Στο Πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για την Πρωτοβάθμια, Δευτεροβάθμια και Εκκλησιαστική Εκπαίδευση, συμπεριλαμβάνονται και οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες οι οποίες υπάγονται στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Πρόκειται για λάθος ή για απόπειρα υποβιβασμού;


Επίσης, στις διατάξεις τού Πολυνομοσχεδίου και συγκεκριμένα στο Άρθρο 104, παράγραφος 3, ορίζεται ότι αν κάποιο Εκκλησιαστικό Σχολείο, επί τρία συνεχόμενα έτη δεν συγκεντρώνει ανά έτος τον ελάχιστο αριθμό μαθητών/μαθητριών (120), θα αναστέλλεται η λειτουργία του. Αν λειτουργεί μόνο Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο, ο ελάχιστος αριθμός είναι 60 (εξαιρούνται η Πατμιάδα Εκκλησιαστική Σχολή καθώς και η Αθωνιάδα Ακαδημία).
Ακόμη, προβλέπεται συγχώνευση των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών από 4 σε 2, δηλαδή, παραμένουν οι Αθηνών και Ηρακλείου και κλείνουν οι Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων.


Εάν συνεκτιμηθούν
α)η μεγέθυνση του δημογραφικού προβλήματος της Ελλάδος και
β)η αθρόα είσοδος αλλοδαπών αλλοθρήσκων στην χώρα μας, τα τεθέντα ποσοτικά κριτήρια και η γενικότερη φιλοσοφία που φαίνεται να διαπνέει το Πολυνομοσχέδιο για την Παιδεία εκτιμάται ότι δεν ευνοούν την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση στην Ελλάδα -τουναντίον.

Σύμφωνα μάλιστα με ανθρώπους που μελετούν ιδιαιτέρως τα της εν Ελλάδι Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως, υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες ότι οι ανωτέρω προτάσεις ενδεχομένως να οδηγήσουν αυτά τα σχολεία σε σταδιακό μαρασμό και δυσοίωνη προοπτική την αναστολή (έως και οριστική διακοπή) της λειτουργίας τους καθώς και την γεωγραφική και ουσιαστική συρρίκνωση της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Παιδείας.


Διορθωτικές κινήσεις θα μπορούσαν -μεταξύ άλλων- να γίνουν και στην κατεύθυνση διατηρήσεως των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών στην Τριτοβάθμια Εκκλησιαστική Εκπαίδευση (όπως έχει νομοθετηθεί από το έτος 2006), να παραμείνει η υπάρχουσα γεωγραφική εξακτίνωση (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, Ιωάννινα), να μειωθεί στο μισό ο απαιτούμενος αριθμός μαθητών φοιτήσεως (ήτοι, 60 και 30 αντιστοίχως) και να αλλάξει η φιλοσοφία τού νομοσχεδίου με προοπτική την επί της ουσίας πραγματική υποστήριξη της Εκκλησιστικής Εκπαιδεύσεως.
Όμως, κάτι τέτοιο θα έπρεπε να το επιθυμούν οι νομοθετούντες, να το επιδιώκουν οι αντιπολιτευόμενοι, να αντιδρά η κοινωνία. Αυτά για την ώρα δεν είναι ανιχνεύσιμα (πλην ελαχιστοτάτων εξαιρέσεων). Η δε Διαρκής Ιερά Σύνοδος, θα πρέπει να υπερβάλει εαυτόν. Θέλει; Εισακούεται; Μπορεί; Διότι, για όσους διέπονται από ελευθεροφροσύνη και ορθοκρισία, την ίδια στιγμή που το Ισλάμ επελαύνει στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι καθ' ημάς επικεφαλής κάνουν στατιστικές για το πόσοι Ισλαμιστές έγιναν Χριστιανοί. Όμως, δεν υπάρχει ισοζύγιο και η προοπτική είναι δυσοίωνη.