Το Εθνικό Σύστημα Τηλεκπαίδευσης

Γράφει ο ΕΠ. Κρανιάς

Η τηλεκπαίδευση στην χώρα μας έχει αρκετά μεγάλη ιστορία και το σημείο εκκίνησής της ήταν ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα που προκηρύχθηκε και «υλοποιήθηκε» πριν από περίπου 20 χρόνια, στο οποίο κατά την γνώμη μου δεν δόθηκε η απαιτούμενη σημασία (όπως και σε πολλά άλλα προγράμματα άλλωστε). Πρόκειται για το κοινοτικό πρόγραμμα «Οδύσσεια» και τα υποπρογράμματα «Ναυσικά» και «Σειρήνες». Στόχος αυτών των προγραμμάτων ήταν ο σχεδιασμός και η υλοποίηση εκπαιδευτικών τίτλων που θα αξιοποιούσαν τις πολυμεσικές ικανότητες των ηλεκτρονικών υπολογιστών (εικόνα, ήχος, οπτικοί δίσκοι κλπ.) στην κάλυψη θεματικών ενοτήτων (από την Ιστορία, τη Γεωγραφία, τα Μαθηματικά και από άλλα μαθήματα) που διδάσκονται στα σχολεία. Επίσης, ένας ακόμη πιο σημαντικός στόχος ήταν ο σχεδιασμός και η υλοποίηση εργαλείων λογισμικού που θα βοηθούσαν στην μελλοντική ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού (από δασκάλους, καθηγητές και άλλους ενδιαφερόμενους), το οποίο θα διανέμονταν στους μαθητές είτε με τη βοήθεια οπτικών μέσων είτε με τη βοήθεια του διαδικτύου (το οποίο βεβαίως υπήρχε τότε  και όλοι είχαν κατανοήσει την δυναμική του). Το αποτέλεσμα του προγράμματος ήταν η παραγωγή κάποιων οπτικών δίσκων από τους γνωστούς επιτήδειους των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων, ενώ ήταν γεγονός πως αρκετοί φορείς (ιδιώτες και δημόσιο) είχαν παρουσιάσει πολλές και ενδιαφέρουσες προτάσεις που παρέμειναν στα συρτάρια του παιδαγωγικού ινστιτούτου. Κοινός τόπος αυτών των προτάσεων ήταν η σύσταση ενός εθνικού δικτύου τηλεκπαίδευσης με κεντρικό φορέα τις σχολικές μονάδες και τελικούς αποδέκτες, αλλά και συμμετέχοντες στο εκπαιδευτικό περιεχόμενο, τους μαθητές. Οι προτάσεις που κατατέθηκαν είχαν πρωτοποριακό χαρακτήρα για την εποχή και από αυτές εξήχθησαν πολύ χρήσιμα συμπεράσματα που ουδέποτε αξιοποιήθηκαν. Οι προτάσεις και οι ιδέες εκείνης της περιόδου έγιναν πιο επίκαιρες από ποτέ προσφάτως με την εμφάνιση της πανδημίας Covid-19. Το απροετοίμαστο για τέτοιου είδους καταστάσεις σύστημα εκπαίδευσης απλά «κατέβασε ρολά» την πρώτη περίοδο της πανδημίας και κατέφυγε για άλλη μία φορά σε «ετοιματζίδικες» λύσεις της αγοράς πληροφορικής πληρώνοντας βέβαια και το αντίστοιχο αλμυρό αντίτιμο. Δεν θέλω να σχολιάσω την αποτυχία ή την επιτυχία μιας βιαστικής και εξ’ ανάγκης λύσης (και ευρωπαϊκής αντιγραφής για πολλοστή φορά) που έθεσε σε εφαρμογή το Υπουργείο Παιδείας ενώπιον της γενικής κατακραυγής του κόσμου περί της συνέχισης της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Θέλω να σταθώ στην παντελή έλλειψη σχεδιασμού και πρόληψης από όλες τις κυβερνήσεις στο θέμα της εκπαίδευσης από απόσταση και της δημιουργίας εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού υλικού γενικής φύσεως, προσβάσιμο από όλους τους μαθητές, τους σπουδαστές και τους φοιτητές της χώρας.

Έχουν γραφτεί πολλές αναλύσεις για την αναγκαιότητα της δια ζώσης διδασκαλίας και πως η σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητών, αλλά και μεταξύ των ίδιων των μαθητών, δρα θετικά στην διαμόρφωση ολοκληρωμένων και μορφωμένων ανθρώπων. Δεν μπορούμε όμως να αγνοούμε συνεχώς τις τεχνολογικές εξελίξεις και να προσφέρουμε εκπαιδευτικές υπηρεσίες με μέσα προηγούμενου αιώνος. Είναι γεγονός ότι μέσω της πληροφορικής και του διαδικτύου μπορούν να υλοποιηθούν υπηρεσίες που θα εξυπηρετούν τους εκπαιδευόμενους είτε υποστηρικτικά είτε εξ’ ανάγκης λόγω αντίξοων καιρικών συνθηκών, απόστασης, προσωπικών ασθενειών ή και λόγω ανωτέρας βίας όπως προτάχθηκε με τον πλέον ηχηρό τρόπο κατά την περίοδο της πανδημίας. Η εκπαιδευτική τηλεόραση λόγου χάρη ήταν ένα ορθότατο εκπαιδευτικό βοήθημα για τα δεδομένα και τα μέσα της εποχής. Ένα βοήθημα που ατόνησε και αυτό όπως και πολλές άλλες προσπάθειες,

Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω επακριβώς και αναλυτικά τις προσεγγίσεις των υπολοίπων συμμετεχόντων στα προγράμματα «Ναυσικά» και «Σειρήνες», όπου τότε τέθηκαν θεμελιώδεις βάσεις (έστω σε θεωρητικό επίπεδο) της τηλεκπαίδευσης και όροι όπως για παράδειγμα η σύγχρονη και ασύγχρονη εκπαίδευση. Από εκείνη την προσπάθεια ξεπήδησε το σχολικό δίκτυο που τελικά περιορίστηκε στον ρόλο των βασικών υπηρεσιών διαδικτύου των σχολικών μονάδων (ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και υπηρεσιών Web). Γνωρίζω όμως την πρόταση που είχαμε προτείνει ως σχολή Πληροφορικής «Data Informatica» τότε και συνιστούσε αλλά και συνιστά ένα σχεδιάγραμμα Εθνικού Συστήματος Τηλεκπαίδευσης.

Είχαμε λοιπόν προτείνει την ανάγκη κατασκευής ενός κορμού εφαρμογών λογισμικού με κεντρικό στόχο την συμμετοχή των δασκάλων και καθηγητών στην δημιουργία εκπαιδευτικού περιεχομένου. Μόνο με την ενεργή συμμετοχή των κύριων συντελεστών της εκπαιδευτικής διαδικασίας (δασκάλων, καθηγητών, κλπ.) μπορεί να επιτύχει ένα τέτοιο σύστημα κυρίως ως προς την αξία του περιεχομένου του και τον τρόπο παρουσίασής του. Τις μέρες που κατατέθηκε η πρόταση υπήρχαν ανάλογα λογισμικά τύπου Microsoft Office (της εταιρείας Microsoft), Lotus SmartSuite (IBM) και Star Office (Sun Microsystems), εντούτοις η πρόταση υποστήριζε εξαρχής την υλοποίηση εκ του μηδενός ελληνικού λογισμικού ευρύτερα διασυνδεδεμένου με την διαδικτυακή πλατφόρμα διαχείρισης εκπαιδευτικού υλικού της πρότασης ώστε να καθίσταται η διαχείριση, ανάρτηση και αναπαραγωγή του παραγόμενου εκπαιδευτικού υλικού ευκολότερη και αποτελεσματικότερη, τόσο από την πλευρά του εκπαιδευτικού όσο και από την πλευρά του εκπαιδευόμενου. Πιο συγκεκριμένα, το προτεινόμενο σύστημα θα είχε ως βάση ένα σύστημα διαχείρισης περιεχομένου CMS – Content Management System, το οποίο θα αποτελείτο από μία σχεσιακή βάση δεδομένων και έναν διακομιστή εφαρμογών (application server). Το σύστημα θα μπορούσε να διαχειριστεί θεματικές ενότητες εκπαιδευτικού υλικού όλων των βαθμίδων ανά περιφέρεια, σχολική μονάδα, τάξη, τμήμα, εκπαιδευτικό με διαβαθμισμένη προσβασιμότητα οριζόμενη από τον δημιουργό εκπαιδευτικό και θα ήταν αρμόδιο τόσο στην διαδικασία αναπαραγωγής του περιεχομένου στους εκπαιδευόμενους όσο και στην εποπτεία σχετικών με το περιεχόμενο στατιστικών (αριθμός προβολών, ώρες και ημέρες επισκέψεων, χρόνος παραμονής στο περιεχόμενο, κριτικές κλπ.). Το περιεχόμενο αυτό θα μπορούσε να παρουσιαστεί τόσο σε επίπεδο υπηρεσιών Web όσο και με την χρήση ενός ειδικού προγράμματος περιήγησης (browser) (καθώς τότε οι δυνατότητες της γλώσσας σήμανσης HTML και των συναφών τεχνολογιών ήταν περιορισμένες) που θα αναλάμβανε τον ρόλο του αναπαραγωγού του εκπαιδευτικού περιεχομένου. Τα εργαλεία που θα κατείχε ο δημιουργός εκπαιδευτικός σύμφωνα με την πρόταση ήταν τα εξής:

Ήρων: Πρόγραμμα επεξεργασίας κειμένου και συμβολικής αναπαράστασης μαθηματικών εκφράσεων. Το πρόγραμμα παρείχε δυνατότητα δημιουργίας υπερσυνδέσμων για την διασύνδεση των σελίδων/οθονών μεταξύ τους όπως υπήρχε και η πρόβλεψη αυτόματης αλλαγής σελίδας/οθόνης αναλόγως της παρόδου συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας. Μια σελίδα/οθόνη του Ήρωνα μπορούσε να συνδυάσει κείμενο, εικόνα, ήχο, video αλλά και αντικείμενα (τηλεκπαιδευτικές ψηφίδες) προερχόμενα από τα υπόλοιπα προγράμματα του κορμού.

Ευκλείδης: Πρόγραμμα διανυσματικής σχεδίασης, το οποίο θα επέτρεπε την δημιουργία μπλοκ διαγραμμάτων (διάγραμμα ροής – λογικά και σχεσιακά διαγράμματα, διαγράμματα οντοτήτων κλπ.).

Εχίων: Πρόγραμμα σχεδίασης/ζωγραφικής σε επίπεδο εικονοσημείων (raster painting). Ένα τυπικό πρόγραμμα ζωγραφικής με κάποια σχεδιαστικά βοηθήματα προσανατολισμένα στις εκπαιδευτικές ανάγκες.

Αριστοφάνης: Πρόγραμμα κατασκευής κινούμενων αναπαραστάσεων αξιοποιώντας είτε εικόνες εικονοσημείων (raster images), είτε σχέδια προερχόμενα από τον Ευκλείδη. Οι κινούμενες αναπαραστάσεις κατασκευάζονταν με την επάλληλη τοποθέτηση εικόνων και την εμφάνισή τους με συγκεκριμένη χρονοκαθυστέρηση ορισμένη από τον δημιουργό.

Σκοπός του λογισμικού κορμού ήταν η παροχή δυνατοτήτων στον εκπαιδευτικό για την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη παρουσίαση θεματικών ενοτήτων με μια ενοποιημένη μορφή αλληλοσυνδεόμενη μεταξύ τους και όχι ως αποσπασματικά αρχεία που ο μαθητής θα έπρεπε να λαμβάνει και να αναπαράγει στον υπολογιστή του.

Ένα από τα πιο σημαντικά μέρη του προτεινόμενου συστήματος ήταν η υλοποίηση ενός συστήματος παραγωγής και αξιολόγησης ασκήσεων. Ο δημιουργός εκπαιδευτικός θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα από τα παρακάτω είδη ασκήσεων:

  • Ασκήσεις πολλαπλής επιλογής
  • Ασκήσεις συμπλήρωσης
  • Ασκήσεις αντιστοίχισης
  • Ασκήσεις τοποθέτησης στην ορθή σειρά

Ο δημιουργός εκπαιδευτικός θα μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να ελέγξει τον βαθμό αφομοίωσης της παρουσιαζόμενης ύλης είτε κατά το δια ζώσης είτε κατά το τηλεκπαιδευτικό μάθημα. Ο έλεγχος θα λάμβανε χώρα ανά τμήμα, μαθητή, άσκηση και συγκεκριμένη απάντηση με αντίστοιχα στατιστικά βοηθήματα ελέγχου απαντήσεων. Έτσι με αυτόν τον τρόπο ο καθηγητής θα εντόπιζε τυχόν αδυναμίες των μαθητών του σε συγκεκριμένα θέματα και θα μπορούσε να καθοδηγήσει ανάλογα.

Η περιγραφείσα πρόταση δεν αποτελεί πανάκεια για την έτσι και αλλιώς πολύπλοκη εκπαιδευτική διαδικασία. Ούτε θεωρώ εαυτόν φωστήρα και μέγα προγραμματιστή. Ούτε η ομάδα που θα υλοποιούσε την πρόταση την καλύτερη στην Ελλάδα. Αντιθέτως, θέλω να τονίσω ότι ένας στοιχειώδης σχεδιασμός και μια ελάχιστη προσπάθεια υλοποίησης θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα κοινά αποδεκτό, υποστηρικτικό και διασυνδεδεμένο εθνικό τηλεκπαιδευτικό σύστημα που μόνο οφέλη θα μπορούσαν να έχουν οι συμμετέχοντες σε αυτό.

Επίσης, είναι ενοχλητική κατά την γνώμη μου η επικρατούσα άποψη «Μα καλά θα εφεύρεις τον τροχό;» τη στιγμή που δικαίως πολλοί πιστεύουν πως με αυτή την πανσπερμία λογισμικού στην αγορά δεν υπάρχει λόγος να υλοποιήσουμε κάτι, καθώς μια απλή αγορά και προσαρμογή μπορεί να οδηγήσει τάχιστα στα επιθυμητά αποτελέσματα. Αυτή η «φιλοσοφία» σκέψης δεν ισχύει μόνο για τα έργα λογισμικού αλλά επεκτείνεται σε οποιοδήποτε τεχνικό θέμα. Με κεντρικό σύνθημα «όταν οι άλλοι έχουν διυλίσει τον κώνωπα, τι να κάνει και η ψωροκώσταινα διαφορετικό». Εγώ πιστεύω ακράδαντα πως αυτή η στάση ζωής είναι παντελώς λάθος, οδηγεί σε επώδυνες εξαρτήσεις και μια άνευ προηγουμένου παθητικότητα που καταστρέφει οποιαδήποτε αναλαμπή δημιουργίας έργου απόλυτα προσαρμοσμένου στον ελληνικό τρόπο ζωής και σκέψης.

Δυστυχώς στην πραγματικότητα τα πράγματα δεν είναι έτσι απλά. Τα εκπαιδευτικά ζητήματα δεν είναι ούτε απλά ούτε μονοσήμαντα. Απαιτούν συνεχή προσαρμογή, βελτίωση και πολλές φορές αναθεώρηση. Ένα εμπορικό λογισμικό ναι μεν προσφέρει κάποιες συγκεκριμένες δυνατότητες γρήγορα και εύκολα με αντάλλαγμα τα χρήματα, δύσκολα όμως μπορεί να προσαρμοστεί και να βελτιωθεί σύμφωνα με το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και τις ανάγκες του. Με εξοργίζει το γεγονός, που ενώ διαθέτουμε τόσα Πανεπιστημιακά τμήματα με καταξιωμένους καθηγητές και εξειδικευμένο προσωπικό, δεν έχει την παραμικρή συνεισφορά σε ένα σύστημα που θα μπορούσε να βοηθήσει αλλά και να προστατεύσει τους εκπαιδευόμενους από τις ανεξέλεγκτες και ανοργάνωτες πληροφορίες του διαδικτύου.

Με θλίβει επίσης το γεγονός που η πολιτεία δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να καθοδηγήσει, ενημερώσει, καταρτίσει τον μαχόμενο εκπαιδευτικό που με πενιχρά μέσα (και πολλές φορές με προσωπικές επιλογές και απλήρωτο μόχθο) προσπαθεί να κρατήσει το εκπαιδευτικό σύστημα όρθιο. Δεν μπορεί τόσες δεκαετίες από τα τέλη του ’90 που προκηρύχθηκε η «Ναυσικά» να μην μπορεί να εφαρμόσει ένα ενιαίο σύστημα παραγωγής, παρουσίασης και αξιολόγησης εκπαιδευτικού υλικού που να μπορεί να είναι προσβάσιμο από τους εκπαιδευόμενους εξ’ αποστάσεως και να φωτίζει περαιτέρω τις σκοτεινές πλευρές της γνώσης.

Στην εποχή του κορωναϊού η πολιτεία αρκέστηκε να ξοδέψει εκατομμύρια από τον προϋπολογισμό για να εφαρμόσει ένα «σύγχρονο» σύστημα εκπαίδευσης (εκπαίδευση εξ’ αποστάσεως που λαμβάνει χώρα με την ταυτόχρονη διαδικτυακή παρουσία τόσο του εκπαιδευτή όσο και των εκπαιδευομένων μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή) και το θεώρησε και επιτυχία. Χωρίς να υπάρχει ίχνος αναδραστικών διαδικασιών (διαδικασιών που επιτρέπουν στον εκπαιδευτή να συλλέγει και να αξιολογεί κατά τρόπο οργανωμένο, απλοϊκό και αποτελεσματικό τους καρπούς της διδασκαλίας του). Ακόμη θυμάμαι την κόρη μου που όντας στην Β’ Δημοτικού, η δασκάλα τους έβαζε να σηκώνουν τα τετράδια στην κάμερα για να δει αν έγραψαν (ο Θεός ξέρει αν έβλεπε και τίποτα).

Όσα χρήματα και να ξοδέψεις, όποιο τέλειο σύστημα και να αγοράσεις δεν γίνεται να επιτύχει αν δεν υπάρχει σοβαρή, συνεχής εμπλοκή και συμμετοχή του εκπαιδευτή και του εκπαιδευόμενου στο σύστημα. Έπρεπε τόσα χρόνια να καλλιεργηθεί η συνήθεια ενεργής συμμετοχής όλων σε ένα εξελισσόμενο, αναπροσαρμοζόμενο, συνεχώς επικαιρο-ποιούμενο τηλεκπαιδευτικό σύστημα. Λιθαράκι, λιθαράκι χρόνο με το χρόνο θα μπορούσαμε να είχαμε χτίσει ένα ελληνικό εκπαιδευτικό τεχνολογικό θαύμα που θα ζήλευαν όλοι.

Τα παιδιά μας δεν θα ήταν έρμαια των πολλές φορές σαχλών και επικίνδυνων περιεχομένων του ελεύθερου διαδικτύου το οποίο δεν λέω να καταργήσουμε ή ότι τα παιδιά μας δεν θα έχουν κάποιου είδους πρόσβαση σε αυτά, αλλά τουλάχιστον θα υπήρχε ένα αντίπαλο δέος με χρηστικό περιεχόμενο που θα αγαπούσαν να παρακολουθούν. Τολμώ να πω ότι οι μεγάλες ευκαιρίες του παρελθόντος χάθηκαν ανεπιστρεπτί. Δεν έγινε καμία σοβαρή προσπάθεια εκπαιδευτικής δικτύωσης ούτε από το Υπουργείο Παιδείας, ούτε από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο(σήμερα Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής), ούτε από τους σχετικούς φορείς. Ακόμα και οι έτοιμες λύσεις ξεχάστηκαν. Ποιος μπαίνει τώρα στο Webex, ή στην πλατφόρμα Moodle ή ακόμη-ακόμη ποιος θυμάται το email του σχολικού δικτύου. Θέλω να πιστεύω πως μελλοντικά εθνικά κυβερνητικά σχήματα θα επαναξιολογήσουν τα θέματα τηλεκπαίδευσης και θα τραβήξουν επιτέλους κάποιες εθνικές γραμμές. Αλλά δυστυχώς τα φαινόμενα δείχνουν πως με αυτά τα θέλω θα πεθάνουμε. Όμως ο εθνικός αγώνας συνεχίζεται.

 

Επαμεινώνδας Κρανιάς
Μηχανικός Αυτοματισμού

 

Σύνδεσμοι
http://odysseia.cti.gr/about.htm
http://odysseia.cti.gr/seirines/

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.