Οι ελληνικές τράπεζες σε πορεία ολέθρου
Δημοσιεύουμε το κείμενο τού Γιάννη Κουριαννίδη με τίτλο "Οι ελληνικές τράπεζες σε πορεία ολέθρου" το οποίο συμπεριελήφθη στον 2ο συλλογικό τόμο τού Κέντρου Φ (ημερομηνία αποστολής κειμένου 12/06/2023), τονίζοντας ότι οι εξελίξεις δικαιώνουν απολύτως τον συγγραφέα.
Οι ελληνικές τράπεζες σε πορεία ολέθρου
του Γιάννη Κουριαννίδη
Πόσοι Έλληνες, άραγε, γνωρίζουν ότι μία βραδυφλεγής βόμβα είναι έτοιμη να σκάσει τα επόμενα χρόνια στην ελληνική οικονομία, που θα έχει ως αποτέλεσμα να βάλει για άλλη μία φορά το κράτος το χέρι του βαθιά στην τσέπη τους; Και μάλιστα με τρόπο πολύ πιο οδυνηρό από αυτόν της μνημονιακής λαίλαπας της δεκαετίας του 2010!
Αυτό είναι κάτι που αποκρύπτεται από τον ελληνικό λαό, μεθοδευμένα και ύπουλα, και οι όποιες υπεύθυνες φωνές, που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και εισηγούνται λύσεις, δεν βρίσκουν διέξοδο στα μέσα ενημέρωσης.
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και δεδομένος και αφορά για άλλη μια φορά τις ελληνικές τράπεζες. Όπως έχει κατ᾽ επανάληψη επισημάνει ο οικονομολόγος και συγγραφέας Παναγιώτης Αγγελόπουλος, μία σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων, από το 2012 έως και το 2019, αποσκοπούσε και πέτυχε τελικά να αποκρύψει την πραγματική κατάσταση των ελληνικών τραπεζών, «η αποκάλυψη της οποίας θα οδηγούσε στην απαίτηση άμεσων ανακεφαλαιοποιήσεων και γενικότερης εξυγίανσης των συστημικών τραπεζών».
Αυτό συμβαίνει κυρίως διότι με τα νομοθετήματα αυτά «κρύφτηκε κάτω από το χαλί» η τραπεζική παθογένεια που έχει να κάνει με την υποτιθέμενη κερδοφορία των τραπεζών, που είναι τόσο ανύπαρκτη, όσο και πλασματική. Γι᾽ αυτό εξάλλου δεν διανέμονται και μερίσματα στους μετόχους.
Οι τρεις διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, κατά τα έτη 2013, 2014 και 2015, δεν κατάφεραν να επιτύχουν τον υποτιθέμενο στόχο τους, την στήριξη δηλαδή της ελληνικής οικονομίας μέσω της εισροής ιδιωτικών κεφαλαίων στα μετοχικά κεφάλαια των συστημικών τραπεζών. Τα «κόκκινα» δάνεια και οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (εφεξής: ΑΦΑ) αποτελούν και σήμερα ακόμη τον μεγάλο κίνδυνο για την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών.
Και αν για τα «κόκκινα» δάνεια έχει γίνει μεγάλη συζήτηση τα τελευταία χρόνια, για τις ΑΦΑ λίγα πράγματα γνωρίζει κανείς. Στην ουσία πρόκειται για την αναβολή της καταβολής του φόρου που πρέπει να πληρώσουν οι τράπεζες, λόγω των ζημιών που αυτές υπέστησαν τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της πώλησης ή της τιτλοποίησης δανείων τους. Αυτές οι ζημιές υποτίθεται πως θα συμψηφιστούν με μελλοντικά κέρδη των τραπεζών, σε βάθος 20ετίας!
Επειδή, όμως, κέρδη δεν διαφαίνονται στον ορίζοντα, και ελλοχεύει ο «κίνδυνος» για την κρατικοποίηση των τραπεζών (σε περίπτωση που μία τράπεζα εμφανίζει ζημίες, μπορεί το Δημόσιο να εκδώσει τίτλους υπέρ του – Νόμος 4172/2013), οι ελληνικές τράπεζες έχουν μπει σε έναν φαύλο κύκλο απόσχισης διαφόρων τραπεζικών δραστηριοτήτων, μεταφέροντάς τες σε άλλες θυγατρικές εταιρείες, κάτι που τις δίνει τη δυνατότητα νέων τιτλοποιήσεων και νέων πωλήσεων! Έφτασαν, με τον τρόπο αυτόν, ο αναβαλλόμενος φόρος των ελληνικών τραπεζών να αγγίζει περίπου το … 70% του κεφαλαιακού τους δείκτη, τη στιγμή που ο μέσος όρος στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι μόλις 10%!
Ουσιαστικά, μέσω αυτής της «δημιουργικής λογιστικής» (αφού δεν μιλάμε για πραγματικές εισροές στο ενεργητικό των τραπεζών, αλλά για τη μη καταγραφή των ζημιών τους!), δίδεται παράταση στο μαρτύριο ενός προδιαγεγραμμένου θανάτου, αφού όλες οι κυβερνήσεις δεν έδειξαν διατεθειμένες να λάβουν μέτρα για την ανάσχεση αυτής της πορείας ολέθρου. Η ανευθυνότητα αυτής της δημιουργικής λογιστικής και η προχειρότητα με την οποία έγινε απόπειρα να χρυσωθεί το χάπι στους μετόχους, αποτυπώνεται εύγλωττα στον ορισμό των ΑΦΑ, που προβλέπεται να θεσπίζονται μόνον όταν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα υπάρξει μελλοντικά κερδοφορία των τραπεζών σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Ακόμη και αν κάποια στιγμή όλα πάνε κατ᾽ ευχήν και υπάρξει κερδοφορία, ακόμη και τότε στην πραγματικότητα δεν θα βελτιωθεί η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, αλλά ούτε και η αξιοπιστία και φερεγγυότητά τους, αφού οι ΑΦΑ έχουν ήδη καταγραφεί λογιστικά!
Ο φαύλος αυτός κύκλος έχει ως αποτέλεσμα ουσιαστικά την ακύρωση των ΑΦΑ ως εγγύηση για τη μελλοντική κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών. Αυτό το άχρηστο και απλώς λογιστικοποιημένο προϊόν δεν θα υπάρξει επενδυτής που να μπορεί να το αγοράσει ή να το εγγυηθεί. Είναι βέβαιο, δηλαδή, ότι αργά ή γρήγορα (το «γρήγορα» είναι το προτιμότερο, προκειμένου να μη διογκωθεί ακόμη περαιτέρω!) την άχαρη αυτή δουλειά θα την επωμιστεί για άλλη μία φορά το «πρόθυμο» Ελληνικό Δημόσιο. Θα κληθεί δηλαδή για άλλη μία φορά ο Έλληνας φορολογούμενος να πληρώσει το μάρμαρο μιας αποτυχημένης δημοσιονομικής πολιτικής, που αφού μετακύλισε το χρέος της χώρας στις τσέπες των Ελλήνων πολιτών, τώρα ετοιμάζεται να εγγυηθεί τα διαφυγόντα κέρδη των «επενδυτών» παρέχοντας την εγγύησή του στα δάνεια που … αγόρασαν!
Εκτιμάται ότι το Ελληνικό Δημόσιο θα εγγυηθεί για τα πωληθέντα δάνεια μέχρι και του ύψους των 12 δις. Ευρώ, κάτι που θα είναι πολύ πιο δυσμενές από την 1η ανακεφαλαιοποίηση, αφού δεν θα επιτρέψει την συμμετοχή του Δημοσίου στα μετοχικά κεφάλαια των τραπεζών. «Και κερατάς και δαρμένος», δηλαδή, όπως λέει ο θυμόσοφος λαός, που καλείται εκ νέου να βγάλει τα κάρβουνα από τη φωτιά!
Όλα αυτά, βεβαίως, οδηγούν μαθηματικά στην εκμηδένιση της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να επιλέξει μεταξύ δύο προοπτικών: Είτε την κρατικοποίηση των τραπεζών και την σταδιακή εξυγίανσή τους είτε την συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων με τη δημιουργία και σχεδίαση νέων και πρωτοποριακών επενδυτικών προϊόντων. Η κάθε μία από τις επιλογές αυτές έχει τους οπαδούς της και τους θεωρητικούς της. Οι θιασώτες μιας οικονομίας με εθνοκεντρικά χαρακτηριστικά δεν σημαίνει πως είναι κατ᾽ ανάγκην υποστηρικτές της πρώτης επιλογής, αφού η οικονομία είναι ένα μέσον για την επίτευξη του σκοπού και όχι ο ίδιος ο σκοπός, που δεν είναι άλλος από την διαχείριση της εξουσίας προς όφελος του έθνους και της εθνικής κοινωνίας.
Δυστυχώς, όμως, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα εξακολουθεί να διοικείται από ανθρώπους μαριονέττες του διεθνούς οικονομικού πλέγματος, που προσπαθούν να εξωραΐσουν μία εικόνα απογοητευτική και χωρίς προοπτική ανάκαμψης.
Γιάννης Χ. Κουριαννίδης
Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.