Ομιλία του Γεωργίου Σαγιά με θέμα "Η Φιλική Εταιρεία" στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Εορτασμού των 200 Χρόνων από την Επανάσταση του 1821 που οργάνωσε η Εκκλησία.
Υπάρχει μικρή απόκλιση του χειρογράφου από το εκφωνηθέν κείμενο στο τέλος του κειμένου.

 

 

ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ

 
Σεβασμιώτατε
Πάτερ και Δέσποτα,
Σεβαστοί Πατέρες,
Αγαπητοί Αδελφοί

Η Εθνεγερσία των Ελλήνων την δεκαετία τού 1820 ήταν εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με χαρακτηριστικά Επαναστάσεως κατά των Τούρκων ισλαμιστών κατακτητών και των συμμάχων τους. Δεν προέκυψε τυχαία ή απρόοπτα, αντιθέτως, ήταν το επιστέγασμα συνεχών, αλλεπάλληλων και από την πρώτη περίοδο τής τουρκοκρατίας ξεσηκωμών. Το ψυχολογικό υπόβαθρο της Επαναστάσεως εδραζόταν στις σταθερότατες βάσεις τής ανέκαθεν και ιστορικώς αποδεδειγμένης επιθυμίας των Ελλήνων να ζουν Ελεύθεροι. Το ιδεολογικό υπόβαθρο, βασισμένο στην αδιάσπαστη συνέχεια σταθερών αξιών τών Ελλήνων αρχαιόθεν (φιλοπατρία, ελευθεροφροσύνη, γενναιότητα, υπερηφάνεια, λεβεντιά, αξιοπρέπεια), προετοιμάστηκε καταλλήλως τον 18ο αιώνα, κυρίως από διανοητές, έγινε δε προτεραιότητα των απλών αγωνιστών της Ελευθερίας. Για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία, οι Έλληνες δεν περίμεναν την ώρα τής λευτεριάς• την έφεραν! Και είναι αυτό το γεγονός, σημαντικότατο μήνυμα εις τους αιώνες: Τη λευτεριά δεν πρέπει να την περιμένουμε από άλλους, οφείλουμε να τη φέρνουμε εμείς με κάθε τρόπο και κάθε τίμημα.
Σημειώνεται ότι η ψυχολογική και ιδεολογική βάση τής προεπαναστικής περιόδου, δεν συνοδεύονταν από ηγετική φυσιογνωμία πανελληνίου αποδοχής. Υπήρχαν κατά τόπους επικεφαλής, οι οποίοι έχαιραν τοπικής εκτιμήσεως αλλά ουχί γενικής αναγνωρίσεως ως αδιαμφισβήτητοι ηγέτες στο σύνολον της επικρατείας. Πολύ σημαντικές προσωπικότητες όπως οι Ιωάννης Καποδίστριας και Αδαμάντιος Κοραής, εκτιμάται ότι υπολείπονταν σε κινηματική επαναστατική λογική και δυναμική αποφασιστικότητα. Όμως, οι παράγοντες για γενικό εθνικό ξεσηκωμό υφίσταντο και ήταν ώριμοι: η εθνική επαναστατική ιδέα και η διάθεσις τού λαού για ένοπλο αγώνα κατά του κατακτητού, παρά τις ατυχείς εκβάσεις πολλών δεκάδων ασυντόνιστων εξεγέρσεων σε όλη την διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Η βούλησις για Επανάσταση και ριψοκίνδυνες ενέργειες πέραν λογικών αναλύσεων, και υπήρχε και εξεδηλώθη από απλούς ασήμους ανθρώπους, οι οποίοι προέταξαν την πίστη έναντι της λογικής και την διεκδίκηση τού θεωρουμένου ανεφίκτου απέναντι στην περιρρέουσα άποψη τού εφικτού. Ιδρύθηκε πνευματική εταιρία, η οποία ονομάσθηκε από τους ιδρυτάς της "Φιλική Εταιρία", με σκοπό την οργάνωση και την ενέργεια εθνικού απελευθερωτικού αγώνος και τον συντονισμό των απανταχού Ελλήνων προς επίτευξιν τού ιερού αυτού σκοπού. Ουδείς έλλειψε από τον αγώνα• όλοι ανεξαιρέτως οι πανέλληνες, λαός και κλήρος, έδωσαν το παρόν μη φειδόμενοι θυσιών, αψηφώντας τον φόβο, την αριθμητική και υλική υπεροχή των εχθρών και την γενικά αρνητική έως τότε στάση των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.
 Η Φιλική Εταιρία ήταν καρπός εμπνεύσεως και υλοποιήσεως υπό Ελλήνων αφανών, μη εχόντων περίσσευμα χρημάτων ή επάρκεια υλικών αγαθών ή υψηλές σχέσεις με δυνατούς τού κόσμου ή υψηλό κύρος, ούτε βεβαίως είχαν όπλα, πυροβόλα και πλοία. Τα μόνα εφόδια που είχαν σε υπερεπάρκεια ήταν η αδούλωτη ψυχή τους καθώς και ο πόθος και η πίστη τους για την ελευθερία τού Γένους. Τα ανωτέρω εξηγούν εν μέρει και κάποιους από τους λόγους για τους οποίους δεν αποκάλυπταν τα ονόματά τους κατά τα επτά δύσκολα χρόνια τής εξαπλώσεως της Φιλικής Εταιρίας και της μυστικής προετοιμασίας τού αγώνος. Ο Γιαννιώτης Αθανάσιος Τσακάλωφ, ο Αρτινός από το Κομπότι Νικόλαος Σκουφάς και ο Πάτμιος Εμμανουήλ Ξάνθος απετέλεσαν την αρχική τριανδρία των ιδρυτών τής Φιλικής Εταιρίας. Αυτοί, χωρίς πολιτική εμπειρία, χωρίς κάποια αναγνωρισμένη πνευματική παρουσία, χωρίς οικονομική επιφάνεια, χωρίς κάποια διακριτή κοινωνική παρουσία, κατάφεραν σταδιακώς να εντάξουν στην Φιλική Εταιρία ευπόρους και πτωχούς, αριστοκράτες και κληρικούς, προκρίτους και αγρότες, πλοιοκτήτες και εμπόρους, Κλέφτες και Αρματολούς, όλους όσοι διαπνέονταν από την φλόγα της ελευθερίας. Αυτό το στοιχείο από μόνο του είναι τρανή απόδειξις ότι η Ελληνική Επανάσταση ήταν αποκλειστικώς και μόνον και εξ ολοκλήρου εθνική. Τρεις απλοί Έλληνες, σοφά αποφασισμένοι να μην στηριχθούν σε ξένες δυνάμεις, σχεδίασαν και επέτυχαν συντονισμένη έγερση του σκλαβωμένου ελληνικού έθνους και οδήγησαν στην Ελευθερία.
Η ίδρυσις της Φιλικής Εταιρίας (και από τούδε Φ.Ε.) πραγματοποιήθηκε στην Οδησσό (τότε Ρωσίας, σήμερα Ουκρανίας) το 1814. Όπως συμπληρώνει ο Εμμανουήλ Ξάνθος στις αναμνήσεις του, "Απεφάσισαν οι ειρημένοι (Σκουφάς, Ξάνθος, Τσακάλωφ), να επιχειρισθώσι την σύστασην τοιαύτης Εταιρίας (...) διά να ενεργήσωσι μόνοι των, ό,τι ματαίως από πολλού χρόνου ήλπιζον από την φιλανθρωπίαν των Χριστιανών βασιλέων".(1)
Ένας χειροτέχνης που διατηρούσε μία μικρή επιχείρηση στην Οδησσό, ο Σκουφάς, ένας εμποροϋπάλληλος σε κατάστημα μεγαλεμπόρου της Οδησσού, ο Ξάνθος και ένας διανοούμενος, γιος γουναρά της Μόσχας που βρισκόταν για σπουδές στο Παρίσι, ο Τσακάλωφ, ήταν η ψυχή, η καρδιά και το μυαλό του ενόπλου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, της εθνεγερσίας, με σκοπό την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και την εν ελευθερία οργάνωση ελληνικού κράτους, εδραζομένου στον αρχαιόθεν ερχόμενο ελληνικό πολιτισμό (αυτό εκτιμάται ότι προκύπτει και από τους σκοπούς τής προγενεστέρας τής Φ.Ε. Εταιρία με την ονομασία "Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον", της οποίας ήταν μέλος ο Αθανάσιος Τσακάλωφ). Είναι πασιφανές στον αντικειμενικό μελετητή τής ιστορίας ότι η Ελληνική Επανάστασις ήτο ξεκάθαρα και εξ ολοκλήρου εθνική. Προς επίρρωσιν των ανωτέρω, μπορούν να τονισθούν και τα εξής, τα οποία εντοπίζονται στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν τού 'Ηλίου': "Δεν προήλθεν από την υποκίνησιν ωρισμένης κοινωνικής ομάδος, ούτε από την σύγκρουσιν οικονομικών συμφερόντων, ούτε από μίαν απλήν κακοδαιμονίαν, ούτε ως ανάγκη πολιτειακής μεταβολής, ούτε την προεκάλεσεν η οργή ενός ικανού εναντίον των ανικάνων, των κακών αρχόντων του προς τοποθέτηση εις την εξουσίαν άλλων καλυτέρων, στοιχεία που αποτελούν τα χαρακτηριστικά τών επαναστατικών κινημάτων των λαών και εις την παλαιοτέραν και εις την νεωτέραν ιστορίαν".(2)
Ο αγώνας για την ελευθερία τού ελληνικού έθνους, βασίστηκε κυρίως σε δύο κεντρικούς πυλώνες: στον ένοπλο αγώνα και στην μυστική οργάνωση. Ο Ρήγας Φεραίος (Βελεστινλής) (1758-1798 ) είχε την ιδέα οργανώσεως παρανόμου εθνικοαπελευθερωτικού
κινήματος. Μετά την παράδοσή του από τους Αυστριακούς στους Τούρκους και τον τραγικό στραγγαλισμό αυτού και των συναγωνιστών του, ο άξιος συνεργάτης του Χριστόφορος Περραιβός ανέλαβε να συνεχίσει το έργο του και να κρατήσει την φλόγα του αγώνα αναμμένη, κάτι που υλοποίησε ποικιλοτρόπως με επιτυχία. Το 1816, προσχώρησε στη Φ.Ε. ώστε να προσφέρει πλέον στον εθνικό σκοπό μέσω της οργανωμένης και μαζικοποιημένης παράνομης αυτής οργανώσεως. Από το έτος 1796 έως το 1814 (χρονιά ιδρύσεως της Φ.Ε.), υπήρξαν άλλες δύο προσπάθειες για μυστική πολιτική οργάνωση των Ελλήνων: η μία στο Παρίσι με την ονομασία "Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον", η οποία ιδρύθηκε το 1809 (με την ανοχή των Γάλλων επί Ναπολέοντα) από τον εκ Θεσσαλονίκης λόγιο Γρηγόριο Ζαλύκη και τον Πρίγκηπα Δημήτριο Κομνηνό, εκ της ομωνύμου βυζαντινής οικογενείας,  και η άλλη στην Αθήνα με την ονομασία "Φιλόμουσος Εταιρία", η οποία ιδρύθηκε το 1813 από φιλοβρεταννούς αλλά σύντομα ελέγχθηκε από φιλορώσους. Όμως δεν ευτύχησαν αυτές οι προσπάθειες• η μεν πρώτη διότι μετά την ήττα τού Ναπολέοντος εξελίχθηκαν σκληρές επιθέσεις εναντίον των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων από δυνάμεις (οι οποίες μετέπειτα συνασπίσθηκαν στην "Ιερή Συμμαχία") και δημιούργησαν φόβο και αδράνεια, η δε δεύτερη διότι υπήρχε αναντιστοιχία προγράμματος και πραγματικών αγωνιστικών απαιτήσεων τού λαού.
Σε αυτό το κομβικό σημείο καμπής τής επαναστατικής εγρηγόρσεως, καταλυτικά λειτούργησε η συνάντησις δύο Ελλήνων και κατόπιν ενός τρίτου και ακόμη ενός τετάρτου, οι οποίοι απετέλεσαν τη μαγιά μίας νέας οργανώσεως, μίας Εταιρίας δημιουργημένης και στη συνέχεια οργανωμένης στα πρότυπα άλλων μυστικών εταιριών, οι οποίες ανθούσαν τότε στην Ευρώπη. (Αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνη την εποχή δημιουργούνταν εταιρίες μυστικές, ερμηνευόμενον ως παράνομες, με σκοπό την πυροδότηση εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, ο δε δανεισμός τελετουργικών, κωδίκων ή άλλων στοιχείων από άλλες μυστικές οργανώσεις όπως οι καρμπονάροι -τύπος συνωμοτικού εταιρισμού- ή ο ελευθεροτεκτονισμός ή μασονία, δεν τεκμηριώνει την άποψη ότι ήταν άντρα μασόνων. Ακόμη και η αποδεδειγμένη συμμετοχή μασόνων τινών, μάλλον δείχνει την δύναμη διεισδυτικότητας των εθνικών ιδεών σε όλες τις κοινωνικές ομαδώσεις -και πάντως αυτό θεωρείται υπό τού γράφοντος ως πιθανότερο βάσει των υπαρχόντων στοιχείων). Η οργάνωσις αυτή, που όπως προαναφέρθηκε ονομάστηκε Φιλική Εταιρία, με πρωτεργάτες τους Νικόλαο Σκουφά, Αθανάσιο Τσακάλωφ, Εμμανουήλ Ξάνθο και Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, είχε ως Σκοπό την προετοιμασία της Επαναστάσεως των Ελλήνων κατά των Τούρκων τυράννων και την Απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό. Η ηγετική ομάδα, στην πορεία τού αγώνος πλαισιώθηκε και από τους Αντώνη Κομιζόπουλο, Νικόλαο Γαλάτη, Παναγιώτη Σέκερη, Άνθιμο Γαζή, Αθανάσιο Σέκερη και Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος αργότερα εχρίσθη και Αρχηγός τής Ανωτάτης Αρχής (μετά την άρνηση τού Ιωάννου Καποδίστρια να αναλάβει την θέση αυτή, στην οποία εξελέγη ερήμην του).
Για την πραγμάτωση του μεγάλου σκοπού τής εθνικής απολυτρώσεως, 'για την ανέγερσιν και απελευθέρωσιν τού Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδος μας', '...διά να ενεργήσωσιν μόνοι τους ό,τι επί ματαίως από πολλού χρόνου ήλπιζον από την φιλανθρωπίαν των χριστιανών βασιλέων' (όπως γράφει στα Απομνημονεύματά του ο Εμμανουήλ Ξάνθος) ενεπνεύσθησαν και υλοποίησαν στιβαρή μυστική οργανωτική δομή (τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό τής κατεχομένης χώρας) αλλά και καλλιέργησαν σχέσεις και επαφές και με τους άλλους υποδούλους λαούς τής Χερσονήσου του Αίμου.
Ο Νικόλαος Σκουφάς ήταν ο πολιτικός και οργανωτικός εγκέφαλος της πρώτης τριανδρίας. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Κουμπάρος αλλά έγινε γνωστός με το παρονόμι που απέκτησε λόγω τού επαγγέλματός του ως πιλοποιού και δη κατασκευαστή σκούφων. Έφυγε από την ιδιαίτερη πατρίδα του, το Κομπότι, διότι η περιοχή είχε δοθεί ως "τσιφλίκι" στον σκληρό Μουχτάρ, γιο τού Αλή Πασά. Εγκαταστάθηκε στην Άρτα και κατόπιν πήγε στη Ρωσία. Η επιχείρησή του εκεί δεν πήγε καλά και επειδή χρεωκόπησε, δεν έχαιρε κοινωνικής εκτιμήσεως. Όμως η φλόγα τού εθνικού σηκωμού πύρωνε την καρδιά του και το ότι είχε χάσει τα όποια υπάρχοντά του τον ελευθέρωνε να αφιερωθεί ψυχή τε και σώματι σε αυτήν την ευγενή ιδέα. Στην Οδησσό γνώρισε τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, έναν νέο άνθρωπο με φρόνηση αλλά και θέρμη για την  πατρίδα. Και αυτού το πραγματικό επώνυμο ήταν άλλο• ήταν γιος του δερματεμπόρου Νικηφόρου Τεκελή, ο οποίος έκανε εμπόριο γουναρικών στη Νίζνα και στη Μόσχα. Νύχτα έφυγε από τα Ιωάννινα με τον πατέρα του που είχε έρθει αναγκαστικά από την Ρωσία για να τον πάρει μαζί του. Αναγκαστικά διότι προ μηνών τον είχαν απαγάγει "τζοχανταραίοι" (Τούρκοι αξιωματικοί τού σουλτάνου) για να τον δώσουν βορά στις σεξουαλικές ορέξεις τού εκφύλου κτήνους Αλή Πασά (με τις 360 παλλακίδες) και των επίσης έκφυλων γιων του και σώθηκε χάρη στις ενέργειες της απελπισμένης μητρός του και την έμμεση διευκόλυνση που της έκανε ένας υψηλόβαθμος Τούρκος γείτονας. Στη Ρωσία, ο πατέρας του φρόντισε ώστε ο γιος του να λάβει εκπαίδευση και κατόπιν τον έστειλε στο Παρίσι για να σπουδάσει. Εκεί, ως νέος σπουδαστής, έγινε μέλος τής διοικήσεως τού "Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου" (υπό τους Σουαζέλ Γκουφιέ και Γρηγόριο Ζαλύκη) και κατά το τέλος τού 1814, όταν ξαναγύρισε στην Οδησσό κατευθυνόμενος προς την  Μόσχα όπου ευρίσκετο η οικογένειά του, γνώρισε τον Νικόλαο Σκουφά. Πέραν της κοινών τους σημείων συζητήσεως λόγω τής Ηπειρωτικής καταγωγής τους, ομονόησαν με βάση τον πατριωτισμό τους. Σημειώνεται χαρακτηριστικά στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν τού 'Ηλίου': "...αλλ' εκείνο που τους συνέδεσε ταχύτατα ήτο το πάθος που εφλόγιζε και τον ένα και τον άλλον διά την τύχην τής πατρίδος. Είχαν αρχίσει επί του θέματος ατελειώτους συνομιλίας, που επροχωρούσαν μέχρι της εξευρέσεως του τρόπου τής σωτηρίας. Έτσι ανεπτύχθη μεταξύ των η ιδέα τής ιδρύσεως μυστικής εταιρίας, με σκοπόν την οργάνωσιν όλων των ικανών προς επανάστασιν στοιχείων τής Ελλάδος και την απολύτρωσιν τού Γένους από την δουλείαν. Ήσαν κυρίως σύμφωνοι επί δύο βασικών σημείων: Ότι αυτήν την φοράν οι Έλληνες έπρεπε να στηριχθούν μόνον εις τας ιδικάς των δυνάμεις και να μη περιμένουν τίποτε από τους ξένους και κατά δεύτερον ότι ήτο ανάγκη να μετάσχουν εις τον αγώνα όλοι, και οι μεγάλοι και οι μικροί, όσοι είχον πραγματικόν εθνικόν φρόνημα".(3)
Αργότερα, οι δύο αυτοί γνώρισαν και μύησαν τον Εμμανουήλ Ξάνθο από την Πάτμο και τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο από την Ανδίτσαινα. Ο Ξάνθος, απεδείχθη βασικός στυλοβάτης του υπέρ ελευθερίας αγώνος. Αυτός, ένας απλός εμποροϋπάλληλος, πήρε πρωτοβουλία και έδωσε προοπτική στον αγώνα δίνοντάς του τον αναγκαίο Πρώτο. Γράφει χαρακτηριστικά ο Σπύρος Μελάς: "Μιλάω, γενικά, για την υπέρτατη ανάγκη ενός αρχηγού, πούνιωσε βαθιά ο Ξάνθος και μπόρεσε να ικανοποιήσει. Η Φιλική Εταιρία -και μαζί της η μεγάλη υπόθεση της λευτεριάς τού Έθνους- κιντύνεψε, (...) στα πρώτα βήματά της από έλλειψη μέσων υλικών. Τη γλύτωσε η γενναιοδωρία τού Σέκερη. Τώρα κιντύνευε πάλι από τη γάγγραινα της πολυαρχίας. Το πολυκέφαλο -δηλαδή ακέφαλο- σώμα τής εθνικής εναντίον τού τυράννου συνωμοσίας κιντύνευε να σπαραχτεί, να διαμελιστεί από τις ασυμβίβαστες φιλοδοξίες των μελών, τις ασυντόνιστες ενέργειες και τις καταχρήσεις μερικών ασυνειδήτων.... Τότε πρόβαλε ό,τι ο Ξάνθος είχε στην καρδιά και στο μυαλό του. Όλες οι φιλοδοξίες έπρεπε να θυσιαστούν, οι γνώμες να κλίνουν σε μία. Η πρωτοβουλία του έδωσε τότε στο ακέφαλο σώμα της Φιλικής Εταιρίας το παν: Το κεφάλι. Είναι η μεγαλύτερή του υπηρεσία. Όχι όμως η μόνη...".(4)
Μα και ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στον υπέρ πατρίδος αγώνα. Άψογος στα χρόνια τού αγώνα, τίμιος, μετρημένος και αλύγιστος, είχε την απαίτηση από όλους να λειτουργούν όπως αυτός. Αυτό τον οδηγούσε σε αντιπάθειες και καυγάδες, γιατί είναι σαν να ήθελε να αναβιβάσει την συμπεριφορά αγωνιστών σε συμπεριφορά -τρόπον τινά- αγίων. Σημαντικότατη είναι η προσφορά του στην Φ. Ε. διότι όταν υπήρξε η αδήριτη ανάγκη να βρεθεί ένας πλούσιος Έλληνας για να υποστηρίξει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο, πρότεινε αρίστη λύση, ανέλαβε να την υλοποιήσει και ευθύς το έπραξε. Επισκέφθηκε τον πολύ πλούσιο μεγαλέμπορο από την Αρκαδία Παναγιώτη Σέκερη, άνθρωπο ικανότατο, με ευρύτητα σκέψεως και αδιαπραγμάτευτο ελληνικό φρόνημα, τον όρκισε στη Φ. Ε. και τον έπεισε να συνεισφέρει στον εθνικό σκοπό τού μεγάλου σηκωμού. Μάλιστα, όταν ο Σκουφάς προδόθηκε από την καρδιά του και αφέθηκε στα χέρια τού Υψίστου, η επιλογή και επιτυχία τού Παναγιώτη Αναγνωστοπούλου στο πρόσωπο τού Παναγιώτη Σέκερη έδωσε τη λύση: αυτός ο μεγάλος Έλληνας κράτησε όρθια την Φ. Ε. και την οδήγησε ασφαλώς ως τη μεγάλη ημέρα τής κηρύξεως τής Επαναστάσεως. Αλλά και αργότερα, στις διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους που λυμαίνονταν την Τρίπολη, ο Αναγνωστόπουλος έδειξε τον δυναμικό του χαρακτήρα οδηγώντας τους Τούρκους διαπραγματευτές σε υποχώρηση. Και μετά τις διαπραγματεύσεις, συμμετοχή στις μάχες. Δηλαδή, θεωρία και πράξη ενιαίες και αδιαίτετες: αμέσως μετά, έλαβε μέρος στην πολιορκία τής Τριπολιτσάς, στην εκστρατεία στην Κόρινθο, στο Ναύπλιο, στην Ακροκόρινθο, στην Στερεά, εναντίον τού Δράμαλη και εναντίον τού Ιμπραήμ. Έπειτα, προέβη σε μία υπέροχη ενέργεια• επιβιβάστηκε σε πλοίο για Ρωσία ώστε να δώσει ο ίδιος στον Τσάρο έγγραφα για να τον πείσει να ενδιαφερθεί για την Ελλάδα. Η μετεπαναστατική διαφωνία του για το εάν ήταν ο Ξάνθος ή αυτός ο τρίτος τής Φ. Ε., δεν πρέπει να αμαυρώσει το μεγαλείο του.
Μεγάλη μορφή τής Φ. Ε. ήταν και ο -προαναφερθείς- εκ Τριπολιτσάς Παναγιώτης Σέκερης, έμπορος της Κωνσταντινουπόλεως, πλούσιος, πλοιοκτήτης και δυνατός παίκτης τού τότε χρηματιστηρίου με την ονομασία "χαβιαριόχανο". Έγινε εταίρος και κατόπιν μέλος τής υπερτάτου Αρχής και κοινωνός των μυστικών τής Εταιρίας. Δεν δίστασε από την πρώτη στιγμή να υποστηρίξει τον αγώνα με μεγάλα ποσά, τα οποία στην συνέχεια έγιναν τεράστια. Γι' αυτό του έδωσαν και το θετικό παρωνύμιο "χρυσοδωδέκατος". Εκείνη την εποχή, το ταμείο τής Φ. Ε. ήταν εντελώς άδειο  και οι ανάγκες τού αγώνα πολύ μεγάλες. Ο Παναγιώτης Σέκερης, έκανε το καθήκον του σε υπερθετικό βαθμό. Διαβάζουμε στο σχετικό με τον Π. Σέκερη έργο τού Ιωάννου Μελετοπούλου: "Εις το αφιερωτικόν του γράμμα, το οποίον τύποις απευθύνεται εις τον εν Παρισίοις αδελφόν του Γεώργιον Σέκερην, αναγράφει ότι είναι ηλικίας 35 ετών και ως εισφοράν του δίδει (σσ: για αρχή) 10.000 γρόσια. Το ποσόν τούτο ήτο απαραίτητον τότε εις την Εταιρείαν, κυρίως διά την μετάβασιν εις τας νήσους, την Μακεδονίαν, την Θεσσαλίαν, την Πελοπόννησον και αλλαχού αποστόλων τής Εταιρείας. Αλλά το ποσόν τούτον, ως φαίνεται, δεν ήρκεσε διά τον ως άνω σκοπόν και τας λοιπάς ανάγκας τής Εταιρείας και ο Σέκερης εβοήθησεν έτι γενναιότερον".(5)
Συμπληρώνει δε ο Σπύρος Μελάς: "Μονάχα όταν ο Υψηλάντης πήρε την αρχηγία και φορολόγησε άλλους ομογενείς και όταν ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' ίδρυσε το 'Κιβώτιο τού Ελέους', για εισφορές υπέρ των πτωχών και διευκόλυνε, κάτω απ' αυτό, έναν εθνικό έρανο, μπόρεσε ν' ανασάνει κάπως ο Σέκερης. Τότε μονάχα μπόρεσε να κοπάσει τέλος η θύελλα των 'δανείων' -δανεικά κι αγύριστα- για την εθνική υπόθεση. Από τα καράβια του, τα εννιά, το ένα το χάρισε από την αρχή στην Εταιρία για τα ταξίδια των αποστόλων της. Άλλα του πήραν κι άλλα πρόσφερε μονάχος του. Ωστόσο, οι χρηματικές του θυσίες δεν ήτανε και πάλι τίποτα μπροστά στο ηρωικό κουράγιο του, το μυαλό και την ενεργητικότητά του. Νύχτα - μέρα καθότανε απάνω στη φωτιά. Ήτανε το κέντρο τής εθνικής συνωμοσίας στην καρδιά τού εχθρού. Κινούσε τα νήματά της..."(6) Απεβίωσε στο Ναύπλιο σχεδόν πάμπτωχος!
Ιδιαίτερη προσωπικότητα, η οποία έμεινε στην ιστορία ως πρόσωπο που έβαλε σε κίνδυνο τον μυστικό αγώνα της Φ. Ε. (και γι' αυτό εκτελέστηκε κατόπιν αποφάσεως τής Αρχής από τους Δημητρόπουλο και Τσακάλωφ), ήταν ο Ιθακήσιος Νικόλαος Γαλάτης. Άνθρωπος ικανός αλλά υπέρ το δέον φιλόδοξος, μπέρδεψε τον υπέρτατο υπέρ έθνους σκοπό τής απελευθερώσεως με την μεγαλομανία του και δυστυχώς νόμισε πως τα τεκταινόμενα μπορούσαν να τον εκτοξεύσουν στην ιεραρχία τής ζωής και του τόπου μας. Με μεγάλη ικανότητα και άνεση έπειθε κόσμο να συμμετέχει στην Φ. Ε., πλην όμως συχνά άκριτα, πράττοντας με επιπόλαιο έως επικίνδυνο τρόπο. Ενθουσιώδης αλλά μεγαλομανής και καυχησιολόγος, προσπάθησε να εντάξει στην Εταιρία τον Ιωάννη Καποδίστρια, πλην όμως εισέπραξε άρνηση και τον χαρακτηρισμό τυχοδιώκτης, εξ αιτίας αυτού δε απελάθηκε και ετέθη υπό επιτήρηση, διακινδυνεύοντας ακόμη περισσότερα έγγραφα και μυστικά αυτής. Αυτός ήταν και ο λόγος τής -κατόπιν εντολής- παρασύρσεώς του σε περιοχή τής Πελοποννήσου πλησίον τής Τριπόλεως όπου και εκτελέστηκε.
Συγγράματα ολόκληρα θα μπορούσαν να γραφούν για την Φ. Ε. και τους Φιλικούς, όμως ξεφεύγει αυτή η μεγάλη εργασία τού παρόντος πονήματος. Γεγονός είναι πως από ένα χρονικό σημείο και μετά, οι μυημένοι και οι μυούενοι ήταν πλήθος μεγάλο που δύσκολα μπορούσε να μετρηθεί. Απλός λαός αλλά και πιο γνωστά ονόματα είχαν ήδη προσχωρήσει στις τάξεις της. Χρειαζόταν ο Πρώτος, ο Αρχηγός. Έγινε προσπάθεια τού -κατόπιν συμβουλίου- εντεταλμένου Νικολάου Ξάνθου στον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος και του προσκόμισε συστατική επιστολή τού Ανθίμου Γαζή (ενός από τους λίγους που εκκινούσαν την μηχανή τής Εταιρίας), διά της οποίας εκείνος του γνωστοποιούσε την Απόφασιν της Εταιρίας να δοθεί ο μεγάλος υπέρ τού ιερού σκοπού αγώνας και του επροτάθη υπό του Ξάνθου επισήμως η αρχηγία ως το πρόσωπο που συνεκέντρωνε την εμπιστοσύνη των Ελλήνων. Ο Καποδίστριας, αρνήθηκε να αναλάβει την αρχηγία, κάτι το οποίο με διαφορετικό τρόπο και για το όλον τής επαναστάσεως είχε καταστήσει σαφές και παλαιότερα σε δύο σημαντικούς Έλληνες ανησυχούντες για την εθνική υπόθεση. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, "Ο Καποδίστριας είχεν εύρη την αφορμήν να εκφράση την γνώμην του περί της Επαναστάσεως και δημοσία, προς τους ομογενείς και ιδιαιτέρως προς δύο εγκρίτους άνδρας τού Έθνους. Δημοσία μεν διά φυλλαδίου, διά του οποίου συνέστησε την ειρηνικήν βελτίωσιν της τύχης τής πατρίδος, ιδιαιτέρως δε διά της απαντήσεως, την οποίαν έδωσεν προς τον Βαρδαλάχον και τον Νέγρην, οι οποίοι του εζήτησαν εξ ιδίας πρωτοβουλίας να φωτισθούν τι φρονούν ο αυτοκράτωρ και αυτός περί του προετοιμαζομένου μεγάλου εθνικού κινήματος. Και εις τους δύο είχεν αποκριθεί ότι ο αυτοκράτωρ δεν γνωρίζει τίποτε περί της Εταιρείας, αυτός δε αποκρούει οιανδήποτε συμμετοχήν εις αυτήν και εξορκίζη τους γράφοντας να εξορκίσουν με κάθε τρόπον τους Έλληνας από τα καταστρεπτικά αυτά σχέδια".(7)
Αυτή τη φορά, αρνήθηκε στον Ξάνθο, όμως ο ήπιος -πλέον- και διπλωματικός τρόπος του, ερμηνεύθηκαν από τον Ξάνθο ως υπαινιγμός να απευθυνθεί προς άλλο πρόσωπο και εστράφη προς τον πρίγκηπα Αλέξανδρο Υψηλάντη. Αυτός, ήταν στρατιωτικός, ίσως δηλαδή και καταλληλότερος για τον αγώνα που επρόκειτο να ακολουθήσει και ο οποίος θα ήταν ένοπλος. Εξ άλλου, η Ελλάς πλέον δεν ήτο τόσο αδύναμος όσο στο παρελθόν • ήταν έτοιμη να ξεκινήσει αντιπαράθεση, έστω με ανίσους όρους. Κατά τον Νίκο Σβορώνο, "Οι δυνάμεις που διέθετε η Εταιρεία για να τις αντιτάξει στην εξασθενημένη Οθωμανική αυτοκρατορία δεν ήταν ευκαταφρόνητες: ο ελληνικός πληθυσμός στις αρχές τού ιθ' αιώνα ξεπερνούσε τα 3 εκ., τα πλούτη που είχαν συγκεντρώσει οι τραπεζίτες τού εξωτερικού και οι εφοπλιστές των νησιών τού Αιγαίου μπορούσαν ν' ανταποκριθούν στις πρώτες ανάγκες• οι κλέφτες κι οι αρματολοί και οι άλλες ένοπλες δυνάμεις υπολογίζονταν σε πολλές δεκάδες χιλιάδες• σημαντικός αριθμός τους είχε ασκηθεί καλά στους Ναπολεόντειους πολέμους, στα στρατιωτικά σώματα τα δημιουργημένα απ' τους Γάλλους και τους Άγγλους στα νησιά τού Ιονίου και στη Σχολή τού Αλή Πασά. Ο ελαφρός και γρήγορος στόλος των νησιών, εξοπλισμένος κατά των πειρατών κι έχοντας υπηρετήσει στους πολέμους τής Ρωσίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας, μπορούσε τώρα άφοβα ν' αντιμετωπίσει τον τουρκικό στόλο, που θ' απόμενε χωρίς έμπειρα πληρώματα μετά την αποχώρηση των Ελλήνων 'γαλιοντζήδων' του (σσ: Ελλήνων ναυτών σε γαλέρες)".(8)
Ο Υψηλάντης, επεδίωξε και συνομίλησε με τον διπλωμάτη υπουργό της Ρωσίας -την οποία αμφότεροι υπηρετούσαν- Καποδίστρια, ο οποίος δεν τον απέτρεψε να αναλάβει την αρχηγία τής Φ. Ε., γεγονός που ερμηνεύθηκε υπ' αυτού ως δυνάμει υποστήριξη από τον αυτοκράτορα της Ρωσίας, έστω και χωρίς άμεση εμπλοκή. Έτσι, τέλη Απριλίου τού 1820 ανεκηρύχθη Γενικός Επίτροπος τής Αρχής.
Επηκολούθησαν συνεννοήσεις, προσχέδια και οργανωτική προετοιμασία μηνών και το φθινόπωρο τού 1820 έφυγε από την Πετρούπολη μέσω Μόσχας και άλλων σταθμών για την Οδησσό. Εκεί καθορίστηκε η τελική μορφή μελετηθέντων σχεδίων και ο τρόπος να τεθούν σε ενέργεια. Διαβάζουμε στην εγκυκλοπαίδεια τού 'Ηλίου': "Σύμφωνα προς αυτά, θα ωργανούτο και θα εξερρηγνύετο κίνημα εντός αυτής τής Κωνσταντινουπόλεως. Ο εις τον Βόσπορον τουρκικός στόλος θα επυρπολείτο ή θα κατελαμβάνετο από τα εξ Ελλήνων πληρώματά του, θα εκαλούντο εις τον επαναστατικόν στρατόν οι εις την Αίγυπτον και εις το βασίλειον της Νεαπόλεως υπηρετούντες Έλληνες στρατιωτικοί, τα ελληνικά πλοία θα ωργανούντο εις στόλον διά να φυλάξουν τας νήσους και να αποκλείσουν την Ιωνίαν μέχρι της Συρίας και θ' ανελάμβανε τον ανεφοδιασμόν εις τρόφιμα ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός, θα εγένοντο εισφοραί των εις την Αίγυπτον ευρισκομένων πλουσίων Ελλήνων, θα προέβαινε εις κίνημα εις την Μολδοβλαχίαν ο Γεωργάκης Ολύμπιος. Θα παρηγγέλοντο αμέσως δύο χιλιάδες όπλα και σπαθιά, θα επιδιώκετο η εχθρότης τού Μωχάμμετ Άλη προς την Τουρκίαν και η ευνοιά της προς την Ελλάδαν και θα εγένοντο συνεννοήσεις με τους Σέρβους και με τους Αλβανούς προς σύμπραξιν".(9)
Εκτός των ανωτέρω, σε πολλά ακόμη ζητήματα έπρεπε να δοθεί λύση με προοπτική επιτυχίας, όπως ο τόπος ή οι τόποι από όπου θα ξεκινούσε η Επανάσταση.
Με αφορμή την συμμετοχή τού αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού στον αγώνα, αξίζει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στην συμμετοχή συμπάσης τής Εκκλησίας και ιδιαιτέρως του κλήρου όλων των βαθμίδων στην Φ. Ε. και στον σηκωμό τού Γένους. Όπως αναφέρεται σε έρευνα τού Π. Α. Γεωργαντζή, η Εκκλησία συμπαραστάθηκε, συμπαρατάχθηκε και συχνά λειτούργησε ως καταφύγιο και ορμητήριο αγωνιστών. Ο υπασπιστής τού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος, στα Απομνημονεύματά του αναφέρει τα εξής: "'Ο αξιοσέβαστος κλήρος των Ελλήνων χριστιανών ευρίσκετο τότε (δηλαδή την προεπαναστατική περίοδο) παντού εμπρός και έδιδε την βαρύτητα και την βεβαιότητα εις τον σκοπό τής επαναστάσεως και ένεκα τούτου εις τους Έλληνας εφαίνετο, ότι η σημαία τής Επαναστάσεως είναι εις τας χείρας τού Θεού, διά των λειτουργών τής θρησκείας του". Έτσι λοιπόν οι Φιλικοί (...) καθώς μαρτυρεί ο Ξάνθος 'εκατήχησαν διάφορους ομογενείς... και τινα ιερωμένους και ηγουμένους ελληνικών μοναστηρίων' (....) Μέσα λοιπόν στη διετία 1819-1821 η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων αρχιερέων ο ένας ύστερα από τον άλλο μυήθηκαν και έγιναν ενεργά και δραστήρια μέλη τής Φ. Ε., ώστε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό πλέγμα που επεκτείνονταν σ' ολόκληρο το δυτικό τμήμα τουλάχιστον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας".(10)
Η πρώτη επαναστατική σημαία τού Υψηλάντη καθαγιάστηκε στην εκκλησία των Τριών Ιεραρχών από τον μητροπολίτη Ιασίου Βενιαμίν. Αρχιερείς ευλόγησαν τα ιερά όπλα και συχνά τέθηκαν επικεφαλής εθνικοαπελευθερωτικών ομάδων. Το όραμα τής παλιγγενεσίας έγινε και δικό τους όραμα και παρά τους πασιφανείς κινδύνους τάχθηκαν υπό της αοράτου Αρχής. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης τους υπολόγιζε και τους εμπιστευόταν, γι' αυτό άλλωστε έστειλε επιστολές προς τους αρχιερείς τού Αιγαίου Πελάγους, γεγονός που αποδεινύει την εμπιστοσύνη που τους είχε. Διότι, εάν δεν τους εμπιστευόταν, είναι λογικό να μην έστελνε επιστολές. Σε κείμενο του Στέλιου Κούκου διαβάζουμε ότι στο βιβλίο του "Απομνημονεύματα της Ελληνικής Επαναστάσεως", ο Φωτάκος αναφέρει επίσης πως "...'πριν αρχίσει ο αγώνας οι ιερείς πραγματοποιούσαν στις εκκλησίες 'νύκτα και ημέρα' παρακλήσεις για να τους ενισχύσει ο Θεός εις τον αγώνα'. 'Πολλοί δε μάλιστα των αρχιερέων ως ο Έλους Άνθιμος, έκαμαν επίτηδες [επί τούτο] και ευχάς, τας οποίας έδιδαν εις τους ιερείς των επαρχιών των και τας εδιάβαζον μετά την παράκλησιν'."(11)
Αξίζει να σημειωθεί ότι για το θέμα αναφέρεται και ο Ναυπάκτου Ιερόθεος στο κείμενο "Οι Αρχιερείς και η Επανάσταση τού 1821", ο οποίος επίσης ανατρέχει σε προαναφερθέν βιβλίο τού διδάκτορα εκκλησιαστικής ιστορίας Πέτρου Γεωργαντζή και αναφέρει τα εξής: "Ο Κορδάτος μεταξύ άλλων έγραφε ότι 'ο ανώτερος κλήρος και οι καλόγεροι ήταν δυνάστες τού σκλαβωμένου λαού και ο ρόλος τους ήταν, σε πολλές περιπτώσεις, αντεθνικός'. Και ο Σκαρίμπας μεταξύ των άλλων έγραφε: 'Από τις εκατοντάδες των ιεραρχών μόνον 3-4 θυσιάστηκαν στους αγώνες τού '21'" (σσ: Όμως, ο Γεωργαντζής, όπως συνεχίζει να αναφέρει ο Ιερόθεος) (....) αποδεικνύει ότι από τους 200 Αρχιερείς οι 73, ποσοστό 36,5%, έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα 'επώνυμα και αδιαμφισβήτητα', οι 42 Αρχιερείς, ποσοστό 21,0%, δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν και βασανίσθηκαν, και οι 45 Αρχιερείς, ποσοστό 22,5%, 'θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, είτε από βασανιστήρια και θανατώσεις των Τούρκων, είτε σε πολεμικές συρράξεις'. Το συνολικό ποσοστό αυτών που συμμετείχαν ενεργώς στον αγώνα ανέρχεται στο 80%".(12)
Είναι πολλά τα στοιχεία που θα μπορούσαν να αναφερθούν για τον ρόλο τής Εκκλησίας το '21, όμως αυτό δεν είναι εφικτό στο στενό πλαίσιο της παρούσης εργασίας. Γενικά πάντως, είναι μεγάλη η προσφορά τής Εκκλησίας στον μεγάλο σηκωμό για Ελευθερία καθώς και στην διατήρηση τής αυτοσυνειδησίας τού Γένους και δυνατή υπέρβαση η ορκωμοσία ιερέων στη Φ. Ε. διότι έπρεπε να δώσουν Όρκο. Έναν Όρκο αγώνα και θυσίας υπέρ πατρίδος, έναν Όρκο στο όνομα της αληθείας και της δικαιοσύνης. Σύμφωνα με τον ιστορικό Τάσο Βουρνά, χάρη σε ένα ισχυρό αποδεικτικό (ντοκουμέντο) που βρήκε ο Ρουμάνος ιστορικός Οτσέτεα, έχει διασωθεί "ολόκληρο το κείμενο του μεγάλου όρκου των Φιλικών, που το ξέραμε ως τώρα παραλλαγμένο σημαντικά".(13)
Στο περιεχόμενο τού Όρκου, υπάρχουν σημεία που θα μπορούσαν να δυσκολέψουν και να αποτρέψουν την ένταξη κληρικών, όμως φαίνεται πως υπερίσχυσε η πίστη στον δίκαιο αγώνα για τού Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία και παρεκάμφθησαν σημεία που πιθανώς θα έχρηζαν περαιτέρω ερμηνείας. Και, βεβαίως, ορθώς έπραξαν.
Ας δούμε κάποια σημεία τού Όρκου για να γίνει κατανοητότερο το ανωτέρω: "Ορκίζομαι ενώπιον τού αληθινού Θεού οικειοθελώς ότι θέλω είμαι πιστός εις την Εταιρίαν κατά πάντα και διά πάντα. Δεν θέλω φανερώσειν το παραμικρόν από τα σημεία, ή λόγους αυτής, ... μήτε εις συγγενή μου, μήτε εις πνευματικό μου( ....) Ορκίζομαι ότι θέλω τρέφει εις την καρδίαν μου αδιάλλακτον μίσος εναντίον των τυράννων τής πατρίδος μου, ... θέλω ενεργεί παντοίοις τρόποις προς βλάβιν αυτών ... και τον παντελή αυτών όλεθρον (....) Τέλος πάντων, ορκίζομαι εις εσέ, ω ιερά και αθλία πατρίς! Ορκίζομαι (....) Εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλος εις εσέ! Εις το εξής, συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου, το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου και η ευτυχία σου ανταμοιβή των κόπων μου!"(14)
Για τον προσεκτικό μελετητή, η υπέρβαση που κάνουν αρχιερείς και κλήρος για το καλό τού ελληνικού έθνους είναι ξεκάθαρη.
Εκτός όμως από τους πραγματικούς ιερείς, υπήρχε και βαθμίδα "Ιερέων" (οι οποίοι δεν ήταν ιερείς) στην εσωτερική κλίμακα τής μυστικής οργανώσεως. Οι λεγόμενοι "Ιερείς" ήταν η βάση της Φ. Ε. και θεωρούνταν μεσαία στελέχη. Μυούσαν πατριώτες και μπορούσαν να τους δώσουν τον δικό τους βαθμό ή μικρότερο, όπως των Αδελφοποιτών (ή Βλάμηδων) και των συστημένων. Δεν μπορούσαν να δώσουν τον ανώτερο βαθμό τού Ποιμένα, τον οποίο είχε τη δυνατότητα να δίνει μόνο η Αόρατη Αρχή, δηλαδή, κατ' ουσίαν, η αρχική τριανδρία και κατόπιν το δεκαμελές διευθυντήριό της. Αυτή η αρχική ομάδα, οργανωμένη συνωμοτικά, χρησιμοποιώντας προσεκτικά σύμβολα και κώδικες, μπόρεσε να κινηθεί αποτελεσματικά παρά την σκληρή τουρκική κατοχή, να οργανώσει, να εμψυχώσει και να εμπνεύσει τους πανέλληνες για το ποθούμενο: την Ελευθερία! Παρά τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, την τουρκική παντοδυναμία, την σκληρή και χωρίς έλεος βία, την εναντίωση ξένων δυνάμεων, την προδοσία κάποιων αθλίων, την έλλειψη μέσων και συντονισμού, η Φ. Ε. κατάφερε να γράψει ιστορία. Όταν "ευδόκησε ο Θεός" να φέρουν οι αγωνιστές την ώρα τής ελευθερίας, ξεσήκωσε, οργάνωσε, δικτύωσε, συντόνισε και ενέπνευσε τους Έλληνες αλλά και άλλους λαούς. "Προπαγάνδισε τις συνειδήσεις, ξύπνησε τη φλόγα τού πατριωτισμού, οργάνωσε τις μάζες, μάζεψε χρήματα, τσάκισε την ηττοπάθεια και την προδοσία, προήγαγε την υπόθεση της συνεργασίας των Βαλκανικών λαών στο πνεύμα τού Ρήγα, και προετοίμασε σοβαρά τον ένοπλο αγώνα".(15)
Έναν αγώνα κατά τού Τούρκου τυράννου, ο οποίος στέφθηκε εν πολλοίς με επιτυχία και οδήγησε σε σταδιακή απελευθέρωση εδαφών και λαού. Όπως αναφέρει ο Ναυπάκτου Ιερόθεος σε κείμενό του, "Ο Φωτάκος έχοντας άμεση γνώση τής καθόλου βιωτής και συμπεριφοράς των κληρικών, και μάλιστα των αρχιερέων, αναφωνεί 'τις δύναται να κατηγορήση τοιούτον θεόπεμπτον κλήρον;' και προσθέτει 'οι λειτουργοί ούτοι τού αληθινού Θεού τού Υψίστου εφτόντισαν και ετοίμασαν το Έθνος των διά να επαναστατήση, ν' αλλάξη τον δεσπότην τής δουλείας του, τον κατακτητήν των εθνικών του δικαιωμάτων και τον υβριστήν τής θρησκείας του και των ιερών του'".(16)
Συνεπώς, στην κριτική που έχουν δεχθεί αρχιερείς ότι δεν ήθελαν την αποτίναξη τού τουρκικού ζυγού, τα ανωτέρω (και πολλά ακόμη) απαντούν επαρκώς. Διότι, αν ήταν τουρκόφιλοι, πώς τους δέχτηκαν -και μάλιστα αναλογικώς τόσους πολλούς- στους κόλπους τής Φ. Ε.; Και εάν ισχυριστεί τις ότι διείσδυσαν κάποιοι με πονηρό υπέρ εχθρού σκοπό, τότε πώς δεν κατέδωσαν όλους όσους γνώρισαν ως ενεργά μέλη τής Φ. Ε.;
Το "Περί της ελληνικής επαναστάσεως Δοκίμιον" του Ιωάννου Φιλήμονος, θεωρείται πολύ σημαντική πηγή για να παρακολουθήσει και να αξιολογήσει κάποιος τα της Φ. Ε. και του συνολικού αγώνος γεγονότα. Εις αυτόν αναφέρονται πολλοί μεγάλοι ιστορικοί αλλά και απλοί μελετητές τής εποχής και του αγώνος. Εις εξ αυτών και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο οποίος αποφαίνεται σε σημείο τού μνημειώδους έργου του "Ιστορία τού ελληνικού έθνους": "Η εν έτει 1821 αρξαμένη επανάστασις υπήρξεν ομολογουμένως το καθολικώτερον όλων των κατά τής οσμανικής κυριαρχίας επαναστατικών κινημάτων (....) Τούτο δε ού μόνον ένεκα της προαχθείσης διά τού χρόνου υλικής και ηθικής τού έθνους δυνάμεως, αλλά και διότι πρότερον ουδεμία εγένετο γενική συνεννόησις και σύμπραξις (....) Τωόντι τώ 1814, εν Οδησσώ, τρεις άνθρωποι, ο Σκουφάς, ο Τσακάλοφ και ο Ξάνθος, άνθρωποι έντιμοι, αλλά ακατονόμαστοι, απεφάσισαν να κινήσωσιν εις επανάστασιν το έθνος και επί τούτω να συστήσωσιν ε τ α ι ρ ε ί α ν μυστικήν σκοπούσαν να καθυποβάλη υπό το κράτος αυτής απάσας τού έθνους τας τάξεις, κλήρον, φαναριώτας, προεστώτας, ναυβάτας, αρματωλούς, κλέφτας, λογίους, εμπόρους, γεωργούς (....) οι άνθρωποι αυτοί επέτυχον τού σκοπού, προ πάντων μεν διότι ανταπεκρίνοντο εις τας προαιρέσεις τού έθνους, αλλά προςέτι διότι επολιτεύθησαν εις τρόπον μαρτυρούντα ότι δεν ήσαν άμοιροι επιτηδειότητος".(17)
Ο αγώνας τής Φ. Ε. που οδήγησε το 1821 στην Εθνεγερσία, στην Επανάσταση τού υποδούλου έθνους μας, εν έτι 2021, 200 Χρόνια μετά, δεν έχει ολοκληρωθεί. Εμπνεόμενοι από τις επιτυχίες τής Φ. Ε. και την Νίκη του Γένους μας το 1821, πρέπει να εντείνουμε τον αγώνα μας για Ελλάδα ανεξάρτητη, κυρίαρχη, δυνατή, αξιοπρεπή και υπερήφανη, που να τη σέβονται οι φίλοι της και να τη φοβούνται οι εχθροί της.
Το σύνθημα της Φιλικής Εταιρίας "Ή Ελευθερία ή Θάνατος" είναι διαχρονικό και πρέπει να είναι μόνιμος και παντοτινός οδοδείκτης μας για την Ελλάδα των ονείρων μας και των λογισμών μας, για την Ελλάδα τού μέλλοντος. Ο Θεός μαζί μας! Ζήτω η 25η Μαρτίου 1821!

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1)Τάσος Βουρνάς, Φιλική Εταιρία, Εκδόσεις Αφών Τολίδη, Σόλωνος 71, Αθήνα, 1982, σελ. 15.
2)Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν 'Ηλίου', Τόμος ΕΛΛΑΣ, Δ/ντής Ι. Δ. Πασσάς, Αθήναι, σελ. 333
3)Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν 'Ηλίου', ό.α., σελ. 334
4)Σπύρος Μελάς, Φιλικοί - Οι πρόδρομοι του Εικοσιένα, εκδ. Μπίρης, Αθήνα, 1960, σελ. 40-41
5)Ι. Α. Μελετόπουλος, Η Φιλική Εταιρεία - Αρχείον Π. Σέκερη, Αθήναι, 1967, σελ. 6.
6)Σπύρος Μελάς, Φιλικοί - Οι πρόδρομοι του Εικοσιένα, Αθήνα, 1960, σελ. 84-85.
7)Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Επίτομος Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδ. 'ΠΕΡΓΑΜΗΝΑΙ', Αθήναι, 1955, σελ. 531.
8)Νίκος Σβορώνος, Επισκόπηση της Ελληνικής Ιστορίας, εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ, θ' έκδοση, Αθήνα, 1985, σελ. 63-64
9)Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν 'Ηλίου', ό. α., σελ. 336.
10)Αρχιερείς και Φιλική Εταιρία, από το www.diakonima.gr της 21 Μαρτίου 2011, Πηγή: Έρευνα του κου Πέτρου Α. Γεωργαντζή δ Θ, "Οι αρχιερείς και το '21, αντίδραση ή προσφορά;",  Ξάνθη, 1905, ανάκτηση 03/03/2021, ώρα 11:32
11)Στέλιος Κούκος, Ένα φοβερό ντοκουμέντο για την συμμετοχή τής Εκκλησίας στην Ελληνική Επανάσταση!, από το www.diakonima.gr της 26 Φεβρουαρίου 2021, ανάκτηση στις 02/03/2021, ώρα 22:20.
12)Ναυπάκτου Ιερόθεος, "Οι Αρχιερείς και η Επανάσταση τού 1821, στο www.diakonima.gr της 17 Μαρτίου 2011, ανάκτηση 3/3/2021, ώρα 00:01.
13)Τάσος Βουρνάς, ό. α., σελ. 41
14)Τάσος Βουρνάς, ό. α., σελ. 45-47.
15)Τάσος Βουρνάς, ό. α., σελ. 34-35.
16)Ναυπάκτου Ιερόθεος, ό.α.
17)Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία τού ελληνικού έθνους, τ.7, εκδ. Χαρ. Μπούρα, Αθήνα, 1885;, σελ. 409-410.

Γεώργιος Δ. Σαγιάς

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.