ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ, ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ.
Γράφει ο Γ. Σαγιάς
Οι βουλευτικές εκλογές τής 21ης Μαΐου 2023 τελείωσαν. Εθνικές φωνές έγιναν βορά συστημικών κομμάτων.
Το λεγόμενο σύστημα, χαρακτηριζόμενο και δημοκρατικό, έδειξε για άλλη μια φορά το πραγματικό του πρόσωπο: τα δικά μας δικά μας και τα δικά σας δικά μας.
Και στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές τού 2019 αλλά και στις αντίστοιχες τωρινές, ένα πολύ μεγάλο κομμάτι ψηφοφόρων απείχε της εκλογικής διαδικασίας. 42,22% το 2019 και σχεδόν 40% το 2023. Πέρα από εύκολες και επιφανειακές αναλύσεις για ένα μικρό ποσοστό που όντως δεν μπορούσε να ψηφίσει (λόγω π.χ. μη πλήρους εκκαθάρισης των εκλογικών καταλόγων ή θεμάτων υγείας, αποστάσεως ή εκτάκτων περιστατικών), η αποχή φαίνεται να συγκινεί πολλούς πολίτες και αυτό είναι σοβαρό στοιχείο προς περαιτέρω διερεύνηση. Δεν είναι μόνο ωχαδερφιστές και αδιάφοροι κάποιοι που επιλέγουν να μην ψηφίζουν αλλά είναι και άνθρωποι προβληματισμένοι, απογοητευμένοι ή και μη βρίσκοντες κόμμα που να τους ικανοποιεί για να εκφραστούν και με την ψήφο τους. Αξίζει να τονιστεί πως η αποχή (αν και κατά τι μειωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες βουλευτικές) συναγωνίζεται το πρώτο κόμμα. Είναι πολύ μεγάλο το ποσοστό για να υπάρχει τόση -επιμελημένη- σιωπή γι' αυτό.
Από την άλλη πλευρά, εάν υποθέσουμε ότι η αποχή ήταν 50% (αυτή η στρογγυλοποίηση γίνεται αυθαίρετα για λόγους ευκολότερης εξαγωγής συμπερασμάτων), στο κοινοβουλευτικό μας σύστημα, το άλλο 50% ανάγεται σε 100% ώστε να καλυφθούν όλα τα έδρανα τού Κοινοβουλίου. Πράγμα που σημαίνει πως η αποχή (συνεκτιμώμενη -στην πράξη- με λευκά και άκυρα και πέρα από την νομική ερμηνεία τού τι σημαίνει το καθ' ένα), επιτρέπει στα κόμματα να διπλασιάζουν (στο παράδειγμά μας) τα ποσοστά τους.
Επειδή μάλιστα κυκλοφορούν λανθασμένες φήμες πως εάν το ποσοστό τής αποχής ξεπεράσει το 50%, οι εκλογές είναι άκυρες, οφείλουμε για άλλη μια φορά να τονίσουμε πως αυτό σαφώς και δεν ισχύει στην χώρα μας. Ακόμη κι αν ψήφιζε ένα μικρό μέρος των πολιτών (οποιοδήποτε ποσοστό, π.χ. 20%), αυτό θα ήταν ικανό και αρκετό ώστε να γεμίσει το σύνολο των εδράνων τής Βουλής. Ναι, ίσως θα εντείνονταν περισσότερο η συζήτηση πως οι πολίτες "γυρίζουν την πλάτη στα κόμματα και στο πολιτικό σύστημα", όμως με 300 γεμάτες έδρες και τα μμε "ταϊσμένα", ποιος από αυτούς νοιάζεται ιδιαιτέρως γι' αυτό;
Έρμαιο των εισερχομένων κομμάτων στην Βουλή, εξαιτίας τού εκλογικού νόμου, αναλογικώς, γίνονται και πολλές έδρες οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν κερδηθεί από συνασπισμούς κομμάτων, τα οποία όμως προτίμησαν αυτόνομη κάθοδο ή σε μικρούς συνασπισμούς, αθροιζόμενα έτσι τα όποια ποσοστά τους στα εκτός Βουλής κόμματα.
Πιο συγκεκριμένα, με την "απλή αναλογική" με κατώτατο όριο 3%, σε αυτές τις βουλευτικές εκλογές, τα εκτός Βουλής κόμματα, ξεπερνούν το 16%. Αυτό, με απλά λόγια, μπορεί να ειπωθεί και ως εξής: περίπου 48 - 55+ έδρες, "χαρίζονται", μοιράζονται αναλογικώς στα κόμματα που εισέρχονται στην Βουλή. Πιο αναλυτικά, αναφέρεται η εξής υπόθεση εργασίας: Εάν αυτό το 16% μοιράζονταν σε 5 συνασπισμούς κομμάτων ("δεξιούς", "κεντρώους", "αριστερούς", με την τρέχουσα αδόκιμη ορολογία οι όροι) και ο καθ' ένας έπαιρνε για παράδειγμα ~3,2%, τότε κάθε ένας συνασπισμός θα εξέλεγε περίπου 10-12 βουλευτές. Όμως, προτιμήθηκε η παρουσία 36 διαφορετικών κομμάτων ή συνασπισμών κομμάτων. Συνεπεία αυτού, εισέρχονται στην παρούσα Βουλή 5 κόμματα και στις εκλογές που ακολουθούν αυτά μπορεί να αυξηθούν (πιθανό σενάριο) ή και να μείνουν ίδια, ακόμη και να μειωθεί ο αριθμός τους (αν και αυτό το σενάριο εξετάζεται μόνο μαθηματικώς). Η παρουσία πολλών μικρών κομμάτων και η πολιτική διασπορά τους, εκ του αποτελέσματος ευνόησε το λεγόμενο "κυρίαρχο πολιτικό σύστημα". Και αν κάποια από αυτά εισέλθουν στην Βουλή στις αμέσως επόμενες εκλογές, οπότε και θα έχουν λόγους ικανοποίησης, τα περισσότερα μένουν εκτός Βουλής εάν επιλέξουν να συνεχίσουν την αδιέξοδη πολιτική τους. Συνεπώς, θεωρείται πιθανό να επιχειρηθούν ευρύτερες συσπειρώσεις από μικρότερα κόμματα (ή και άλλα που δεν είχαν και ενδεχομένως να θελήσουν να έχουν συμμετοχή), που όμως για το μέγεθος τού πλήθους τους και της διασποράς τους καθώς και για "στρατηγικές", "μεθόδους" και "τακτικές" αλλά και για στάσεις ή συμπεριφορές τους, χρειάζεται ξεχωριστή ανάλυση, όμως δεν είναι στο πνεύμα τού παρόντος κειμένου.
Βεβαίως, δεν θα μπορούσε κάποιος αναλυτής να παραβλέψει πως η έκφραση μεγαλύτερης δυναμικής από πιθανούς συνασπισμούς κομμάτων, θα μπορούσε εν τέλει να μην οδηγήσει στο πολυπόθητο -γι' αυτούς- 3% και συγχρόνως να στερήσει το ίδιο πολυπόθητο 3% από άλλον/άλλους σχηματισμό/σχηματισμούς, γεγονός που θα λειτουργούσε (και αυτό) υπέρ όσων κομμάτων εισέρχονται στην Βουλή. Όμως, τα ανωτέρω, δεν παύουν να είναι παρά απλώς στοιχεία μιας ανάλυσης και μάλιστα με σημεία αναφοράς τόσο στα λεγόμενα "αριστερά" όσο και στα λεγόμενα "δεξιά" κόμματα ή και συνασπισμούς κομμάτων.
Το λεγόμενο σύστημα λοιπόν, σαφώς για την ώρα εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τις τεράστιες αδυναμίες πατριωτικών και εθνικιστικών κομμάτων -και όχι μόνο.
Δεν είναι σκοπός αυτού τού κειμένου μια εσωστρεφής αναζήτηση και επίρριψη ευθυνών, αλλά η τοποθέτηση κάποιων ακόμη ψηφίδων σκέψης για το μέλλον τού πατριωτικού και εθνικιστικού κινήματος, στην προοπτική ενός ευρέως πατριωτικού μετώπου χωρίς αγκυλώσεις και αποκλεισμούς. Ένα από τα στοχευόμενα σημεία τού ορίζοντα, είναι και μελλοντικές εκλογικές αναμετρήσεις σε βάθος χρόνου. Αξίζει να σημειωθεί πως οι εκλογές δεν αντιμετωπίζονται ως πανάκεια αλλά ως ένα ακόμη μέσον στην κατεύθυνση τής σκοπούσης εθνικής αφυπνίσεως, ανατάξεως και διακυβέρνησης. Αυτό όμως ερμηνεύεται και ως εξής: η σοβαρή ενασχόληση με αυτές, δεν είναι λόγος να μην υλοποιούνται εκπαιδευτικές διαδικασίες κατάρτισης στελεχών (βλέπε και "Ακαδημία Φ" τού Κέντρου Φ), η πολυεπίπεδη διείσδυση στην κοινωνία (π.χ. αυτοδιοίκηση, πολιτισμός, αθλητισμός, φορείς, συλλογικότητες), προσπάθεια δημιουργίας παράλληλων δομών εντός των προβλέψεων των νόμων για υποστήριξη απανταχού συνελλήνων και σύμπαντος τού ελληνισμού (π.χ. σύλλογοι, σωματεία, ομογενειακός ελληνισμός), η μελέτη και διερεύνηση τρόπων ακύρωσης αρνητικών κατεστημένων και η αντικατάστασή τους με δομές υπέρ έθνους και λαού (π.χ. προσεγγίσεις για δημοψηφίσματα σε εθνικό επίπεδο μέσω αμεσοδημοκρατικών διαδικασιών, σύμπηξη μετώπων απέναντι σε καθεστωτικές αυθαιρεσίες και αθλιότητες), καθώς και άλλες ενέργειες που συγκλίνουν ή και θα μπορούσαν να συγκλίνουν σε μια νέα θέση υπέρ Ελλάδος και ελληνισμού, σύγχρονη, ελκυστική, τεκμηριωμένη και υλοποιήσιμη.
Οι όποιες εναλλακτικές προτάσεις κατατίθενται από τους εθνικιστές, πέρα από επιφανειακές, ανεπαρκώς προετοιμασμένες και ατελείς, εξαιτίας τού τρόπου συντάξεώς των και παρουσιάσεώς των προκαλούν συχνά φόβο, ανησυχία και ανασφάλεια, στοιχείο που σαφώς ενισχύει τους αντιπάλους τους. Η πλειονότητα τού κόσμου, άνθρωποι καθημερινοί και τρωτοί καθ' όλα, τίθενται στην γωνία από ένα δάχτυλο που τους δείχνει ως συνενόχους, αντί να βρουν μια ζεστή αγκαλιά που θα τους επιπλήττει μεν για τις όποιες λάθος στάσεις και συμπεριφορές τους, θα τους δίνει όμως διέξοδο για αλλαγή και σύνταξη με ένα νέο όραμα μέσω μιας νέας δημιουργικής πορείας.
Σε μια κοινωνία με βαθιά ρήγματα, στο έλεος των συμφερόντων των λίγων, όσο κι αν οι πολιτικές δοσοληψίες, το "ρουσφέτι", καθώς και οι "εξυπηρετήσεις", το "κλείσιμο των ματιών", το "βόλεμα", λειτουργούν ως βαλβίδα εκτόνωσης και μηχανισμός συνενοχής, υπάρχει ένα κοινό που επιθυμεί αξιοκρατία, δικαιοσύνη, πρόοδο, ανάπτυξη αλλά και ένα κοινό που πρέπει να του δοθεί η ευκαιρία (παρά τις πομπές του) να περάσει σε αυτό το στρατόπεδο. Αυτό καθίσταται πολύ δύσκολο εξαιτίας αλαζονικών και προσβλητικών συμπεριφορών καθώς και με την επίσειση απειλών και την δημιουργία φόβου. Μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται έτσι, γιατί οι "τρωτοί" συσπειρώνονται ως συνεργοί γύρω από τους πολιτικά εν αδίκω τελούντες. Σημειώνεται όμως πως εάν οι υγιείς δυνάμεις φτάσουν σε σημείο να διεκδικούν με αξιώσεις την διακυβέρνηση και την εξουσία, τότε μια κατηγορία τού αφηγήματός τους θα μπορούσε ίσως να θεωρείται έως και απειλητική από τους απέναντί της ταγμένους, λειτουργώντας αποσυσπειρωτικά για τους αντιπάλους τους και δημιουργώντας γέφυρες μετατόπισης φοβισμένων για να επιτύχουν ευνοϊκή μεταχείριση και "άφεση αμαρτιών" από τους δυνάμει νέους νικητές.
Σε αυτό το σημείο, μπορεί να λειτουργήσει επικουρικά και με αναμενόμενα σημαντικά ωφέλη, η πολιτική στοχοποίηση ενός συγκεκριμένου αντιπάλου, ο οποίος να εγείρει, να εξεγείρει, να θυμώνει, να οργίζει, εν τέλει να συσπειρώνει άθελά του ευρύτερες μάζες εναντίον του. Θα μπορούσε να πει κάποιος: "κι αν ακόμη δεν υπάρχει τέτοιος αντίπαλος, πρέπει να επινοηθεί και να παρουσιαστεί ένα αποκρουστικό πρόσωπό του, το οποίο να καθίσταται ικανό να οδηγήσει σε αντίθετες δυναμικές συσπειρώσεις ομαδώσεων με κάποιο/α κοινό/ά στοιχεία συνοχής και συνεννόησης". Αυτό δεν φαίνεται ηθικό, όμως η πραγματικότητα δίνει την λύση, διότι αυτό το "πρόσωπο" υπάρχει. Στην προσπάθεια αυτή, οι έννοιες δεξιά, κέντρο, αριστερά, πέραν τού ότι δεν είναι δόκιμοι όροι, είναι και μη χρήσιμοι. Ναι, ο αντίπαλος υπάρχει: είναι το διεφθαρμένο, σάπιο, αναξιοκρατικό, αντεθνικό και αντιλαϊκό καθεστώς, και μάλιστα εκφράζεται από δυνάμεις όλου τού πολιτικού φάσματος, οι οποίες αποτελούν τις άλλες όψεις τού ίδιου νομίσματος. Ενότητα όλων απέναντι σε αυτό το άθλιο καθεστώς, από το ένα σημείο τού πολιτικού χάρτη έως το άλλο, με υπόσχεση δίκαιης μεταχείρισης των μεγάλων ενόχων, μεγαλόψυχη συγχώρεση και αγκάλιασμα των πολλών παραπλανημένων οπαδών τους και σαφές όραμα αλλά και τρόπους μεταβάσεως σε αυτό.
Στο σημείο αυτό, ως σημείο σύγκλισης, γέφυρα μετάβασης και προοπτική τού νέου, φαντάζει ο εθνομελλοντισμός (για τον οποίο θα γίνει εκτενέστερη επεξηγηματική αναφορά σε ξεχωριστο κείμενο).
Γενικά πάντως, ο μέσος ψηφοφόρος, προτιμά τον εκτιμώμενο ως νικητή. Πόσω δέ μάλλον όταν υπάρχουν ξεκάθαρες θέσεις για όλα, με συγκεκριμενοποίηση των βημάτων, κοστολογήσεις, χρονοδιαγράμματα, πειστικές απαντήσεις στις εικαζόμενες ως αρνητικές παραμέτρους, εν άλλαις λέξεσι, πολιτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης μελετημένο, σοβαρό και υπεύθυνο. Είτε πρόκειται για επαναστατικές προτάσεις ρήξεων και ανατροπών, είτε για προτάσεις αλλαγών και μετασχηματισμών, οι θέσεις πρέπει να είναι καθαρές, διαφανείς, συγκεκριμένες και να αναφέρεται και ο τρόπος μεταβάσεως από το "παρόν κατεστημένο" στο "ιδεατό προτεινόμενο", χωρίς να παραγνωρίζονται η τρέχουσα κατάσταση, οι υπάρχουσες δεσμεύσεις, οι διεθνείς σχέσεις και συγκυρίες και -πάνω απ' όλα- το εθνικό συμφέρον -που συγχρόνως πρέπει να ταυτίζεται κατά το δυνατόν και με το ατομικό συμφέρον τής συντριπτικής πλειονότητας. Ο αγώνας πρέπει να γίνεται με βάση ένα μεγάλο όραμα, το οποίο να επιτρέπει ευρύτερες προσεγγίσεις και συσπειρώσεις έναντι ενός ονοματισμένου και αποκρουστικού αντιπάλου.
Στην πορεία αυτή, είναι αναγκαίες οι συγκλίσεις ακόμη και λογιζόμενων ως ετερογενών δυνάμεων. Ο ορισμός όρων, κανόνων και προϋποθέσεων συνεργασιών, καθίσταται άμεσα απαραίτητος και αναγκαίος. Ίσως έτσι καταστεί εφικτή η ταχεία σύνταξη και παρουσίαση ενός εναλλακτικού σχεδίου διακυβερνήσεως με ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες προτάσεις, ένα σε βάθος μελετημένο και κοστολογημένο Εθνικό Σχέδιο.
Εκτιμάται πως υπάρχουν ανά την επικράτεια τα κατάλληλα στελέχη για τον σκοπό αυτό. Αρκετά αγωνίζονται στην πρώτη γραμμή από διάφορες και διαφορετικές επάλξεις, άλλα βρίσκονται παροπλισμένα αλλά με σπίθα ενεργή, άλλα βρίσκονται σε ξεχωριστά πολιτικά στρατόπεδα αναμένοντας ένα σοβαρό νεύμα ειλικρινούς συνέργειας, με ενωτικό στοιχείο την Ελλάδα, τον ελληνισμό και μια αντικαθεστωτική θεώρηση, σε μια ηθική εθνική και κοινωνική πολιτική. Και, ειδικά για όλους και όλες οι οποίοι αγωνίστηκαν και αγωνίζονται από κάθε έπαλξη τον ωραίο υπέρ πατρίδος αγώνα, αξίζουν συγχαρητήρια για το σθένος και την μαχητικότητά τους και προσφορά βελτιόδοξης προοπτικής νικηφόρων αγώνων.
Το χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξης παύει να υπάρχει όταν πράττεις με βάση την θεωρία σου. Κοσμοθεωρία υπάρχει, ιδεολογία υπάρχει, βασικές ενωτικές πολιτικές θέσεις υπάρχουν, καθετοποιημένες εξειδικευμένες πολιτικές θέσεις για κάθε θέμα ήδη δημιουργούνται από Τομείς Εργασίας (βλέπε και την κοινότητα σκέψης: Κέντρο Μελετών & Προώθησης Εθνικών Ιδεών Φ), προσπάθειες για ανάδειξη στελεχών γίνονται ποικιλοτρόπως. Εάν προσπεραστούν εγωισμοί, αλαζονικές συμπεριφορές, αρχομανία και γραφικότητες και δημιουργηθούν δικλείδες ασφαλείας κατά εγκαθέτων συστημικών εισοδιστών αλλά και ενεργούμενων ξένων χωρών ή και πολιτικών, υπάρχει πεδίο συνεννόησης.
Όλοι μαζί, μπορούμε καλύτερα.
Γεώργιος Σαγιάς
Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.