Herder και Φιλοσοφία της Ιστορίας
12/09/2023
Του Ιωάννη Σαρρή
O Johann Gottfried von Herder (1744 - 1803) ήταν, μαζί με τον Goethe, ένας από τους πρώτους και επιδραστικότερους εκπροσώπους του γερμανικού ρομαντισμού. Υπήρξε μαθητής του Immanuel Kant, αλλά δεν άργησε να αποστασιοποιηθεί από την αυστηρότητα του «άνευρου» ορθολογισμού εκείνου. Επρόκειτο περί μιας συναισθηματικής και χειμαρρώδους προσωπικότητας που εμπιστευόταν το ένστικτο και την ενόρασή του τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό σε σχέση με την συλλογιστική διάνοια, μη δυνάμενος να ανεχθεί την διανοητική τυποποίηση της νεοκλασικής περιόδου.
Κατά παραδοχή του θα προτιμούσε να είχε γεννηθεί στον μεσαίωνα, το γοτθικό πνεύμα του οποίου θαύμαζε ειλικρινά. Απέδιδε την γοτθική τέχνη στην φυσιογνωμία και το ιδιαίτερο πνεύμα του γερμανικού λαού και λάτρευε την ζωγραφική του Albrecht Dürer και την λογοτεχνία του Martin Opitz. Κατ’ αυτόν ο αληθινός πνευματικός πολιτισμός (Kultur) δεν συμπίπτει με τα ελιτίστικα ενδιαφέροντα των ακαδημαϊκά μορφωμένων, αλλά απορρέει από και προορίζεται για τον Λαό (Volk). Ως εκ τούτου, δεν έκρυψε την περιφρόνησή του για την νεοκλασική τάση στα γράμματα και την στείρα μίμηση ελληνικών και λατινικών προτύπων, ενώ αναζητούσε την αυθεντική έκφραση της γερμανικής ψυχής στις λαογραφικές παραδόσεις (Folklore) και τα δημώδη ποιήματα. Αγαπούσε ιδιαίτερα την λαϊκή γερμανική γλώσσα θεωρώντας την θεμέλιο του γερμανικού πολιτισμού. Γενικότερα, τον απασχολούσε ο ρόλος της γλώσσας στην συγκρότηση της σκέψεως και, παρότι ουδέποτε έφθασε στο σημείο να δηλώσει ότι η πρώτη καθορίζει την δεύτερη σαν άλλος Wittgenstein, υποστήριξε ότι η γλώσσα σχηματίζει και οριοθετεί τα πλαίσια και τα πρότυπα εντός των οποίων σκέπτεται και αισθάνεται η γλωσσική κοινότητα, καθότι η γλώσσα και η σκέψη αλληλεξαρτώνται. Στον Herder, λοιπόν, έχει καταλογισθεί η πρώτη ρομαντική πρόσληψη του «έθνους», όχι ως μίας πολιτικώς ομονοούσας συλλογικότητας υπό την οπτική του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως (nation), αλλά ως ενός ιστορικώς δρώντος λαού με ζωντανή παράδοση (Volk). Κατά συνέπεια, υπήρξε ένας από τους πρώτους ρομαντικούς εθνικιστές και μάλιστα παγγερμανιστής, καθώς οραματιζόταν την συνένωση όλων των γερμανικών εδαφών σε ένα ενιαίο κράτος που θα πλησιάζει σε έκταση την μεσαιωνική επικράτεια των Σουαβών αυτοκρατόρων. Τόσος ήταν ο πατριωτικός ζήλος του Herder, η ανησυχία του για το μέλλον του γερμανισμού ακόμη και σε σχέση με την θρησκεία, ώστε φλέρταρε με την ιδέα του παλαιού παγανισμού ως στοιχείου της γερμανικής παραδόσεως, παρότι είχε και την ιδιότητα του (λουθηρανού) πάστορα. Βεβαίως, εάν ανατρέξουμε στην γερμανική ιστορία και δούμε τις καταστροφές που προκλήθηκαν από θρησκευτικές έριδες μεταξύ προτεσταντών και καθολικών (βλέπε τον Τριακονταετή Πόλεμο), τότε θα εκτιμήσουμε την ανησυχία του. Παρά ταύτα, σε αντίθεση με μεταγενέστερους πολιτικά συντηρητικούς στοχαστές του ρομαντικού ρεύματος, ο Herder υποδέχθηκε με ενθουσιασμό την Γαλλική Επανάσταση και δεν απεκήρυξε τις αρχές του Διαφωτισμού, τουλάχιστον όχι τελείως.
Η φιλοσοφία του Herder αναφορικά με την ιστορία παρουσιάσθηκε σε μια ημιτελή σειρά 20 βιβλίων με τίτλο «Ιδέες για μια Φιλοσοφία της Ιστορίας της Ανθρωπότητας» (Ideen zur Philosophie der Geschichte der Menschheit, 1784-1791). Σε στοίχιση με την κατοπινή ιδεαλιστική σχολή ιστοριογραφίας, ο Herder πίστευε ότι η γνώση της ιστορίας εξαρτάται από την ικανότητα του ιστορικού να οικειοποιείται με την φαντασία του πρόσωπα του παρελθόντος, να αναβιώνει νοερά την εμπειρία τους. Επομένως, ως ιδανική αρχή για την διερεύνηση της ανθρώπινης ιστορίας θεωρούσε την κατανόηση της θέσεως του ανθρώπου γενικά στον κόσμο, την οποία και πραγματεύθηκε στα πρώτα 5 βιβλία. Πίστευε ότι ολόκληρο το σύμπαν εμψυχώνεται και οργανώνεται από μία υπερβατική ζωοποιό δύναμη ή ένα σύνολο τέτοιων δυνάμεων, που στοχεύουν στην ανάδυση του πνεύματος διαμέσου της ανθρωπότητας, η οποία συνιστά απόληξη μιας συνεχούς κλιμακώσεως της ζωής από την ανόργανη στην ενόργανη ύλη. Ο άνθρωπος αποτελεί το τελειότερο και πνευματικότερο πλάσμα του φυσικού κόσμου και -για τον Herder- το εντυπωσιακότερο γνώρισμά του είναι η όρθια στάση, που του επέτρεψε να αναπτύξει το μυαλό του και να συλλάβει την γλώσσα, την θρησκεία και την ηθική. Τούτη η κάπως αυθαίρετη θεώρηση προσιδιάζει σε κάποιου είδους ψυχοβιολογική πρόοδο, χωρίς ασφαλώς να ενέχει τις επιστημονικές προδιαγραφές της Εξελίξεως που προτάθηκε λίγο αργότερα από τον Δαρβίνο. Στον κόσμο των ζωντανών όντων ο άνθρωπος κατέχει την ανώτερη θέση και όλα τα υπόλοιπα όντα υπάρχουν για να τον υπηρετούν, αλλά στον υπερβατικό κόσμο των πνευματικών όντων, στον οποίο πίστευε ακράδαντα ο Herder, κατέχει την κατώτερη θέση. Χάρη στο πνεύμα του, ο άνθρωπος λειτουργεί σαν γέφυρα μεταξύ των δύο κόσμων.
Σύμφωνα με τον Herder, η Ιστορία είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπιδράσεως δύο ομάδων δυνάμεων, των εξωτερικών δυνάμεων που διαμορφώνουν το φυσικό περιβάλλον (φύση, κλίμα, γεωγραφία κ.α.) και των εσωτερικών δυνάμεων των ανθρώπων -ή ακριβέστερα των «εθνών»- που απορρέουν μέσα από το πνεύμα τους. Δεν υφίσταται κανένας ενιαίος πανανθρώπινος πολιτισμός που διακρίνει τον «πολιτισμένο» από τον «βάρβαρο», όπως υποστήριζαν αυτοαναφορικά οι Διαφωτιστές. Οι πολιτισμοί είναι τόσοι όσα τα έθνη της γης, ο καθένας με την δική του ιδιοπροσωπία και ταυτότητα. Κατά τον Herder η Ιστορία γράφεται από έθνη, δηλαδή από λαούς με ζωντανή παράδοση και συνείδηση της ιστορικής αποστολής τους, που διαφέρουν από τις ανερμάτιστες και ιστορικώς αδρανείς μάζες. Το έθνος συνέχεται και διακρίνεται από το «πνεύμα» του, την παράδοσή του, την σχέση του με άλλα έθνη, το φυσικό του περιβάλλον και την κοινή καταγωγή του. Η καταγωγή ευθύνεται για την διαφοροποίηση της ανθρώπινης φύσεως σε επιμέρους μορφές, ήτοι για την διάκριση μεταξύ των φυλών της γης, αλλά δεν συνιστά τον αποκλειστικό ή τον κύριο παράγοντα για την ανάπτυξη του έθνους. Το έθνος εκφράζεται στην Ιστορία διαμέσου του χαρακτηριστικού του πνεύματος (Volksgeist), που αποτελεί συνισταμένη των πνευματικών έργων των μελών του. Εν προκειμένω, ο Herder ήταν πεπεισμένος ότι οι ιστορίες της Ελλάδος και της Κίνας θα ήταν πολύ διαφορετικές εάν οι Έλληνες ζούσαν στην Κίνα και οι Κινέζοι στην Ελλάδα, διότι συγκροτούσαν διαφορετικούς ιστορικούς «οργανισμούς» με ξεχωριστό (εθνικό) «πνεύμα».
Ο Herder πίστευε ότι η κατανόηση κάθε ιστορικής καταστάσεως επιτυγχάνεται με την ανάλυση των ιδιαιτέρων συνθηκών της εκδηλώσεώς της, οι οποίες φανερώνουν πως τα γεγονότα δεν μπορούσαν να εκτυλιχθούν διαφορετικά για την παραγωγή του ίδιου αποτελέσματος. Περαιτέρω, θεωρώντας την ανάπτυξη ενός έθνους το ίδιο φυσική και συνάμα θαυμαστή με την άνθηση ενός λουλουδιού, προσπάθησε να δείξει ότι η πορεία των εθνών μέσα στην Ιστορία ακολουθεί κάποιους νόμους, αλλά οι άνθρωποι μπορούν να την επηρεάσουν εν μέρει, εφόσον το μέλλον τους έγκειται στις δυνατότητές τους. Κάπως αόριστα διεκήρυξε, επιπλέον, ότι η Ιστορία έχει έναν τελικό σκοπό και αυτός είναι η πραγμάτωση του Ανθρωπισμού, που θα προέλθει από την συνεχόμενη ανάδυση των πνευμάτων, η έλευση μιας τελικής συνθήκης όπου οι άνθρωποι θα πραγματώνουν αληθινά και στον ύψιστο βαθμό τον εαυτό τους.
Την κριτική της θεωρίας του την εγκαινίασε ο δάσκαλός του, Καντ, προτείνοντάς του περισσότερη περίσκεψη στις μεθόδους. Ο δε Herder θεώρησε ότι οι αντιδράσεις κατά της χειμαρρώδους γραφής του προήρχοντο από στενόμυαλα πνεύματα δίχως φαντασία. Εν τούτοις, η αξιολόγηση του έργου του βάσει αυστηρά ορθολογικών κριτηρίων μάλλον κρίνεται μάταιη, διότι παραβλέπει το ουσιαστικό προτέρημά του που δεν ήταν άλλο από την πρωτότυπη και διεισδυτική δύναμη του λόγου του, η οποία προσέφερε πολλά στοιχεία στην ιστορία των ιδεών και επηρέασε μεγάλους στοχαστές, όπως τον Hegel.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Hayes, C. J. H. (1927). Contributions of Herder to the Doctrine of Nationalism. The American Historical Review, Vol. 32(4), σελ.719-736.
Herder, J. G. (2016). Outlines of a Philosophy of the History of Man (ed. D. G. Payne). CreateSpace Independent Publishing Platform.
McCabe, D. (1998). Hegel and the Idea of Philosophical History. History of Philosophy Quarterly, Vol. 15(3), σελ.369-388.
Walsh, W. H. (1977). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Ιστορίας (Γ΄ έκδοση). Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ.195-207.
Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Hayes, C. J. H. (1927). Contributions of Herder to the Doctrine of Nationalism. The American Historical Review, Vol. 32(4), σελ.719-736.
Herder, J. G. (2016). Outlines of a Philosophy of the History of Man (ed. D. G. Payne). CreateSpace Independent Publishing Platform.
McCabe, D. (1998). Hegel and the Idea of Philosophical History. History of Philosophy Quarterly, Vol. 15(3), σελ.369-388.
Walsh, W. H. (1977). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία της Ιστορίας (Γ΄ έκδοση). Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ.195-207.