Κι αν γίνει πόλεμος;

 

του Άρη Πετράκη

 

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θύμισε στον σύγχρονο Έλληνα - τον αποκαλούμενο και Νεοέλληνα - ότι η ειρήνη δεν είναι αιώνια και ότι νομοτελειακά κάποια στιγμή έρχεται ο πόλεμος. Η ιστορία είναι μία αέναη εναλλαγή καταστάσεων ειρήνης και πολέμου, είτε το θέλουμε είτε όχι. Βεβαίως, δεν ήταν απαραίτητη αυτή η αφορμή για να «αφυπνισθεί» ο Νεοέλληνας, αφού η πρόσφατη ιστορία έχει καταγράψει ότι ανά κάποιες δεκαετίες γίνεται πόλεμος ή έστω επιστράτευση στην Ελλάδα και, δυστυχώς, όλοι οι πρόσφατοι πόλεμοι κατέληξαν σε εθνικές καταστροφές.

Μεγάλο μέρος του πληθυσμού ανησύχησε από τον πόλεμο στην Ουκρανία και άρχισε να προετοιμάζεται όχι για την επιτυχή έκβαση ενός πολέμου, αν ποτέ χτυπήσει την πόρτα μας, αλλά για την ατομική του επιβίωση. Ο Νεοέλληνας έσπευσε να αγοράσει κονσέρβες, χάπια ιωδίου και αντιασφυξιογόνες μάσκες ξεχνώντας ότι ακόμα κι αν επιβιώσει έπειτα από έναν πόλεμο, στον οποίο το Έθνος – ή έστω το κράτος – θα ηττηθεί, ο ίδιος θα έχει χάσει την ελευθερία του, θα είναι ένας ραγιάς που απλά «γλίτωσε το τομάρι του». Το «Ελευθερία ή Θάνατος» φαντάζει ως κάτι πολύ μακρινό στο μυαλό του σύγχρονου Έλληνα.

Ο Νεοέλληνας που προσπάθησε να αποφύγει πάση θυσία την στρατιωτική θητεία, ο γονέας που «φίλησε κατουρημένες ποδιές» για να μην υπηρετήσει ο κανακάρης του στον Έβρο, ο μπούλης που προτίμησε να κάνει τον σερβιτόρο στις λέσχες αξιωματικών από το να κάνει σκοπιά σε κάποιο φυλάκιο, η μητέρα που θα κρύψει τον γιό της για να μην πολεμήσει και ο αναρχοαριστεροφιλελεδεξιός που σχεδιάζει να φύγει με το πρώτο αεροπλάνο σε περίπτωση πολέμου είναι δυστυχώς ο κανόνας στην ελληνική κοινωνία.

Στον κανόνα αυτόν προστίθενται οι ελληνοποιημένοι αλλογενείς που κανέναν λόγο δεν έχουν να πολεμήσουν για το ελληνικό έθνος, και οι χιλιάδες νέοι που έφυγαν στο εξωτερικό για ένα καλύτερο μέλλον και θα λείψουν από την εφεδρεία αν ποτέ γίνει επιστράτευση. Επιπλέον, στον κανόνα αυτόν προστίθεται η εν γένει χαλαρή νοοτροπία της ελληνικής κοινωνίας που απεχθάνεται τον μιλιταρισμό, την σκληραγωγία, την πειθαρχία, τα όπλα, τις πολεμικές τέχνες και συναινεί στην γυμναστική μόνο ως μέσο επίδειξης κοιλιακών στην παραλία.

Για την πλαδαρή αυτή κοινωνία, η οποία σε περίπτωση πολέμου είναι πολύ πιθανό να μην επιβιώσει, ευθύνονται τόσο οι πολίτες όσο και το νεοελληνικό κράτος. Το κράτος που μείωσε την στρατιωτική θητεία και σχεδόν κατήργησε την εκπαίδευση της εφεδρείας, που καλλιέργησε τις πελατειακές σχέσεις και την κομματοκρατία. Το κράτος που διαχρονικά επαίρεται για το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεών του αλλά δεν τολμά να στείλει σε εμπόλεμη ζώνη ούτε διμοιρία, αφού η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει φέρετρα στρατιωτών. Για τον λόγο αυτό αρκείται σε παρελάσεις, επιδείξεις, συνεστιάσεις και η πιο «extreme» δραστηριότητα των Ενόπλων Δυνάμεών του είναι οι ειρηνευτικές αποστολές. Πραγματική προετοιμασία για πόλεμο δεν χρειάζεται αφού, όπως πιστεύει το κράτος, σε περίπτωση πολέμου θα μας σώσουν οι «σύμμαχοι». Άλλωστε έχουμε συνηθίσει να βάζουμε την ουρά στα σκέλια και να υποχωρούμε (βλ. Ίμια). Ο «πατριωτισμός» του νεοελληνικού κράτους εξαντλείται στους στημένους πανηγυρισμούς για την Eurovision και το Euro.

Είναι το ίδιο κράτος που σε δύσκολες περιστάσεις προσπαθεί μέσω της προπαγάνδας να εξυψώσει το φρόνημα του λαού, λες και το να σκοτωθεί κανείς με υψηλό φρόνημα θα κάνει την διαφορά σε έναν πόλεμο. Είναι το κράτος που όποτε χρειάζεται εμφανίζει διάφορους «πατριώτες» πολιτικούς, καθηγητές, στρατιωτικούς και άλλους «άσσους από το μανίκι του» για να εξυψώσει προσωρινά το ηθικό του λαού του, στην πραγματικότητα όμως τον κοιμίζει με διάφορα παραμύθια (π.χ. «η Τουρκία διαλύεται»). Όμως, όταν η κατάσταση φτάσει στο απροχώρητο το κράτος για να εξασφαλίσει την σωτηρία του θα στραφεί για ακόμα μία φορά στους λίγους, που τώρα βρίσκονται στο περιθώριο, στην «απ’ έξω». Σ’ αυτούς οι οποίοι δεν προκρίνουν το ατομικό αλλά το εθνικό συμφέρον. Σ’ αυτούς που δεν πείθονται από τα παραμύθια των διαφόρων διαττόντων αστέρων του στημένου «πατριωτισμού». Τους λίγους που επεδίωξαν να υπηρετήσουν μία ουσιαστική στρατιωτική θητεία, με εκπαίδευση και ασκήσεις αλλά για την πλειονότητα αποτελούσαν τα «κορόιδα». Αυτούς που έχουν συναίσθηση του χρέους τους απέναντι στο Έθνος, που αδιαφορούν για την γνώμη των ριψάσπιδων και των καλοπερασάκηδων συμπατριωτών τους και συνεχίζουν να είναι σε ετοιμότητα, σωματική και πνευματική, για την περίπτωση πολέμου. Αυτοί οι Έλληνες είναι εθνικιστές - είτε το έχουν συνειδητοποιήσει είτε όχι - και θα είναι παρόντες στις εξελίξεις, όταν και όπου χρειαστεί, στο μέτωπο αλλά και στα μετόπισθεν.

Αυτό όμως που κάνει τη διαφορά στον σύγχρονο κόσμο είναι το επίπεδο πληροφόρησης του λαού. Πλέον είναι φανερό ότι ο εχθρός δεν είναι μόνο προ των πυλών αλλά είναι και εντός των πυλών. Οι εθνικιστές γνωρίζουμε το ποιόν της πολιτικής, θρησκευτικής, πνευματικής και στρατιωτικής ηγεσίας, των οικονομικών ελίτ και των γραφειοκρατών που κυβερνούν την Ελλάδα. Δεν ζούμε ούτε στο 1940 ούτε στο 1974, που οι στρατιώτες πολέμησαν υπέρ βωμών και εστιών, έχοντας όμως άγνοια των πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό της χώρας και διεθνώς, με αποτέλεσμα πράκτορες ξένων συμφερόντων - μεταξύ των οποίων κάποιοι ενδεδυμένοι τον μανδύα του πατριώτη - να εκμεταλλευθούν την θυσία τους. Στον επόμενο πόλεμο, όποτε κι αν γίνει, οι Έλληνες εθνικιστές και όσοι συνταχθούν μαζί μας έστω και την τελευταία στιγμή θα πολεμήσουμε υπέρ του Έθνους. Αλλά αυτή τη φορά είτε νικήσουμε είτε ηττηθούμε δεν πρόκειται να ανεχθούμε την προδοσία. 

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.