε προδοσία (…).” “Έπειτα από όλα όσα έζησα στην Κύπρο, καταλήγω αβίαστα στο συμπέρασμα, ότι το παιχνίδι ήταν στημένο, κάποιοι ήθελαν η μισή Κύπρος να πέσει στα χέρια των Τούρκων για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων. Για μένα ήταν προδοσία, γι’ αυτό ο φάκελος της Κύπρου δεν άνοιξε, κι ούτε θ’ ανοίξει ποτέ” υπογραμμίζει ο τότε υπολοχαγός Πλάτωνας Κολοκοτρώνης. (…) Ο τότε ανθυπολοχαγός Νίκος Κοϊμτόγλου, 36 χρόνια μετά (σ.σ. το 2011) ζητά να ανοίξουν τα αρχεία και αναρωτιέται: “Γιατί δεν το κάνουν τι έχουν να κρύψουν; Σαφώς και έχουμε να κάνουμε με προδοσία. Θα πρέπει να πληρώσουν όσοι φταίνε. Εμένα αυτό που με καίει είναι ότι κανένας δεν αναγνωρίζει αυτά που προσφέραμε στην Κύπρο. Είχαμε νεκρούς, είχαμε τραυματίες. Ένας μικρός αριθμός στρατιωτών, μετά τα γεγονότα, αντιμετωπίζει ακόμα και σήμερα σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Γι’ αυτούς ποιος ενδιαφέρθηκε; Ναι, υπάρχει προδοσία. Ποιοι είναι οι προδότες; Αυτοί που δεν τα λένε”».[33]

Περιπετειώδης και ηρωική – και εν μέσω αντιφατικών οδηγιών – ήταν η από αέρος βοήθεια που εστάλη στην Κύπρο. Η Α’ Μοίρα καταδρομών, κέρδισε την Μάχη του αεροδρομίου Λευκωσίας απέναντι στις ισχυρές τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες επεχείρησαν να το καταλάβουν, γεγονός που – εάν συνέβαινε – θα άλλαζε επί το δραματικότερον την κακή για εμάς έκβαση της εισβολής. Διαφωτιστική για τα ανωτέρω είναι και η αναφορά του αντιστρατήγου ε.α. Γεωργίου Αραμπατζή, στο βιβλίο του «Κατακόρυφη υπερκέραση – Η τρίτη διάσταση του πολέμου»: «Η ομιλία του Μακαρίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 19 Ιουλίου 1974, κατά την οποία, εκτός των άλλων, κατηγόρησε την ελληνική κυβέρνηση ως υπαίτια του πραξικοπήματος και ζήτησε ευθέως την επέμβαση της Τουρκίας, ενίσχυσε ακόμη πιο πολύ τη θέση των Τούρκων, απογοητεύοντας παράλληλα την ελληνική και ελληνοκυπριακή πλευρά, που ήδη  βρισκόταν σε κατάσταση πλήρους σύγχυσης (…) Έπρεπε να πατήσει το πόδι του ο Τούρκος στο νησί, για να αντιληφθούν την πραγματικότητα οι Ελλαδίτες και οι Ελληνοκύπριοι αξιωματούχοι. και έπρεπε ακόμη χειρότερα, να περάσουν δύο περίπου 24ωρα μετά την έναρξη της τουρκικής απόβασης, για να στείλει η «Μητέρα Ελλάδα» τις πρώτες από τις προβλεπόμενες από τα σχέδια ενισχύσεις στην Κύπρο. Μέχρι τότε είχαν ακυρωθεί δυο αποστολές ελληνικών μαχητικών αεροσκαφών F-84F για προσβολή των τουρκικών αποβατικών δυνάμεων, μια αποστολή δύο υποβρυχίων για καταστροφή της αποβατικής αρμάδας των Τούρκων, η μεταφορά, με το οχηματαγωγό «Ρέθυμνος» του 573 τάγματος πεζικού και μιας ίλης αρμάτων και δύο απόπειρες αερομεταφοράς της Β’ Μοίρας Καταδρομών με αεροσκάφη Β-707 της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Κρίμα. Γιατί, εάν εκτελούνταν με επιτυχία οι αποστολές αυτές, πιθανότατα η κατάσταση στο νησί να εξελισσόταν διαφορετικά».[34]  Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και κείμενο με τίτλο «Η θυσία των τορπιλάκατων Τ1 και Τ3, το οποίο επιμελήθηκε ο Αδάμ Στεφανάδης στο βιβλίο του Σάββα Δ. Βλάσση «Άγνωστοι Στρατιώτες», στο οποίο περιγράφεται και η αντιφατικότητα καθώς και λάθος εντολές που εδόθησαν στους γενναίους ναυτικούς μας: «Το πρώτο ελληνικό αίμα που χύθηκε κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974 προερχόταν από τα πληρώματα των τορπιλακάτων Τ3 και Τ1. Οι Έλληνες ναυτικοί ήταν οι πρώτοι που έσπευσαν να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς. Στο πεδίο αυτό της άνισης αεροναυτικής αναμέτρησης, άφησαν 9 νεκρούς και 7 τραυματίες (…) Παρότι από το βράδυ της 19ης Ιουλίου είχαν εντοπισθεί από το ραντάρ του Ναυτικού δύο σχηματισμοί πλοίων που εξήλθαν από το λιμάνι της Μερσίνας και κατευθύνοντο προς τα κυπριακά παράλια, δεν δόθηκε διαταγή απόπλου για τις δύο τορπιλάκατους, ούτε καν στις 04.00 της 20ης Ιουλίου που τα τουρκικά πλοία είχαν φθάσει, έπειτα από οφιοειδείς πορείες, σε απόσταση 15 μιλίων από την Κυρήνεια, ούτε και στις 04.30 που κράτησαν σε απόσταση 10 μιλίων από την Κυρήνεια, δηλαδή εντός πλέον των χωρικών υδάτων της Κύπρου. (σ.σ.: Τα χωρικά ύδατα της Κύπρου είχαν εύρος 12 ναυτικά μίλια). Έτσι απωλέσθηκε το πλεονέκτημα που διέθεταν οι τορπιλάκατοι να επιχειρούν με πολύ ευνοϊκότερες προοπτικές υπό την κάλυψη του νυκτερινού σκότους».[35] Λάθη επί λαθών των ηγεσιών, τα οποία κόστισαν έτι περαιτέρω αυτή καθ’ αυτή την οντότητα του Κυπριακού Ναυτικού, διότι «Στην υποχώρηση που ακολούθησε την δεύτερη τουρκική επίθεση και τον ναυτικό βομβαρδισμό της Βάσης του Μπογαζίου από τουρκικά αντιτορπιλικά έπειτα από ένα μήνα («Αττίλας ΙΙ»), οι 4 αυτές τορπιλάκατοι (σ.σ. που είχαν απομείνει) εγκαταλείφθηκαν ή αυτοβυθίστηκαν στα ρηχά με εκρηκτικά για να αδρανοποιηθούν. Με αυτό τον άδοξο τρόπο εξέλειψαν οι τελευταίες μάχιμες μονάδες του Κυπριακού Ναυτικού…».[36] (του ιδίου) Η λέξη κρίμα, ξανά στον λόγο. Χαρακτηριστικά, μπορεί να αναφερθεί και το εξής σημαντικό, το οποίο αναφέρεται στο βιβλίο «Οι Ένοχοι» του Νικολάου Φ. Αργυρόπουλου για την «σημασία και την ανεκτίμητη αξία τους έπους Α Γ ΛΕΣΒΟΣ». «Η Πάφος και η ευρύτερη πέριξ αυτής περιοχή είναι σήμερα ελεύθερη, χάρι στην αποφασιστικότητα, την τάξη, τη γενναιότητα, την στρατηγική ευφυΐα και την αποτελεσματικότητα του τότε Πλωτάρχη ΠΝ Ελευθερίου Χανδρινού και των εξαιρετικών ικανοτήτων του ηρωικού πληρώματός του. Η σημασία και η αξία της πράξεώς του είναι ανυπολόγιστες, αν μάλιστα κανείς μελετήσει προσεκτικά την γεωστρατηγική κατάσταση που διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια στη θαλάσσια περιοχή της νοτιοδυτικής Κύπρου, με σημείο αναφοράς τον υποθαλάσσιο πλούτο σε υδρογονάνθρακες».[37] Ο ίδιος συγγραφέας, θέλοντας πιθανώς να καταδείξει την δυνατότητα που είχαμε να νικήσουμε τους εισβολείς, που όμως δεν συνέβη εξαιτίας λόγων που προαναφέρθηκαν καθώς και άλλων, αναφερόμενος στο αξιόμαχον του τουρκικού στρατού, παραθέτει και αποσπάσματα από το βιβλίο του Ερμπίλ Τουσάρπ «Ο Πασάς και ο Στρατηγός», των εκδόσεων Ι. Φλώρος (σελ. 214 και 226): «Ο επικείμενος και ορατός πλέον κίνδυνος της πλήρους αποτυχίας του εγχειρήματος “αστραπιαία απόβασις και κατάληψις της Κύπρου”, το οποίο μεταβάλλεται πολύ γρήγορα σε πανωλεθρία, αποτυπώνονται ευκρινέστατα από τον Ντεμιρέλ στο ημερολόγιό του, όταν σημειώνει με απογοήτευσι: “Ο διοικητής της στρατιάς στρατηγός Σονάτ Άκτουλγκα, όταν έμαθε την κρίσιμη κατάσταση, στην οποία βρίσκονταν οι μονάδες μας (σ.σ.: οι τουρκικές) είπε στο τηλέφωνο με απόγνωσι: «δεν έχουμε σχέδιο εκκένωσης»”. Και συνεχίζει ο Ντεμιρέλ: “Τις νύχτες 20ης και 21ης Ιουλίου, το επιτελείο του σώματος στρατού είχε περάσει πολύ κρίσιμες ώρες. Το επιτελείο την νύχτα της 21ης Ιουλίου μετακόμισε στο χωριό Κίνι και έκαιγε έγγραφα”».[38] Αντίστοιχη φαίνεται πως είναι και η άποψη του Κωνσταντίνου Δημητριάδη, ο οποίος στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου του «Αυτοί που τίμησαν την στολή τους (Κύπρος 1974)», γράφει και το εξής: «Με το παρόν πόνημα θέλω να καταδείξω ότι παρά τα όσα υποστήριξαν – για δικούς τους ιδιοτελείς λόγους – πολιτικοί και Μ.Μ.Ε. της Μεταπολίτευσης, το 1974 στην Κύπρο οι περισσότεροι (συντριπτική πλειοψηφία) Στρατιωτικοί μας, έκαναν το καθήκον τους και μάλιστα πολλοί έδωσαν και την ζωή τους, για την προάσπιση της Ελευθερίας της Κύπρου και του Κυπριακού Ελληνισμού».[39] Θα ήταν αδικία να επιλεγούν στιγμές ηρωισμού και γενναιότητας μόνο κάποιων, διότι ήταν πάρα πολλές και σε όλα τα μέτωπα οι ανδρείες πράξεις. Όμως, πρέπει εντελώς ενδεικτικά να αναφερθούν άνθρωποι όπως ο Στρατηγός Ηλίας Γλεντζές (υπολοχαγός το 1974), ο Ταξίαρχος Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος (αντισυνταγματάρχης το 1974) και στο πρόσωπό τους όλοι όσοι αγωνίσθηκαν γενναία υπέρ πατρίδος. Αντιγράφουμε από το προαναφερόμενο βιβλίο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη: «Λοχαγός (ΚΔ) Κατούντας Νικόλαος: “Σας ρώτησα πού είναι (σ.σ.: οι Τούρκοι) και όχι πόσοι είναι” (….) Λοχαγός Μηχανικού (ΜΧ) Σταυριανάκος Σωτήριος: “Δεν θα υποχωρήσουμε, είμαστε Έλληνες και πολεμάμε για την Ελλάδα. Και το Στρατόπεδο είναι Ελλάδα” (….) Σχης Πούλλος: “Το Πυροβολικό ουδέποτε υποχωρεί και ότι αν χρειαστεί, οι πυροβολητές της 181ης Μ.Π.Π. θα πέσετε μέχρι τον τελευταίο”».[40]

            Το τι ακολούθησε, εν πολλοίς γνωστό: 22 Ιουλίου: Κατάληψη της Κερύνειας από τα τουρκικά στρατεύματα. 23 Ιουλίου: Κατάρρευση του εν Ελλάδι καθεστώτος και ανάληψη της προεδρίας της Κύπρου με προεδρεύοντα τον Γλαύκο Κληρίδη. 24 Ιουλίου: Επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα. 25 – 30 Ιουλίου: Διαπραγματεύσεις στη Γενεύη μεταξύ Βρετανίας, Τουρκίας, Ελλάδας, Κύπρου. 8 Ιουλίου: Επανάληψη των εκεί συνομιλιών με παρόντες Γλαύκο Κληρίδη και Ραούφ Ντενκτάς. 13 Αυγούστου: Ο ΥΠΕΞ της Βρετανίας ανακοινώνει την αποτυχία των συνομιλιών. 14 Αυγούστου: Οι Τούρκοι ξαναεπιτίθενται και προελαύνουν. 15 Αυγούστου: Κατάληψη Μόρφου  υπό των Τούρκων. 16 Αυγούστου: Κατάληψη και της Αμμοχώστου υπό των εισβολέων. Το τι συνέβαινε και το τι ακολούθησε, είναι από τις μελανότερες σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας για τις οποίες όμως η παγκόσμια κοινότητα αρνήθηκε να πράξει ουσιαστικώς καταδικάζοντάς τες εμπράκτως, που σημαίνει, εθελοτυφλώντας τις υιοθέτησε κατ’ ουσίαν και θα έπρεπε να στιγματιστεί αιωνίως.

            Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις τουρκικές ωμότητες και βαρβαρότητες που συνέβησαν και ακολούθησαν, αντλούνται από συνέντευξη του οικονομολόγου καθηγητή πανεπιστημίου της Τουρκίας Γιαλτσίν Κιουτσούκ, ο οποίος έφθασε στην Κύπρο αρχές Αυγούστου 1974 ως έφεδρος αξιωματικός του τουρκικού στρατού. Σύμφωνα με τον Νικόλαο Αργυρόπουλο στο προαναφερθέν βιβλίο του, ο Γιαλτσίν Κιουτσούκ «…σε μια εκ βαθέων συνέντευξί του (βιβλίο Νταλγκά-νταλγκά της Σοφίας Ιορδανίδου, εκδόσεις «Νέα Σύνορα – Α.Δ.ΛΙΒΑΝΗ» 1998), διασύρει την εν Ελλάδι μεταπολιτευτική προπαγάνδα με ομολογία και μια αποκάλυψι. 1ον: Ομολογεί με κυνισμό τις βασανιστικές δολοφονίες αθώων αμάχων αιχμαλώτων Κυπρίων (ανδρών και γυναικών, αρτιμελών και αναπήρων), που με εξωφρενική βαρβαρότητα διέπρατταν ενώπιόν του οι Τούρκοι στρατιώτες, χωρίς ο ίδιος να έχει προσπαθήση να αποτρέψη, έστω κάποια από τα φοβερά εγλήματα (…) Αποκαλύπτει ότι η Σοβιετική Ένωσις, αγωνιούσε μήπως τελικώς το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί κερδίσουν το νησί και γι’ αυτό ΣΤΗΡΙΞΕ(!) την τουρκική εισβολή στην Κύπρο…».[41]  Αυτό βεβαίως εξηγεί και την τουλάχιστον απαράδεκτη στάση κάποιων που δεν πολέμησαν για «ιδεολογικούς λόγους», όμως είναι περιορισμένος ο χώρος και για μια τέτοια ανάπτυξη. Στην Εισαγωγή του βιβλίου «Οι τουρκικές ωμότητες στην Κύπρο» τού ανώτερου αστυνόμου Π.Σ. Μαχλουζαρίδη, με χαρακτηριστικό υπότιτλο «Τα δεινά των γερόντων και των γυναικοπαίδων», γράφεται το εξής: «…οι λεπτομέρειες που αναφέρονται, προέρχονται από περιστατικά και συμβάντα, που έγιναν και εξιστορήθηκαν από αυτόπτες μάρτυρες, οι περισσότεροι από τους οποίους υπήρξαν ταυτόχρονα και τα θύματα ή γευθήκανε το πικρό ποτήρι της βαρβαρότητας και των βιαιοπραγιών, είδαν τους δικούς τους να σκοτώνονται εν ψυχρώ. είδαν τις κόρες τους ή τις αδελφές τους ν’ ατιμάζονται στην παρουσία τους. είδαν τον φόβο και τον τρόμο ζωγραφισμένο στο πρόσωπο των αθώων παιδιών . είδαν το βιος – που ’ταν το αποτέλεσμα δικού των πολυχρονίου κόπου και μόχθου – να αρπάζεται για οικειοποίηση από τους εισβολείς εντός και εκτός Κύπρου. αντίκρισαν ιερόσυλους να μπαίνουν, ν’ αρπάζουν και να καταστρέφουν ιερούς χώρους. εστερήθησαν κι αυτό το ψωμί. τους αρνήθηκαν δυο γουλιές νερό, για να δροσίσουν τα πικραμένα απ’ τον πόνο και την αγωνία χείλη τους.  ξερριζώθηκαν από τα σπίτια τους…».[42] Οι σελίδες 167 – 190 του βιβλίου «Αιματηρή αλήθεια – Bloody truth» είναι τόσο συγκλονιστικές όσο και σοκαριστικές και αναφέρουν ψηφίδες τής τουρκικής θηριωδίας των «ιτς-ογλάν» της ιστορίας. Αντιγράφονται αποσπάσματα του βιβλίου, τα οποία έχουν αντληθεί από τις αγγλικές εφημερίδες «THE SUN» και «THE SUNDAY TIMES» και είναι ένα ηχηρό χαστούκι σε όσους μιλούν για «ελληνοτουρκική φιλία», εξισώνοντας θύτες με θύματα, καθώς και στους εμπιστευόμενους το κάτι σαν διεθνές καφενείο, τον ΟΗΕ, ο οποίος με καταγγελίες και υποκρισία, έκλεισε κατ’ ουσίαν και συνεχίζει να κλείνει ντροπιαστικά και ύποπτα τα μάτια στο θέμα τής τουρκικής εισβολής και κατοχής  και των αγνουμένων: «Εφημερίδα THE SUN “ΒΑΡΒΑΡΟΙ-Ντροπή τους” (Τίτλος πρώτης σελίδας, εφημερίδα “THE SUN”, Λονδίνο 5 Αυγούστου 1974. Βασισμένο σε ανταπόκριση από την Κύπρο του δημοσιογράφου της SUN Ίαν Γουόκερ): “Οι Τούρκοι στρατιώτες απέκοψαν τα χέρια και τα πόδια του πατέρα μου. Μετά, τον πυροβόλησαν μπροστά μου” – ΕΛΛΗΝΟΚΥΠΡΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ 32 ΕΤΩΝ. “Ένας άλλος Τούρκος στρατιώτης που μας κοίταζε, κρατούσε στα χέρια του ένα μωρό 9 μηνών και στην προσπάθειά μου να σωθώ, φώναξα ότι το μωρό ήταν δικό μου. Γέλασαν μαζί μου και πέταξαν το μωρό στο έδαφος. Τότε βιάστηκα και σε λίγο λιποθύμησα”. Η κοπέλα αισθανόταν πολύ ντροπιασμένη για να αποκαλύψει το όνομά της. Εφημερίδα  “THE SUNDAY TIMES”, Λονδίνο 23 Ιανουαρίου 1977: “Ο μάρτυρας Σ. κατέθεσε για δυο άλλες περιπτώσεις ομαδικών εκτελέσεων στο χωριό Παλαίκυθρο. Σε κάθε περίπτωση, 30 – 40 αιχμάλωτοι στρατιώτες που είχαν παραδοθεί στους προελαύνοντες Τούρκους, πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν. Στην δεύτερη περίπτωση, ο μάρτυρας είπε ότι «οι στρατιώτες μεταφέρονταν στις καμίνους του χωριού, όπου τους εκτελούσαν και τους έκαιγαν, για να μη μείνουν στοιχεία του τι συνέβη»”. “Κατηγορία εκ μέρους των Ελληνοκυπρίων: Τα τουρκικά στρατεύματα ευθύνονταν για μαζικούς και κατ’ επανάληψη βιασμούς γυναικών κάθε ηλικίας, από 12 ετών μέχρι 71 ετών, μερικές φορές σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα θύματα να υποφέρουν από αιμορραγίες ή να γίνονται ψυχικά ράκη. Σε κάποιες περιοχές, ασκήθηκε υποχρεωτική πορνεία, με τη συγκέντρωση όλων των γυναικών και κοριτσιών ενός χωριού σε ξεχωριστά δωμάτια, όταν τις βίαζαν κατ’ επανάληψη. Σε κάποιες περιπτώσεις, βιάστηκαν κατ’ επανάληψη μέλη της ίδιας οικογένειας, μερικές μπροστά στα μάτια των παιδιών τους. Σε άλλες περιπτώσεις, γυναίκες βιάστηκαν κτηνωδώς δημοσίως. Σε πολλές περιπτώσεις, οι βιασμοί συνοδεύονταν από κτηνώδη συμπεριφορά, όπως βίαιο ξυλοδαρμό και σοβαρό τραυματισμό των θυμάτων, κτυπήματα του κεφαλιού στο έδαφος και σφίξιμο του λαιμού μέχρι του σημείου ασφυξίας. Σε μερικές περιπτώσεις, τις απόπειρες βιασμού ακολουθούσε μαχαίρωμα ή εκτέλεση των θυμάτων, συμπεριλαμβανομένων εγκύων και διανοητικά καθυστερημένων γυναικών”. “Ένας άνδρας αναφέρει ότι «η σύζυγός του, αντιστεκόμενη στον βιασμό μαχαιρώθηκε στο λαιμό»”. “Η 6 ετών εγγονή του είχε μαχαιρωθεί και σκοτωθεί από Τούρκους στρατιώτες που προσπαθούσαν να την βιάσουν”».[43] Σταματώ να εξιστορώ πραγματικά σοκαριστικά περιστατικά ακραίας βαρβαρότητας λόγω μεγίστης αηδίας προς αυτούς τους υπανθρώπους. Είναι άλλο πράγμα οι πολεμικές μάχες και άλλο η ζωώδης απάνθρωπη κτηνωδία. Ναι, αντεθνικές ενέργειες, εγκληματικά πολιτικά λάθη και προδοτικές συμφωνίες, οδήγησαν σε καταστροφικά αποτελέσματα. Είναι ξεκάθαρο πως ό,τι χάνεται με πόλεμο δύσκολα κερδίζεται με διπλωματία, όπως είναι εξίσου ξεκάθαρο πως την διπλωματία ακολουθεί ο πόλεμος. Δεν επιτρέπεται όμως τα θύματα να δικαιώνουν τους θύτες τους. Είναι τόσο αντεθνικό όσο και επικίνδυνο για επανάληψη γεγονότων υπό των θυτών. Σύμφωνα με τον Σπύρο Παπαγεωργίου στο βιβλίο του «Καραμανλής και Φάκελος» φράσεις όπως «Είχατε δίκαιον πραγματοποιούντες την πρώτην φάσιν των πολεμικών σας επιχειρήσεων αλλά δεν έπρεπε να πραγματοποιήσετε την δευτέραν φάσιν»[44], οι οποίες αποδίδονταν υπό τουρκικές εφημερίδες σε λόγους Κ. Καραμανλή προς Ετσεβίτ στη συνάντηση του Μοντρέ (10-3-1978) και οι οποίες δυστυχώς δεν ήταν οι μόνες, είναι τραγικές και ανοίγουν και μελλοντικές νέες κερκόπορτες.

           

Έτος 2023: Η Κύπρος είναι ακόμη υπό κατοχή. Η Κύπρος είναι ακόμη διαιρεμένη εξαιτίας του τουρκικού στρατού εισβολής και κατοχής. Οι αγνοούμενοι, συνεχίζουν να είναι αγνοούμενοι. Η Κύπρος είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μητέρα Ελλάδα, καταγγέλλει στρατούς εισβολής σε άλλα κράτη αλλά συνομιλεί με τους εισβολείς στην Κύπρο! Ο ΟΗΕ κατήγγειλε στα χαρτιά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 αλλά τα κράτη του συνεργάζονται με την Τουρκία, η οποία πραγματοποίησε την εισβολή! ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση, με υποκριτική στάση στο θέμα της Κύπρου, επιτρέπουν ουσιαστικά την διαιώνιση της κατάστασης και προωθούν τα σχέδια της Τουρκίας για την – απευχόμενη – διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία! «Η ορθόδοξη Εκκλησία τελεί σήμερα υπό αυστηρούς περιορισμούς στο τουρκοκρατούμενο τμήμα του νησιού από τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής όπως και οι Εκκλησίες όλων των υπολοίπων χριστιανικών δογμάτων χριστιανικών και μη, με εξαίρεση της μουσουλμανικής»[45] γράφει ο Χαράλαμπος Κοτζάκογλου στο βιβλίο του «Ο Χριστιανισμός στην Κύπρο». Η χριστιανική κοινότητα παγκοσμίως, δεν ασχολείται με το θέμα – ούτε καν με την μετατροπή της Αγίας Σοφιάς σε τζαμί! Διεθνή σκληρά οικονομικά – και όχι μόνο – μέτρα, επιβάλλονται, όμως σε άλλους εισβολείς και αλλού, όχι στους Τούρκους εισβολείς στην Κύπρο! Δύο μέτρα και δύο σταθμά, αποδεικνύουν ξεκάθαρα την διεθνή υποκρισία. «Παρά τη διεθνή – καταδίκη της Τουρκίας και την αναγνώριση των δικαίων του κυπριακού λαού που περιλαμβάνονται σε ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Κοινοπολιτείας, των Αδέσμευτων και άλλων διεθνών οργανισμών, τα τουρκικά στρατεύματα κατέχουν παράνομα μέχρι σήμερα το βόρειο τμήμα του νησιού».[46]  σημειώνεται στην έκδοση του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού «Κύπρος 10.000 χρόνια ιστορίας & πολιτισμού». «Τα αποτελέσματα της στρατιωτικής εισβολής της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974 αποτελούν μέχρι σήμερα μελανό σημείο για τη σύγχρονη ιστορία του νησιού: Η στρατιωτική, εισβολή και κατοχή, ο μαζικός εποικισμός, η πολιτιστική καταστροφή, ο σφετερισμός περιουσιών και το εθνικό ξεκαθάρισμα που έχουν επιβληθεί με τη στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας, εξακολουθούν να αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της κατάστασης στο νησί».[47] Περίπου το 37% του κυρίαρχου εδάφους της Κύπρου βρίσκεται υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή από την Τουρκία. Περίπου 200.000 αδέρφια μας βρέθηκαν ως εσωτερικά εκτοπισμένα πρόσωπα (internally displaced persons) και δεν τους δίδεται το δικαίωμα να επιστρέψουν στις περιουσίες και οικίες τους. Περίπου 1609 είναι οι αγνοούμενοι και αρκετοί οι εγκλωβισμένοι, οι οποίοι συστηματικά καταπιέζονται. Δεκάδες χιλιάδες είναι τα βαριά οπλισμένα τουρκικά στρατεύματα τα οποία σταθμεύουν παρανόμως στην περιοχή, καθιστώντας την αναλογικώς ως μια από τις πιο στρατιωτικοποιημένες περιοχές του κόσμου. Σε περίπου 200.000 αθροίζονται οι έποικοι από την Τουρκία, οι οποίοι έχουν μεταφερθεί στην Κύπρο παρανόμως για να επιφέρουν – μεταξύ άλλων – και αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα της Κύπρου. Όλα αυτά,  δημιουργούν ακόμη μια δυσοίωνη προοπτική. Παραλλήλως, φαίνεται ξεκάθαρα πως εξελίσσεται ύπουλα και σταδιακά σχέδιο καταστροφών στοιχείων της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου, με έμφαση σε οτιδήποτε ελληνικό και χριστιανικό. Αυτά συμβαίνουν από ένα παράνομο καθεστώς, υπό τα – τουλάχιστον αδιάφορα έως και υπόπτως συναινετικά – μάτια της διεθνούς κοινότητας. Την ίδια στιγμή, στην μητέρα πατρίδα ακούγονται δημοσίως φωνές που μιλούν για «αναγκαίες παραχωρήσεις» απέναντι στον εισβολέα. Το σύνθημα «Κύπρος Αιγαίο – μέτωπο ενιαίο» μεταλλάσσεται σε φοβικές, δειλές και εθνικά επικινδυνότατες πολιτικές, οι οποίες όχι απλώς δεν αποτρέπουν τον Τούρκο εισβολέα «νταραβεριτζή» και «νταβατζή» παγκοσμίως και τοπικώς, αντιθέτως – όπως και τότε – τον ωθούν σε επιθετικότατη πολιτική και στην Κύπρο και πλέον – δυστυχώς – και στο Αιγαίο, με γνώμονα – όπως και τότε – το πολιτικό παρόν και μέλλον τους.

Εν κατακλείδι: Η Κύπρος είναι Ελλάδα. Έχουμε χρέος να ετοιμαζόμαστε και να τολμήσουμε την άρση της παράνομης εισβολής και κατοχής και να επιχειρήσουμε παντοιοτρόπως για το θέμα των αγνοουμένων, τον τερματισμό της κατοχής, την επανένωση του νησιού με ισοπέδωση του τείχους του αίσχους, την ελευθερία. Το χρωστάμε στην ιστορία του Ελληνισμού, το χρωστάμε στους αγέννητους και στους νεκρούς, στους αγνοούμενους, στις βιασμένες μάννες κι αδελφές μας, στην ηθική και στην δικαιοσύνη, στον πολιτισμό και σε όλους τους ελεύθερους όπου γης ανθρώπους. Δεν αρκεί το «Δεν ξεχνώ». Χρειάζονται Πράξεις Ελευθερίας. Και ναι, γνωρίζουμε από την ιστορία μας πώς κατακτίεται η Ελευθερία: με θυσίες και αίμα. Αυτό μας έμαθαν ο Μαραθώνας και οι Θερμοπύλες, αυτό μας έμαθε η Μάχη του Σπερχειού, αυτό μας έμαθαν το 1821, το 1940, το 1955 στην Κύπρο μας. Ναι, δεν θα λησμονήσουμε! Ναι, θα ξαναγυρίσουμε ελευθερωτές σε κάθε σκλαβωμένη γωνιά του τόπου μας, στην Αμμόχωστο, στην Κερύνεια, στον Άγιο Ανδρέα, παντού, για να τραγουδήσουμε ξανά υπερήφανα το «Χαίρε ω χαίρε Ελευθεριά!»

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

  • Αραμπατζής Διον. Γεώργιος, Κατακόρυφη υπεκέραση, εκδ. APOPSIS Αθήνα, 2007.
  • Αργυρόπουλος Φ. Νικόλαος, Οι Ένοχοι, Εκδ. Περιοδικού «ΕΝΔΟΧΩΡΑ», Αλεξανδρούπολη, 2022.
  • Αυγουστή Χαρ. Αυγουστίνος (Ντίνος), Έλληνες Κύπριοι αθεράπευτοι, εκδ. Γερμανός, Θεσσαλονίκη, 2021.
  • Βλάσσης Ι. Σάββας, Άγνωστοι Στρατιώτες, εκδ. Δούρειος Ίππος, Αθήνα, 2004.
  • Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Κύπρος – ακόμα υπό κατοχή, ακόμα διαιρεμένη – 1974 – 2014, εκδ. Γ.Τ.Π. 128/2014, Λευκωσία, 2014.
  • Δημητριάδης Αλεξ. Κωνσταντίνος, Αυτοί που τίμησαν την στολή τους (Κύπρος 1974), Ειδική Έκδοση, Ιούλιος, 2018.
  • Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Κυπρ. ’74 – Το άλλο πρόσωπο της Αφροδίτης, εκδ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα, 1975.
  • Ζαφειρίου Λεύκιος, Κυπριακό Χρονολόγιο, εκδ. Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Λευκωσία, 2008.
  • Καρδιανός Διονύσιος, Ο Αττίλας πλήττει την Κύπρον, Β΄ Έκδοσις, εκδ. Γ.Λαδιά, Αθήναι, 1976.
  • Καρκαλέτσης Σταύρος, Επίτομη Ιστορία της Κύπρου, εκδ. Πελασγός, Α’ έκδοση, Αθήνα, 2004.
  • Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο, Αιματηρή αλήθεια (1955 – 1974) – Bloody truth, εκδ. Μη κερδοσκοπική Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης δι’ Εγγυήσεων «ΚΙΝΗΣΗ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ», υπ’ αριθμό Πιστοποιητικού Εγγραφής Η.Ε. 229811, Λευκωσία, Κύπρος 2009.
  • Κοτζάκογλου Χαράλαμπος, «Ο Χριστιανισμός στην Κύπρο», στο Κύπρος Νήσος Αγίων – Θρησκευτική Περιήγησις, εκδ. συγχρηματοδοτούμενη κατά 50% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρωπαϊκή Ένωση, Κυπριακή Δημοκρατία, Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμός, Love Cyprus), Λευκωσία, 2008.
  • Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, εκδ. Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού 1100209, χωρίς τόπο έκδοσις, Λευκωσία, 2009.
  • Μαχλουζαρίδης Σ.Π., Οι τουρκικές ωμότητες στην Κύπρο, Λευκωσία, 1975.
  • Παπαγεωργίου Σπύρος, Καραμανλής και Κυπριακόν, Β’ Έκδοσις, Εκδ. Νέα Θέσις, Αθήνα, 1988.
  • Παπαγεωργίου Σπύρος, Καραμανλής και «Φάκελλος», εκδ. Νέα Θέσις, Β’ Έκδοσις, Αθήνα, 1987.
  • Σταμάτης Ελευθέριος, Κύριοι, πάτε για ύπνο, εκδ. Δούρειος Ίππος, Νέα Ιωνία, 2007(;)
  • Φασουλάς Γιάννης – Σκάλκος Γιάννης, «ΝΙΚΗ» στη νεκρή ζώνη, εκδ. Αγαθός Λόγος, Αθήνα, 2011.
  • Χάντζος Δημήτριος, Κύπρος ’74: Γιατί δεν νικήσαμε, εκδ. Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, 1995.
  • Χατζηδάκης Ν. Μάνος, Πώς φτάσαμε στον «Αττίλα» 1968 – 1974 – Η τελευταία ευκαιρία και η προδοσία, εκδ. Πελασγός, Α΄ Έκδοση, Αθήνα, 2017.
  • Χατζηδάκης Ν. Μάνος, Πώς χάθηκε η Ένωσις με την Ελλάδα 1950 – 1967 – Οι μεγάλες ευκαιρίες και τα τραγικά λάθη, εκδ. Πελασγός, Αθήνα, 2017.

 

 

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

 

[1] Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, εκδ. Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού 1100209, χωρίς τόπο έκδοσης, χωρίς ημερομηνία έκδοσης, (παραπομπή στο: www.visitcyprus.com) σελ.4.

[2] Λεύκιος Ζαφειρίου, Κυπριακό Χρονολόγιο, εκδ. Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Λευκωσία 2008, σελ. 10

[3] Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού ό.α. σελ.5 

[4] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Κύπρος ’74- Το άλλο πρόσωπο της Αφροδίτης, εκδ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1975, σελ. 69-70. 

[5] Αυγουστίνος (Ντίνος) Χαρ. Αυγουστή, Έλληνες Κύπριοι αθεράπευτοι, εκδ. Γερμανός, Θεσσαλονίκη 2021, σελ.48

[6] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.70

[7] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.71

[8] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.73

[9] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.73

[10] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.74

[11] Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο, Αιματηρή αλήθεια (1959-1974) – Bloody truth, εκδ. Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης δι’ Εγγυήσεων «ΚΙΝΗΣΗ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ», υπ’ αριθμ. Η.Ε. 229811, Λευκωσία, Κύπρος, σελ.26. 

[12] Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο, ό.α., σελ. 36-37.

[13] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.74.

[14] Μάνος Ν. Χατζηδάκης, Πώς χάθηκε η Ένωσις με την Ελλάδα 1950-1967- Οι μεγάλες ευκαιρίες και τα τραγικά λάθη, εκδ. Πελασγός, Α΄ Έκδοση, Αθήνα, 2017, σελ.51.

[15] Μάνος Ν. Χατζηδάκης, ό.α., σ.52 – 53.

[16] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.74.

[17] Μάνος Ν. Χατζηδάκης, ό.α., σ.72.

[18] Σπύρος Παπαγεωργίου, Καραμανλής και Κυπριακόν, Β’ Έκδοσις, εκδ. Νέα θέσις, Αθήνα, 1988, σελ.217.

[19] Αυγουστίνος (Ντίνος) Χαρ. Αυγουστή, ό.α., σ.75.

[20] Νικόλαος Φ. Αργυρόπουλος, Οι Ένοχοι, εκδ. Περιοδικού «ΕΝΔΟΧΩΡΑ», Αλεξανδρούπολη, 2022, σελ.199.

[21] Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, ό.α., σ.75.

[22] Μάνος Ν. Χατζηδάκης, Πώς φτάσαμε στον «Αττίλλα» 1968 – 1974 – Η τελευταία ευκαιρία και η προδοσία, εκδ. Πελασγός, Α΄ έκδοση, Αθήνα, 2017, σελ.158.

[23] Μάνος Ν. Χατζηδάκης, ό.α., σ.164-165.

[24] Λεύκιος Ζαφειρίου, ό.α. σελ.114.

[25] Σταύρος Καρκαλέτσης, Επίτομη ιστορία της Κύπρου, εκδ. Πελασγός, Α’ έκδοση, Αθήνα, 2004, σελ.245.

[26] Δημήτριος Χάντζος, Κύπρος ’74: Γιατί δεν νικήσαμε, εκδ. Ελεύθερη Σκέψις, Αθήνα, 1995, σελ.189.

[27] Ελευθέριος Σταμάτης, Κύριοι, πάτε για ύπνο, εκδ. Δούρειος Ίππος, Νέα Ιωνία, 2007(;), σελ.71 – 73.

[28] Διονύσιος Καρδιανός, Ο Αττίλας πλήττει την Κύπρον, Β’ Έκδοσις, εκδ. Γ. Λαδιά, Αθήναι, 1976, σελ.121.

[29] Διονύσιος Καρδιανός, ό.α., σελ.123.

[30] Διονύσιος Καρδιανός, ό.α., σελ.126-127.

[31] Γιάννης Φασουλάς – Γιάννης Σκάλκος, «ΝΙΚΗ» στη νεκρή ζώνη, εκδ. Αγαθός Λόγος, Αθήνα, 2-11, σελ.7-8.

[32] Γιάννης Φασουλάς – Γιάννης Σκάλκος, ό.α. σελ.12.

[33] Γιάννης Φασουλάς – Γιάννης Σκάλκος, ό.α. σελ.15-12

[34] Γεώργιος Διον. Αραμπατζής, Κατακόρυφη υπερκέραση, εκδ. APOPSIS, Αθήνα 2007, σελ.486-487.

[35] Σάββας Δ. Βλάσσης, Άγνωστοι Στρατιώτες, εκδ. Δούρειος, Ίππος Αθήνα, 2004, σελ.6 – 9.

[36] Σάββας Δ. Βλάσσης, Αθήνα, 2004, σελ.6 – 9.

[37] Νικόλαος Φ. Αργυρόπουλος, ό.α., σελ.195.

[38] Νικόλαος Φ. Αργυρόπουλος, ό.α., σελ.211.

[39] Κωνσταντίνος Αλεξ. Δημητριάδης, Αυτοί που τίμησαν την στολή τους (Κύπρος 1974), ειδική έκδοση, Ιούλιος 2018, σελ.13.

[40] Κωνσταντίνος Αλεξ. Δημητριάδης, ό.α., σελ.18,32,45.

[41] Νικόλαος Φ. Αργυρόπουλος, ό.α., σελ.176.

[42] Π.Σ. Μαχλουζαρίδης, Οι τουρκικές ωμότητες στην Κύπρο, Λευκωσία, 1975, σελ. 3

[43] Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο, ό.α., σελ.168, 169-170, 177, 178-179, 180.

[44] Σπύρος Παπαγεωργίου, Καραμανλής και «Φάκελος», εκδ. Νέα Θέσις Β’ Έκδοσις, Αθήνα, 1987, σελ.51.

[45] Χαράλαμπος Κοτζάκογλου, «Ο Χριστιανισμός στην Κύπρο», στο Κύπρος Νήσος Αγίων – Θρησκευτική Περιήγησις, εκδ. συγχρηματοδοτούμενη κατά 50% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρωπαϊκή Ένωση, Κυπριακή Δημοκρατία, Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, Love Cyprus), Λευκωσία, 2008, σελ.14.

[46] Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, ό.α. σελ.14.

[47] Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας, Κύπρος – ακόμα υπό κατοχή, ακόμα διαιρεμένη – 1974 – 2014, εκδ. Γ.Τ.Π., 128/2014, σελ.1.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.