Γράφει ο Λεόντιος Κιοπεξής

 

Το "καλάθι του νοικοκυριού" είναι απλά ένα επικοινωνιακό τέχνασμα για πολύ κόσμο. Οι δημιουργοί του βασίζονται στην κοινωνική μηχανική τής ανικανότητας κατανόησης του προφορικού και του γραπτού λόγου. Ουδέποτε το καλάθι τού νοικοκυριού θα μείωνε πραγματικά τις τιμές, ουδέποτε θα έδινε κέρδος στον καταναλωτή. Ο σκοπός που φαίνεται -αλλά και σταδιακώς αποδεικνύεται- είναι "να σπρώξει" τον καταναλωτή σε συγκεκριμένα καταστήματα, τα οποία μαστίζονται από υψηλό λειτουργικό κόστος, και προσπαθούν με "κράχτη" το κράτος "να φέρουν τον κόσμο μέσα". Με άλλα λόγια, η πολύ μεγάλη προβολή τού "καλαθιού", λειτουργεί υπέρ των υπεραγορών διότι μετατοπίζει την αγοραστική δύναμη υπέρ τους, συρρικνώνοντας ακόμη περισσότερο τις μικρές επιχειρήσεις (π.χ. οπωροπωλεία, κρεοπωλεία, αρτοποιεία κ.ά.π.).

Είναι προτιμητέα από μερίδα τού αγοραστικού κοινού τα "μικρά τοπικά μαγαζάκια", διότι στο λεγόμενο "τεστ τού πεντάλεπτου του ευρώ", η απάντηση συνήθως είναι "...δεν πειράζει φέρ' το αύριο", σε αντίθεση με το "...δεν με αφήνει το σύστημα, εάν θέλετε, να αφαιρέσουμε ένα προϊόν".

Εις ό,τι αφορά τις "μεγάλες αλυσίδες", η ύπαρξη των οποίων είναι μία πραγματικότητα, θα μπορούσαν να προτιμώνται οι 100% ελληνικές, οι οποίες μάλιστα να έχουν στρατηγική πολιτική να έχουν στα ράφια τους ελληνικά προϊόντα -και εισαγόμενα όταν δεν υπάρχουν αντίστοιχα ελληνικά (και αυτά, να εισάγονται από χώρες οι οποίες σέβονται την χώρα μας αλλά και έχουμε εμπορικό τουλάχιστον ισοζύγιο).

Η υποστήριξη μικρών καταστημάτων, στηρίζει μέρος τού κορμού τής πατρίδας μας και πρέπει να την αντιμετωπίζουμε θετικά. Όπως επίσης και να επιλέγουμε ελληνικά προϊόντα. Όλα αυτά προϋποθέτουν να σκεφτόμαστε ελληνικά!

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.