Του Χρήστου Μπίσδα
Η Συμφωνία των Πρεσπών περιλαμβάνει διάταξη σύμφωνα με την οποία τα Σκόπια διεθνώς θα ονομάζονται Βόρεια Μακεδονία. Την διάταξη αυτήν παραβιάζουν με κάθε ευκαιρία τα Σκόπια, που χρησιμοποιούν το όνομα Μακεδονία χωρίς γεωγραφικό προσδιορισμό (π.χ. σε διεθνείς εκθέσεις). Πρόσφατα, στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου η εθνική ομάδα των Σκοπίων εμφανίστηκε ως «Μακεδονία» και όχι ως «Βόρεια Μακεδονία». Η εμφάνιση αυτή προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση πολλών Ελλήνων, που σχολίασαν το ζήτημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό ανάγκασε την κυβέρνηση να προβεί σε ένα χλιαρό διπλωματικό διάβημα κατά των Σκοπίων.
Ως εθνικιστές δεν αποδεχόμαστε να ονομάζονται τα Σκόπια Μακεδονία με ή χωρίς οποιονδήποτε προσδιορισμό. Θεωρούμε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να αρκεστεί σε ένα απλό διπλωματικό διάβημα - ή μάλλον να κρυφτεί πίσω από αυτό - αλλά αντίθετα θα έπρεπε να βρει τρόπο να καταγγείλει και να ακυρώσει την Συμφωνία των Πρεσπών. Μέχρι σήμερα, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καθηγητές πανεπιστημίου και άλλοι «ειδήμονες» προσπαθούν να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι δεν υπάρχει τρόπος ακύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μάλιστα, καραδοκούν να βρουν τον κατάλληλο πολιτικό χρόνο για να ψηφίσει η βουλή και τους εφαρμοστικούς νόμους της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Είναι όμως αλήθεια ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν μπορεί να ακυρωθεί; Την απάντηση, την οποία γνωρίζουν αλλά αποκρύπτουν από τον ελληνικό λαό οι «ειδήμονες», δίνει η «Σύμβαση της Βιέννης για το δίκαιο των Συνθηκών μεταξύ των Κρατών και Διεθνών Οργανισμών ή μεταξύ Διεθνών Οργανισμών», που κυρώθηκε με το Ν. 1981/1991 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 187/9-12-1991).
Στο άρθρο 60 παρ. 1 της Σύμβασης της Βιέννης[1] προβλέπεται η λήξη συνθήκης ή η αναστολή εφαρμογής της ως συνέπεια ουσιαστικής παραβίασής της. Ως ουσιαστική παραβίαση συνθήκης στο άρθρο 60 παρ. 3 περ. β΄ της Σύμβασης της Βιέννης[2] ορίζεται η παραβίαση διατάξεως ουσιαστικής για την πραγματοποίηση του αντικειμένου ή του σκοπού της συνθήκης. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα αν η χρήση του ονόματος «Μακεδονία» αντί «Βόρεια Μακεδονία» από τα Σκόπια αποτελεί ουσιαστική παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Το ερώτημα είναι ρητορικό αφού όλοι γνωρίζουν ότι η ονομασία των Σκοπίων ήταν η βασική διαφορά που υποτίθεται ότι έλυσε η Συμφωνία των Πρεσπών. Όσον αφορά το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου τα Σκόπια υποστήριξαν ότι «Η Συμφωνία των Πρεσπών αναφέρεται σε ιδρύματα που λαμβάνουν κρατική επιχορήγηση. Από τη στιγμή που η FFM δεν λαμβάνει λεφτά από το κράτος, δεν έχει υποχρέωση να προσαρμοστεί στη Συμφωνία των Πρεσπών»[3]. Η δικαιολογία αυτή δεν απαλλάσσει τα Σκόπια από την ευθύνη για την εμφάνιση της εθνικής τους ομάδας με την ονομασία Μακεδονία. Είναι γενική αρχή του διεθνούς δικαίου ότι ένα κράτος δεν μπορεί να απαλλαχθεί από διεθνείς υποχρεώσεις του επικαλούμενο διατάξεις του εσωτερικού του δικαίου.
Συνεπώς, η Ελλάδα έχει δικαίωμα να καταγγείλει την Συμφωνία των Πρεσπών, ως συνέπεια ουσιαστικής παραβίασής της από τα Σκόπια, παρά τα όσα διατείνονται οι «ειδήμονες». Η διαδικασία προβλέπεται στα άρθρα 65[4] και 67[5] της Σύμβασης της Βιέννης και περιλαμβάνει την έγγραφη γνωστοποίηση της καταγγελίας μας στα Σκόπια. Αποτέλεσμα της καταγγελίας της Συμφωνίας των Πρεσπών, σύμφωνα με το άρθρο 70 παρ. 1 περ. α΄ της Σύμβασης της Βιέννης[6], θα είναι η λήξη της και η απαλλαγή της Ελλάδας από την υποχρέωση να εξακολουθήσει να την τηρεί. Επομένως, η Ελλάδα θα σταματήσει να αποκαλεί τα Σκόπια Βόρεια Μακεδονία και η διαφορά Ελλάδας-Σκοπίων θα επανέλθει στο status quo ante.
Ποιός όμως θα προβεί στην καταγγελία της Συμφωνίας των Πρεσπών; Αυτοί που την ψήφισαν, την εφαρμόζουν, προγραμματίζουν την ψήφιση των σχετικών εφαρμοστικών νόμων και επιδιώκουν την ένταξη των Σκοπίων στην Ε.Ε.; Η καταγγελία απαιτεί πολιτική βούληση που δεν υπάρχει στα κόμματα του «συνταγματικού τόξου». Επομένως, καταγγελία της Συμφωνίας των Πρεσπών μπορεί να γίνει μόνο από αυτούς που δεν την ψήφισαν, ποτέ δεν την αποδέχθηκαν και πάντοτε θα αντιτίθενται στην παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας μας στα Σκόπια. Αυτοί είναι οι Έλληνες εθνικιστές, που στο ζήτημα αυτό εκφράζουν ξεκάθαρα το αίσθημα της συντριπτικής πλειονότητας του ελληνικού λαού.
Το Κέντρο φ, εν όψει της ψήφισης των εφαρμοστικών νόμων της Συμφωνίας των Πρεσπών, υλοποιεί ενημερωτική εκστρατεία και θα εντείνει την δράση του με σκοπό την ακύρωσή της Συμφωνίας των Πρεσπών και την προάσπιση της Μακεδονίας μας.
[1] Άρθρο 60 «Λήξη συνθήκης ή αναστολή εφαρμογής της ως συνέπεια παραβιάσεώς της»:
§ 1. Ουσιαστική παραβίαση διμερούς συνθήκης από ένα μέρος παρέχει το δικαίωμα στο άλλο μέρος να επικαλεσθεί την παραβίαση αυτήν ως λόγο λήξεως της συνθήκης ή αναστολής της εφαρμογής της εν όλω ή εν μέρει. […]
[2] Άρθρο 60 «Λήξη συνθήκης ή αναστολή εφαρμογής της ως συνέπεια παραβιάσεώς της»:
§ 3. Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, ουσιαστική παραβίαση συνθήκης αποτελεί: […] β) παραβίαση διατάξεως ουσιαστικής για την πραγματοποίηση του αντικειμένου ή του σκοπού της συνθήκης.
[3] https://cityportal.gr/i-apantisi-toy-ypex-skopion-gia-tin-vergina-kai-tin-makedonia-stis-faneles-tis-podosfairikis-omadas/
[4] Άρθρο 65 «Διαδικασία που εφαρμόζεται σε περίπτωση ακυρότητας συνθήκης, λήξεως, αποχωρήσεως μέρους ή αναστολής εφαρμογής της συνθήκης»:
§ 1. Το μέρος που, βάσει των διατάξεων της παρούσας Συμβάσεως, επικαλείται […] λόγο για να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της συνθήκης, να τερματίσει αυτήν, να αποχωρήσει από αυτήν ή να αναστείλει την εφαρμογή της, οφείλει να το γνωστοποιήσει στα άλλα μέρη. Η γνωστοποίηση αυτή πρέπει να αναφέρει τα μέτρα που προτίθεται να πάρει ως προς τη συνθήκη και τους λόγους λήψεως αυτών.
§ 2. Εάν, μετά από προθεσμία, η οποία εκτός από ιδιαίτερα επείγουσα περίπτωση δεν θα έπρεπε να είναι μικρότερη των τριών μηνών από τη λήψη της γνωστοποιήσεως, κανένα μέρος δεν προβάλει αντίρρηση, το μέρος που έκανε τη γνωστοποίηση μπορεί να πάρει τα προτιθέμενα μέτρα σύμφωνα με τον τύπο που προβλέπεται στο άρθρο 67. […]
[5] Άρθρο 67 «Έγγραφα που έχουν σκοπό την κήρυξη της συνθήκης ως άκυρης, τη λήξη της, την αποχώρηση από αυτήν ή την αναστολή εφαρμογής της συνθήκης»:
§ 1. Η προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 65 γνωστοποίηση πρέπει να διατυπώνεται εγγράφως.
§ 2. Οποιαδήποτε πράξη με την οποία κηρύσσεται η ακυρότητα συνθήκης, η λήξη αυτής, η αποχώρηση από αυτήν ή η αναστολή εφαρμογής της, με βάση τις διατάξεις της ή τις παρ. 2 και 3 του Άρθρου 65, πρέπει να περιέχεται σε έγγραφο το οποίο κοινοποιείται στα άλλα μέρη. […]
[6] Άρθρο 70 «Συνέπειες λήξεως της συνθήκης»:
§ 1. Πλην αντιθέτου διατάξεως της συνθήκης ή διαφορετικής συμφωνίας των μερών, το γεγονός ότι η συνθήκη έληξε δυνάμει των διατάξεών της ή σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση: α) απαλλάσσει τα μέρη από την υποχρέωση εξακολουθήσεως εκτελέσεως της συνθήκης. […]
Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.