ΒΙΑΣΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ.
Στο τέλος του 2021 το χρέος των ελληνικών τραπεζών σε ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έφτανε τα 250 εκ. ευρώ (ανεξάρτητο από το κρατικό χρέος της Ελλάδας). Αυτό σημαίνει με απλά λόγια ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι άμεσα εξαρτώμενες από ξένα ιδρύματα και κεφάλαια (funds). Άραγε που έχει φτάσει μετά από 3 χρόνια;
Στον αντίποδα, τα μέτρα εξυγίανσης των τραπεζών απέδωσαν. Αλλά προς ποια κατεύθυνση; Iστότοποι μας ενημερώνουν ότι οι 4 συστημικές τράπεζες στο πρώτο εξάμηνο του 2024 είχαν κέρδη τα οποία ανήλθαν σε 2,3 δις ευρώ, μέσα από περικοπές και εξορθολογισμό του κόστους (λειτουργικό και πιστωτικό κόστος), έσοδα από τόκους και προμήθειες. Το λειτουργικό κόστος μειώθηκε κυρίως λόγω της μείωσης του αριθμού των εργαζομένων.
Τα τελευταία έτη πάντως, βλέπουμε κινητικότητα στο τραπεζικό σύστημα και στη δομή των τραπεζών, η οποία θα μπορούσε να σχετίζεται με το υψηλότατο χρέος: Υποκαταστήματα κλείνουν, υπάλληλοι προτιμούν την εθελουσία έξοδο προκειμένου να λάβουν ένα αρκετά ικανοποιητικό ποσό και να αναζητήσουν εκ νέου εργασία, υπάλληλοι αντικαθίστανται από εσωτερικά μηχανήματα με αποτέλεσμα την μείωση των φυσικών ταμείων. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι μείωση των εργαζομένων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αύξηση της ανεργίας και των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων (που επιβάρυναν τα ταμεία, τα οποία δεν αντικατεστησαν τις απώλειες των εισφορών από νέες προσλήψεις) και η επιπλέον ταλαιπωρία των πολιτών. Επίσης υποβαθμιστηκε η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, αφού οι υπάλληλοι που απέμειναν στερούνταν κατά κανόνα εργασιακής εμπειρίας και γνώσεων, ενώ τα μηχανήματα δεν μπορούν να αναπληρώσουν την ανθρώπινη επινοητικοτητα και διαχείριση. Σε ευρωπαϊκές χώρες μεγάλες τράπεζες δημιουργούν τα λεγόμενα street banks, που είναι μικρές τραπεζικές μονάδες/θυρίδες με 1 ή 2 άτομα ακριβώς για να αναπληρώσουν αυτό το έλλειμμα φυσικής εξυπηρέτησης από έμπειρο προσωπικό που είχε συνταξιοδοτηθει πρόωρα. Μία ανάγκη που προήλθε μετά από έντονες διαμαρτυρίες πελατών για την υποβάθμιση των υπηρεσιών!
Συν τοις άλλοις, η περίοδος του κορωνιού (κόβιντ) έφερε σε δημόσιες και τραπεζικές υπηρεσίες την υποχρεωτική- σε πολλές περιπτώσεις- λειτουργία προκαθορισμένων συναντήσεων με υπαλλήλους (ραντεβού). Έτσι για να εκδόσεις απλά μια βεβαίωση, να πάρεις ένα τραπεζικό έγγραφο πρέπει να προγραμματίσεις συνάντηση που σε πολλές τράπεζες μπορεί να πραγματοποιηθεί και μετά από 20-30 ημέρες. Π.χ. για έκδοση εγγράφου εξόφλησης δανείου από την Εθνική τράπεζα, ζητήθηκε προγραμματισμένη συνάντηση με διαθέσιμη ημερομηνία μετά από 28 ημέρες (για μια ενέργεια 5 λεπτών από έμπειρο υπάλληλο).
Όλα αυτά λοιπόν, γίνονται για την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη με πρόσχημα την τεχνολογική εξέλιξη ή για την μείωση των χρεών (παράλληλα και για την αύξηση των εσόδων) των ελληνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων; Διότι, εν τέλει, χρωστούν ή έχουν κερδοφορία (ή και τα δυο);
Η υποστελέχωση των υποκαταστημάτων, η ώθηση σε εθελουσία έξοδο και το κλείσιμο υποκαταστημάτων είναι αποφάσεις και κινήσεις ύπουλες και νευρικές. Είναι πρόχειρες λύσεις για τη μείωση των χρεών των ιδρυμάτων με γνώμονα το παρόν και αδιαφορώντας για το μέλλον.
Τέλος, ναι, οι απόλυτοι αριθμοί και δείκτες των ισολογισμών βελτιώθηκαν αλλά οι τράπεζες έπαψαν από καιρό να είναι ελληνικές, τόσο στη μετοχική τους σύνθεση όσο και στο μάνατζμεντ. Άρα, γιατί πρέπει να χαιρόμαστε που τα κέρδη της τα καρπωνονται μη Έλληνες;