Γράφει ο Γιάννης Σαρρής
Ο Δημήτριος Βεζανής (1904-1968), ως διαπρεπής πολιτικός επιστήμων, στάθηκε αληθινός φάρος της ελληνικής διανοήσεως αλλά και κορυφαίος θεωρητικός αυτού που αποκαλούμε Ελληνικό Εθνικισμό. Διετέλεσε διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, καθηγητής Γενικής Πολιτειολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Συνταγματικού Δικαίου στην Πάντειο, νομάρχης Άρτας (1930-1) και διευθυντής του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1936-48).
Σφάλλει απολύτως όποιος υποθέσει πως επρόκειτο για άλλον έναν τυπικό τεχνοκράτη, εγκλωβισμένο μεταξύ 4 τοίχων και αρκετών στοιβών βιβλίων. Με την πρακτική λογική του, πρωταγωνίστησε στα δημόσια δρώμενα και πραγμάτωσε ενεργητικά τις αρχές της Εθνικιστικής ιδεολογίας του. Στον μεσοπόλεμο είχε συνεργαστεί με την Οργάνωση Εθνικοφρόνων Σοσιαλιστών του Ι.Διαμαντοπούλου. Ο Βεζανής όντως πίστευε ακράδαντα στην αναγκαιότητα συζεύξεως του εθνικισμού με την κοινωνική αλληλεγγύη, αλλά δεν πρέπει να τον ταυτίσουμε με ξενικές νόρμες της εποχής, αφού διακατείχετο από ιδεολογία ελληνοκεντρική. Άλλωστε, κατά την κατοχή, μέσα από την αντιστασιακή ομάδα του "Εθνικιστικού Συνδέσμου" ("Πρόμαχοι") δραστηριοποιήθηκε κατά των Γερμανών κατακτητών. Αργότερα συγχρωτίστηκε με τους Χίτες και, στην Κύπρο, προετοίμασε τον αγώνα της ΕΟΚΑ κατά των Άγγλων (ανήκοντας στην δωδεκαμελή επιτροπή που υπέγραψε τον όρκο του αγώνα στις 7/3/1953).
Βέβαια, ο Βεζανής έμεινε στην ιστορία για το ακαδημαϊκό έργο και τον πολιτικό/πολιτειακό στοχασμό του. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι θεωρήσεις του περί Έθνους και κράτους. Η κοινωνική εξέλιξη αρχίζει με την οικογένεια και ως εκ τούτου έχει χαρακτήρα φυλετικό. Περισσότερες συγγενικές οικογένειες πατριαρχικής μορφής συγκροτούν ένα γένος και το σύνολο των γενών ενός τόπου (πατρίδος) τον λαό, την κοινωνία. (*Στο δημοκρατικό σύστημα της αρχαίας Πόλεως (Αθήνα, Ρώμη), σε κάθε γένος αντιστοιχούσε ενιαία ψήφος.) Συνεπώς, λαό συνιστά ένας πληθυσμός ανθρώπων που συνδέονται μεταξύ τους μέσω σχέσεων (πνευματικών, σεξουαλικών, πολιτικών, οικονομικών). Ένας λαός με συνείδηση μιας ανώτερης αποστολής κι ενός κοινού πεπρωμένου στα μέλη του (όχι κάθε λαός) αποτελεί ένα Έθνος. Παράγοντες συνεκτικότητος ενός έθνους αποτελούν η κοινή καταγωγή, η κοινή γλώσσα, η κοινή θρησκεία και οι παραδόσεις. Τοιαύτη ενθύμηση του Ηροδότου διαφοροποιεί σαφώς την ελληνοκεντρική πολιτική σκέψη του Βεζανή από τον πεζό ορθολογισμό και τους "συνταγματικούς πατριωτισμούς" της νεωτερικής Δύσεως. Από την τελευταία αποδέχεται τον θεσμό του έθνους-κράτους, όμως δια της Μεγάλης Ιδέας προσδοκά στην παλινόρθωση της Ελληνικής Αυτοκρατορίας, με την απελευθέρωση των αλυτρώτων ελληνικών εδαφών. Θεωρεί την Μεγάλη Ιδέα και εν γένει τον εθνικισμό (δηλαδή τον έμπρακτο υπέρ έθνους αγώνα, όχι την θεωρητική εθνικοφροσύνη) ως το βέλτιστο και επιβλητέο ιδανικό για την γαλούχηση της ελληνικής νεολαίας, ώστε αυτή να διασωθεί από τις σειρήνες του υλιστικού διεθνισμού. Προς αυτήν την κατεύθυνση οφείλουν να συμβάλλουν τα όργανα του κράτους (σχολείο, στρατός κτλ).
Ως κράτος ο Βεζανής ορίζει την κυρίαρχη δύναμη εντός της κοινωνίας, την υπέρτατη αρχή που κατόπιν ενός αρχικού "κοινωνικού συμβολαίου" και μέσω εξαναγκασμού θέτει και περιφρουρεί το Δίκαιο, τους νόμους. Γι' αυτόν τον λόγο απορρίπτει την έννοια του Διεθνούς Δικαίου, εφόσον δεν υφίσταται παγκόσμιο υπερκράτος και οι συμβάσεις εφαρμόζονται αναλόγως του συμφέροντος και της ισχύος των εμπλεκομένων (π.χ. οι "διεθνείς κανόνες" δεν ισχύουν εξίσου για τις ΗΠΑ και το Λουξεμβούργο). Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο Βεζανής είχε από τότε προοικονομήσει την παγκοσμιοποίηση, την προσπάθεια των θιασωτών του ΟΗΕ και των "διεθνών δικαίων" για κατίσχυση μιας παγκοσμίου υπερκυβερνήσεως, η οποία δια εξαναγκασμού θα επιβάλλεται στα έθνη. Δίχως κανονισμένη βία δεν εφαρμόζεται Δίκαιο. Κοντολογίς, κράτος σημαίνει βία, την μόνη "νόμιμη" βία.
Αρχικά, το Πρωτόγονο Κράτος σχηματίζεται από την επιβολή του ισχυροτέρου/χαρισματικοτέρου επί των υπολοίπων. Από νομικής πλευράς, σήμερα το κράτος θεωρείται Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, για να τονιστεί η χρονική συνέχειά του σε αντίθεση με την ζωή των ανθρωπίνων στελεχών του. Το κράτος προέρχεται από την κοινωνία και την προϋποθέτει. Όσο διευρύνεται η κοινωνία επί της οποίας επιβάλλεται η πολιτειακή βούληση, τόσο μεγαλώνει η ανάγκη για κατανομή της εξουσίας προς διατήρηση της εύρυθμης λειτουργίας της πολιτείας/κράτους. Επί τούτου, το κράτος δημιουργεί (ενδιάμεσα) εντολοδόχα εκτελεστικά όργανα εξειδικευμένης αρμοδιότητος (αστυνομία, εφορία, δημόσιες υπηρεσίες) στα οποία ακτινοβολεί μικρό μέρος της απεριορίστου εξουσίας του. Στο συγκεντρωτικό κράτος τα όργανα υπακούν απαρέγκλιτα στην γραμμή της ανωτάτης αρχής, ενώ στο αποκεντρωμένο κράτος διατηρούν σχετική ελευθερία αποφάσεων και δράσεων. Στην πρώτη περίπτωση εξασφαλίζεται η ενότητα της πολιτείας, αλλά λαμβάνονται αποφάσεις μακρόθεν του σημείου εφαρμογής των -άρα συχνά ανεδαφικές- και χάνεται χρόνος. Στην δεύτερη, λαμβάνονται γρήγορες και εύστοχες αποφάσεις, αλλά με τον κίνδυνο ασυμφωνίας μεταξύ επιμέρους τοπαρχών και αναρχίας.
Τα όργανα μπορεί να είναι ατομικά (με ταχύτητα λήψεως αποφάσεων και προσωπική ευθύνη, π.χ. διευθυντές) ή συλλογικά (με επιστημονική αξιοπιστία εκ του διαλόγου ειδικών, π.χ. κοινοβουλευτικές επιτροπές). Επίσης δύνανται να είναι απλά ή σύνθετα (αποτελούμενα εκ διαφορετικών οργάνων δρώντων συνδυαστικώς). Αντικειμενικά, το κράτος λειτουργεί σωστά εάν οι βουλήσεις του μεταβιβάζονται ταχέως στα όργανα, εάν εκτελούνται ταχέως και πιστά και εάν είναι απέριττα τα μέσα που χρησιμοποιεί (προς οικονομία και αποφυγή γραφειοκρατίας). Στην θεωρία, οι σκοποί του κράτους έγκεινται στην τήρηση του Δικαίου, στην παραγωγή πολιτισμού (τεχνικού και πνευματικού) και στην πολυσχιδή ενδυνάμωσή του.
Εν τούτοις, εκάστη ιδεολογία αποδίδει διαφορετικό εννοιολογικό περιεχόμενο στους σκοπούς και γενικότερα στις "καθολικά αποδεκτές αξίες", όπως η ελευθερία και η ασφάλεια. Στην εποχή του Βεζανή λόγου χάριν, ο Φιλελευθερισμός έθετε ως σκοπό του κράτους τον αυτοπεριορισμό του στην απολύτως αναγκαία εξουσία προς διασφάλιση ατομικών ελευθεριών, ο Κομμουνισμός έθετε ως σκοπό την ισοπέδωση των εισοδημάτων, το "Ιδεαλιστικό κράτος" (όπως το ονομάζει, εννοώντας και το φασιστικό) επεδίωκε την γαλούχηση της νεολαίας και την αύξηση της παραγωγής. Ο Βεζανής αναγνωρίζει τον σχετικισμό των λεγόμενων αξιών και κατ' επέκταση το λογικά αναπόδεικτό τους. Όμως ο ίδιος λαμβάνει θέση και προτείνει ως ιδανική αποστολή του κράτους την επίτευξη της αποστολής του Έθνους, όπως αυτή αναβλύζει μέσα από το συλλογικό του ασυνείδητο. Μία αναπόδεικτη δύναμη ενυπάρχει στην ψυχή των ανθρώπων και κατ' επέκταση των λαών, οι οποίοι κληρονομούν ένα ιδανικό, ένα όραμα και προσανατολίζουν όλην την ζωτική τους ενέργειά στην επιδίωξή του. Έως και την εποχή του Βεζανή, η Μεγάλη Ιδέα ενεσάρκωνε το όραμα του ελληνικού λαού. Όταν ο λαός εναποθέτει μια "αλήθεια" στην λογική, επαναπαύεται στην θεωρητική της ορθότητα, αλλά όταν της επιδεικνύει πίστη, τότε αγωνίζεται συνεχώς για να την πλησιάσει. Εδώ ο Βεζανής (θυμίζοντας λίγο Μωρίς Μπαρές και Παλαμά) υψώνει με αυτοπεποίθηση μία μεγάλη διάσταση έναντι του δυτικού τρόπου σκέψεως, ο οποίος -απολέσας τους μύθους του- θεωρούσε ως αυτοσκοπό του κράτους πρώτα την κοινωνική κι εν τέλει την οικονομική διαιτησία.
Εις ό,τι αφορά στο πολίτευμα, την οργάνωση της πολιτείας σε ανώτατο επίπεδο, ο Βεζανής επαναλαμβάνει την αριστοτελική διάκριση. Στην Μοναρχία άπασες οι εξουσίες συγκεντρώνονται στα χέρια ενός, στην απόλυτη μορφή της το κράτος είναι αυτός (δια να παραφράσουμε την ρήση του Λουδοβίκου ΙΔ΄). Ο Βεζανής χαρακτηρίζει και την δικτατορία ως μοναρχία, με μόνη διαφορά από την βασιλεία την έλλειψη παραδόσεως. Στην Ολιγαρχία, οι άρχοντες που ασκούν την ανώτατη εξουσία είναι λιγότεροι των αρχομένων. Στην Δημοκρατία η ανώτατη εξουσία εκπορεύεται από τον λαό, καθώς ο προσωρινός διαχειριστής της ψηφίζεται από την πλειοψηφία του. Έναντι της Δημοκρατίας ο Βεζανής υιοθέτησε κριτική πλην αδέκαστη στάση, ιδίως μεσοπολεμικά οπόταν, εάν κρίνουμε από τις πολιτικές συναναστροφές και τον πύρινο λόγο του στον Εθνικιστικό Σύνδεσμο, ενδεχομένως να ενεφορείτο υπό τινών φιλοφασιστικών αισθημάτων. Στην πραγματεία του "Η Κρίσις του Δημοκρατισμού" (1936), αφού ασκήσει με ακαδημαϊκή συνέπεια κριτική και στις δικτατορίες, γράφει ενδεικτικά:
[...ο Φασισμός δεν προτιμά την δουλείαν από την ελευθερίαν. Αλλά βλέπων τον άμεσον, τον μέγα κίνδυνον όστις απειλεί όχι μόνον το παρόν αλλά και το μέλλον της φυλής θέλει να τη σώση πάση δυνάμει, έστω και με θυσίαν των μεγαλυτέρων ανθρωπίνων αγαθών. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ αντιδημοκρατών και δημοκρατών δεν είναι ότι οι πρώτοι τάσσονται υπέρ της δουλείας και οι δεύτεροι υπέρ της ελευθερίας. Αλλ' ότι οι πρώτοι βλέπουν τον κίνδυνον ενώ οι δεύτεροι δεν θέλουν να ιδούν αυτόν...].
Γενικώς επισημαίνει πολλάκις ότι η Δημοκρατία προϋποθέτει ωρίμους λαούς, ειδεμή εκτρέπεται σε οχλαγωγία αποσαθρωτική για το Έθνος.
Καθ’ εκάστη ιδεολογία τοποθετεί το πολιτειακό της ιδανικό κάπου μεταξύ των τριών πολιτευμάτων. Ωστόσο, στην πράξη ένα ιδεολογικό καθεστώς δύναται να μεταβάλλεται. Επί παραδείγματι, η Σοβιετική Ένωση επί Στάλιν ήταν απόλυτη μοναρχία, ενώ μεταπολεμικά εξελίχθηκε σε κομματική ολιγαρχία. Πάντως, σε γενικές γραμμές, το Κομμουνιστικό και το Φασιστικό κράτος υιοθετούν αυταρχικότερες πολιτειακές μορφές, ενώ το Φιλελεύθερο Δημοκρατία. Ο ίδιος ο Βεζανής, καίπερ επιδείξας μία περιστασιακή και κεκαλυμμένη προτίμηση στις αυταρχικότερες (κι εδώ ας αναλογιστούμε την κρίση της Δημοκρατίας στην εποχή του), υπερθεματίζει στο ότι δεν υπάρχει ιδανικό πολίτευμα. Σε κάθε περίσταση, ιδανικό είναι το πολίτευμα που ικανοποιεί βέλτιστα τις ανάγκες και τους πόθους του Έθνους, σύμφωνα με την δική του κοσμοθεωρητική προοπτική.
Εις ό,τι αφορά στην οικονομολογική του θεώρηση σχετικά με το Κράτος, ο Βεζανής αντιτίθεται τόσο στον απάνθρωπο ελεύθερο ανταγωνισμό του κλασικού φιλελευθερισμού που παρήγαγε εργάτες-δούλους, όσο και στον απάνθρωπο κομμουνισμό που "προλεταριοποιούσε" στην ανέχεια ολάκερο τον λαό. Λαμβάνει μια τρίτη θέση, προτάσσοντας έναν εξευγενισμένο "σοσιαλισμό" υπό την έννοια του κρατικού παρεμβατισμού με σεβασμό στο επιχειρείν και την ιδιωτική περιουσία. Πράγματι, διά του Κεϋνσιανισμού, αυτό το μοντέλο εφηρμόσθη σε περιόδους κρίσεως στον δυτικό κόσμο, προφυλάσσοντάς τον από την διολίσθηση στην κόλαση του μπολσεβικισμού.
Σε ομιλία του στις 9/9/1945 στον κινηματογράφο "Καπιτόλ" (βλ. εφημ. Εμπρός, 21/10/1945) ανέφερε: «Ο Εθνικισμός ο οποίος τόσο προέχουσαν θέση δίνει εις το σύνολο και του οποίου η κυριότερη ηθική επιταγή λέγει «θυσιάσου χάριν του συνόλου» δεν μπορεί παρά να θέλει να εξυψώσει όλους εκείνους οι οποίοι έχουν την τιμή να ανήκουν στο ελληνικό έθνος. Ο σοσιαλισμός όμως τον οποίον θέλουμε διαφέρει ριζικώς από τον Σοσιαλισμό του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ λέγει «αρπάχτε και φάτε». Εμείς λέμε «δημιούργησε και ζήσε». Θέλουμε κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν είμαστε όμως παράφρονες να θέλουμε να σταματήσει η παραγωγή όπως ήθελαν οι άνθρωποι του ΚΚΕ.{…} Πρέπει διαρκώς να αυξάνει για να ανταποκρίνεται εις τις ανάγκες του λαού. {…} Πρέπει να γίνει κοινή συνείδηση ότι {...}η πραγματική δημιουργική εργασία είναι η εργασία του εργάτη και του αγρότη. Οι διοικητικές γραφικές υπηρεσίες πρέπει να είναι μόνο οι απαραιτήτως αναγκαίες και να μην μεταβάλλονται εις παράσιτα που θα απορροφήσουν τον δημιουργικό μόχθο του εργάτη. {...} Ο Σοσιαλισμός για εμάς δεν επιτυγχάνεται με τη λήψη ορισμένων μέτρων όπως για παράδειγμα είναι η κρατικοποίηση των τραπεζών και των επιχειρήσεων, η γενική κατάργηση της ιδιοκτησίας, όπως οι κομμουνιστές και οι αριστεριστές υποστηρίζουν. {…} Μόνο με συνεχείς αγώνες και με διαδοχικές προσεγγίσεις θα πλησιάσουμε την κοινωνική ευτυχία. Και λέγοντας αγώνες δεν μιλάμε για ταξικούς, αλλά για μια συνολική προσπάθεια λαού και της διοίκησης της πολιτείας να υπερνικά διαρκώς τις συνεχείς δυσκολίες και τα αφάνταστα εμπόδια που βάζει ο καπιταλισμός. {...} Ο Εθνικισμός δεν είναι κίνημα αντιδραστικό, δεν είναι ένα κίνημα πλουσίων. Ο Εθνικισμός είναι κίνημα κατ΄ εξοχήν λαϊκό. {...}».
Στις μέρες μας διαδραματίζονται τα ακριβώς αντίθετα από εκείνα που οραματίστηκε ο Βεζανής. Η ελληνική οικονομία αποτελεί μείξη των πλέον δυσλειτουργικών και αντεθνικών στοιχείων του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού. Η κοινωνία ευρίσκεται σε πρωτοφανή σήψη και πληθυσμιακή αντικατάσταση. Η νεολαία αδιαφορεί. Το κράτος όχι μόνο δεν διαθέτει την βούληση και την δυνατότητα να αναπολήσει Μεγάλες Ιδέες, αλλά ενδίδει στην προοδευτική συρρίκνωση του ελληνικού ζωτικού χώρου. Κατά συνέπεια, ο φέρελπις, σταράτος, πλην λησμονημένος λόγος του είναι πλειότερον επίκαιρος και αναγκαίος από ποτέ άλλοτε.
Βιβλιογραφική αναφορά
Βεζανής Δημήτριος, «Θεωρία του Κράτους», εκδ. Ελεύθερη Σκέψις 2003
Βεζανής Δημήτριος, «Κράτος και Έθνος», εκδ. Ελεύθερη Σκέψις 2000
Παπαγαρυφάλλου Παναγιώτης, Δημητρίου Σπύρος, «Δημήτριος Βεζανής (1904-1968): σκέψεις και μαρτυρίες». Εκδ. Πελασγός 2013
Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.