Πολιτιστική Διπλωματία και ήπια ισχύς

Γράφει ο Γιάννης Σαρρής.

 

Πολιτιστική Διπλωματία και ήπια ισχύς.

Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Michael Waller έχει ορίσει την «Πολιτιστική Διπλωματία» (Cultural Diplomacy) ως ανταλλαγή ιδεών, πληροφοριών, καλλιτεχνικών, γλωσσικών και άλλων πολιτιστικών στοιχείων μεταξύ των εθνών και των λαών τους, με σκοπό την γνωριμία και την αμοιβαία κατανόηση[1]. Είναι προφανές ότι η φιλελεύθερη οπτική του Waller δίνει έμφαση στον όρο «πολιτιστική», θεωρώντας την σχετική διπλωματία ως αποστολή πολιτισμικού παρά πολιτικού κινήτρου. Τα υπουργεία εξωτερικών και πολιτισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας φαίνεται πως δεν αγνοούν την διαπολιτισμική διάσταση του έργου τους. Πράγματι, στο λήμμα περί «Πολιτιστικής Διπλωματίας» στον ιστότοπο του Υπ.Εξ., παρουσιάζονται ενδιαφέροντα δεδομένα για τις δραστηριότητες και τις συνεργασίες της χώρας μας με μουσεία και διεθνείς επιτροπές, όπως της UNESCO[2]. Άλλωστε, η διαχρονική οικουμενική εμβέλεια και τα καταπιστεύματα του Ελληνισμού, του πολιτισμού που γέννησε την φιλοσοφία κι επεζήτησε το καλὸν κἀγαθόν, δεν χρήζουν ιδιαιτέρας αναλύσεως και νοηματοδοτούν αναπόδραστα οιανδήποτε απόπειρα διαπολιτισμικής επικοινωνίας, παρά το γεγονός ότι από γενέσεως του νέου ελλαδικού κράτους υποτιμώνται συστηματικά σπουδαίες πτυχές του που δεν έχουν σχέση με την Αθήνα, όπως το Βυζάντιο, η Μακεδονία, η Ιωνία και η Μικρά Ασία, οι μεσογειακές αποικίες, πολιτισμοί της Εποχής του Χαλκού κ.α.

Παρ’ όλα αυτά, εφόσον οι φιλελεύθεροι ορισμοί της «Πολιτιστικής Διπλωματίας» αποκρύπτουν και έναν άλλον απώτερο, «ρεαλιστικό» και πολιτικά επωφελή σκοπό της, τότε...ενδεχομένως να τον υπηρετούν. Κατά τους ορισμούς της «ρεαλιστικής» σχολής γεωπολιτικών, η εξωτερική πολιτική αποσκοπεί ανομολόγητα ή εκπεφρασμένα στην ανακατανομή της ισχύος, στην απόκτηση δυνάμεως εκ μέρους του δρώντος. Και η πάσης φύσεως διπλωματία υπαγορεύεται από την εξωτερική πολιτική. Σύμφωνα με τον Καθηγητή Ιωάννη Μάζη, η εν πολλοίς αφηρημένη έννοια της «γεωπολιτικής ισχύος» συνίσταται σε τέσσερεις πυλώνες, την αμυντική, την οικονομική, την πολιτική και την πολιτισμική-πληροφοριακή ισχύ[3]. Επομένως, ο έλεγχος της προβολής πολιτισμικών στοιχείων και της ροής των σχετικών πληροφοριών εξασφαλίζει ισχύ επί των δεκτών τους χωρίς άμεσο εξαναγκασμό, δηλαδή μία «ήπια ισχύ» (soft power) κατά την ορολογία του Joseph Nye[4]. Σε αυτό το πλαίσιο πολιτιστικής επιρροής εντάσσονται και τα διάφορα είδη προπαγάνδας, που σήμερα πραγματώνονται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τους μεροληπτικούς αλγορίθμους των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης. Η επιτηδευμένη προβολή της ίδιας κουλτούρας σε συνδυασμό με την απαξίωση της αλλότριας ήταν τακτική διόλου σπάνια ήδη από την εποχή του μεγάλου Θουκυδίδη. Στο δεύτερο ήμισυ του 20ου αιώνος, η «ευημερία» και η «ελευθερία» του «αμερικανικού ονείρου» αντιμάχονταν λυσσαλέα το «ειρηνικό όραμα» και την «αταξική» τάξη του «κομμουνιστικού παραδείσου», με το πρώτο να αναδεικνύεται τελικά αδιαμφισβήτητος νικητής. Και η ιστορία γράφεται από τους νικητές, εν είδει πολιτιστικής επιχειρήσεως...

Για την επίτευξη ενός πολιτικού σκοπού, οι πολιτιστικές επιχειρήσεις των γεωπολιτικώς δρώντων μπορούν να αναμοχλεύουν, να χαλκεύουν ή να κατασκευάζουν εκ του μηδενός πολιτιστικά ή ακόμη και εθνολογικά αφηγήματα. Ενδεικτικώς επισημαίνονται η προσπάθεια του κομμουνιστικού καθεστώτος της Γιουγκοσλαβίας για θεμελίωση «σλαβομακεδονικής» εθνότητος με βάση τον σλαβο-βουλγαρικό πληθυσμό των Σκοπίων[5], η από πλευράς Αμερικανο-Ισραηλινών εργαλειακή χρήση του κουρδικού εθνικισμού στην Μέση Ανατολή, καθώς και η συμβολή των δυτικών υπηρεσιών στην εμφατική ανάδυση της ουκρανικής εθνικής ταυτότητας στους αντι-μοσχοβίτικους πληθυσμούς της κεντρικής και βορειοδυτικής Ουκρανίας[6]. Έως και η Παγκοσμιοποίηση μπορεί να ιδωθεί ως μία κολοσσιαία πολιτιστική επιχείρηση υπερεθνικών οικονομικών δικτύων που στοχεύει στην οικουμενική άμβλυνση των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων, μέσω οικουμενικής επιβολής των «φιλελευθέρων» αμερικανικών προτύπων[7]

Εις ό,τι αφορά την πατρίδα μας, οι πολιτικοί ιθύνοντες ασφαλώς δεν τολμούν να αναπτύξουν τέτοιες έννοιες. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε, όταν πολλοί εξ αυτών συνετέλεσαν στην επονείδιστη σύμβαση των Πρεσπών, που ανεγνώρισε «μακεδονικό» έθνος και «μακεδονική» γλώσσα στους Σκοπιανούς και, πέραν των πλείστων άλλων ξενικών επιρροών, ανέχονται επί χρόνια και την προβολή δεκάδων τουρκικών σειρών προπαγανδιστικού χαρακτήρα στην ελληνική τηλεόραση; Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Τουρκία διά της παροχής προσιτών τηλεοπτικών προγραμμάτων, τα οποία διαφημίζουν όσα κοινωνικά και ιστορικά της στοιχεία δύνανται να εξωρραϊστούν, προσφέρει ένα έξοχο παράδειγμα Πολιτιστικής Διπλωματίας και ωσαύτως πάντα βρίσκει προθύμους διαύλους προπαγάνδας προς δυσμάς. Το ελληνικό κράτος, όντας παραδοσιακά δέκτης και ποτέ πομπός τέτοιων πολιτιστικών επιχειρήσεων, δεν χρειάζεται να αναμοχλεύει μυθεύματα και να αποτολμήσει κάτι δύσκολο, παρά μόνο να πράττει τα αυτονόητα, να υπερασπίζεται καταρχήν τα δίκαια των εκτός συνόρων ελληνογενών πληθυσμών. Όμως αδιαφόρησε για την καταπίεση των βορειοηπειρωτών ακόμη και μετά την δολοφονία Κατσίφα, ενώ κατόπιν του πολέμου στην Ουκρανία δεν έκανε σχεδόν τίποτε για την ασφάλεια του -πλέον ευρισκόμενου μάλλον υπό ρωσική κατοχή- εκεί ελληνογενούς πληθυσμού. Κι ας μην μιλήσουμε καλύτερα για την εγκατάλειψη των Ποντίων και άλλων Μικρασιατών, των ορθοδόξων Ρωμιών της Συρίας ή της Γραικάνικης κοινότητας στην Καλαβρία και την Απουλία. Ο Ελληνισμός συρρικνώνεται και το κράτος δεν δυσφορεί με αυτό.

Στον τομέα της υποδείξεως πολιτιστικών προτύπων, εκτός της απολύτως αναγκαίας και μέχρι τούδε σχετικώς αξιοπρεπούς προβολής του αρχαίου πολιτισμού στον δυτικό κόσμο, μία ανεξάρτητη Ελλάδα μέσω του βυζαντινού παρελθόντος της θα ανέπτυσσε φίλιες πολιτιστικές σχέσεις με χριστιανικές κοινότητες του Λεβάντε και με χώρες της ανατολικής Ευρώπης και ιδίως της Χερσονήσου του Αίμου, επί της οποίας η πολιτιστική και οικονομική επιρροή συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για την γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδος σε περιφερειακή δύναμη της Μεσογείου. Η ζωντανή ορθόδοξη παράδοση και η οικουμενική αποδοχή των ελληνοφώνων εκκλησιών (σε βαθμό που στην αγγλόσφαιρα ο όρος «Greek Orthodox» καθίσταται συχνά συνώνυμος του Ορθοδόξου) παρουσιάζουν έως και στις μέρες μας δυναμική και μεγάλη διαπολιτισμική διεισδυτικότητα. Μια τέτοια ανεξάρτητη Ελλάδα θα προωθούσε προπαγανδιστικά όψιμες αντιδράσεις των διαρκώς πληθωριζόμενων πολιτών της Τουρκίας που μέσω δοκιμασιών DNA ανακαλύπτουν κάποια ελληνική ρίζα τους[8], ενώ θα χαρακτήριζε τις πόλεις της Ανατολίας (και όχι μόνο την...«Ιστανμπούλ») με τα αυθεντικά τους ονόματα, αναδεικνύοντας την ελληνική ιστορία τους. Επιπροσθέτως, ως μέλος διεθνών οργανισμών ανάδειξης πολιτιστικής κληρονομιάς, η Ελλάδα θα μπορούσε να διαλεχθεί υπερήφανα και ισότιμα, υπό το πρόσχημα πολιτιστικών ζητημάτων, και με εκτός Ευρώπης ισχυρές χώρες κληρονομήσασες εξίσου αρχαίους πολιτισμούς, όπως η Κίνα, το Ιράν, το Μεξικό, η Αίγυπτος κ.α. Ας μην λησμονούμε, ειρήσθω εν παρόδω, ότι η υγιής διαπολιτισμική επικοινωνία μεταξύ κρατών διαφέρει ουσιαστικά από την βεβιασμένη πολυπολιτισμικότητα στις τοπικές κοινωνίες, η οποία οδηγεί στον κατακερματισμό των κοινοτήτων και τελικά στην μονοπολιτισμικότητα του τίποτα. Ωστόσο, γενικότερα, η ανάληψη κοπιωδών πρωτοβουλιών προς εξαγωγή πολιτισμού και διεκδίκηση ηπίας ισχύος δεν γίνεται από δοτές κυβερνήσεις, εξαρτημένα κράτη και προτεκτοράτα. Προϋποθέτει την εθνική αυτοδιάθεση.  

 

 

 

Ιωάννης Σαρρής       

 

[1] Michael J. Waller, “Strategic Influence: Public Diplomacy, Counterpropaganda, and Political Warfare”, Institute of World Politics Press, 2009, 74.

[2] Βλέπε το λήμμα «Πολιτιστική Διπλωματία», https://www.mfa.gr/eidika-themata-exoterikis-politikis/politistike-diplomatia/ (ανακτήθηκε τον Ιούλιο 2022).

[3] Ιωάννης Μάζης, “Η Γεωπολιτική: Η Θεωρία και η Πράξη”, Παπαζήση, 2002.

[4] Joseph S. Nye, “Soft Power”, Foreign Policy, no. 80 (1990), 153-171.

[5] Jonathan Bousfield, Dan Richardson, “Bulgaria”, Rough Guides 2002, 454-456.

[6] Αναφορικά με τον εγγενή (φιλο)δυτικιστικό προσανατολισμό του νεοουκρανικού εθνικισμού, βλέπε: Karina Korostelina, “ Constructing the Narratives of Identity and Power: Self-Imagination in a Young Ukrainian Nation”, Lexington Books 2013, 185-195. ΣτΣ: Ο εργαλειακός κυνισμός με τον οποίον περιγράφεται η δυνατότητα σύνθεσης, αποσύνθεσης και ανασύνθεσης κάποιου «νεότευκτου έθνους», βάσει πολιτικών κριτηρίων και συμφερόντων, αποκαλύπτει την ευρύτερη φιλοσοφία του «identity politics» των μεταμοντέρνων πολιτικών και παγκοσμιοποιητών, σύμφωνα με την οποία κάθε ταυτότητα -ακόμη και αυτή του γενετησίου φύλου- πρέπει να είναι λυόμενη, συναλλάξιμη και αντιμεταθέσιμη, ωσάν καπιταλιστικά διακινούμενο αγαθό.

[7] John Storey, “Cultural Studies and the Study of Popular Culture”, Edinburgh University Press 2010, 161-172.

[8] Αναφορικά με την δυσφορία των Τούρκων για τις δοκιμασίες DNA της Ancestry.com, βλέπε: Paul Antonopoulos, “Turkish DNA Project calls for boycott after Ancestry.com highlights many Greeks were Turkified”, 1/6/2021, https://greekcitytimes.com/2021/06/01/turkish-dna-project-greeks-turkified/ (ανακτήθηκε τον Ιούλιο του 2022).

Περί εκλογολογίας

 

Γράφει ο Γ. Σαγιάς


Περί εκλογολογίας.

Η Κυβέρνηση έχει αυτοδυναμία με 157 βουλευτές. Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το σύστημα τής απλής αναλογικής. Σύμφωνα με τις έως σήμερα δημοσκοπήσεις (με όποιο βαθμό εγκυρότητας και αξιοπιστίας αποδέχεται καθένας σε αυτές), φαίνεται ότι έχει υποστεί φθορά, η οποία, απεικονιζόμενη με βουλευτές βάσει τής απλής αναλογικής, την οδηγεί σε μη αυτοδυναμία και την βάζει σε περιπέτειες δεύτερης (ίσως και τρίτης) εκλογικής αναμέτρησης. Σε μια τέτοια περίπτωση, ενδεχομένως, βάσει τής ενισχυμένης αναλογικής -και με την προϋπόθεση τα εκλογικά αποτελέσματα να μην οδηγούν το δεύτερο ή τρίτο κόμμα των εκλογών σε σχηματισμό υπ' αυτών κυβερνήσεως συνεργασίας-, να μπορεί να σχηματίσει πάλι κυβέρνηση.


Ποιος ο λόγος λοιπόν να προκηρύξει εκλογές ο Πρωθυπουργός πριν το τέλος τής τετραετίας (κάτι που έχει δηλώσει κατ' επανάληψιν), αφήνοντας την αυτοδυναμία του και στοχεύοντας σε μικρότερη αυτοδυναμία ή σε μη αυτοδυναμία και κυβέρνηση συνεργασίας; (Σενάριο για εκλογές που οδηγούν σε μεγαλύτερη αυτοδυναμία, το θέρος τού 2022, δεν υπάρχει).
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί από φιλοκυβερνητικούς αναλυτές πως εκλογές το φθινόπωρο τού 2022, εξασφαλίζουν στην κυβέρνηση -με την 2η ή και 3η εκλογική αναμέτρηση- μικρή αυτοδυναμία ή κυβέρνηση συνεργασίας, υπόθεση σχετικά βολική ("το μη χείρον βέλτιστον") εάν συνυπολογισθούν ο διαφαινόμενος δύσκολος χειμώνας και η αναμενόμενη ένταση τής τουρκικής απειλής (και λόγω εκλογών στην Τουρκία το 2023).
Όμως, ακριβώς σε αυτό το σημείο θα μπορούσε να εστιάσει το κυβερνητικό επιτελείο ώστε και την τετραετία να εξαντλήσει αλλά και να βελτιώσει τα εκλογικά ποσοστά του, σε αντίθεση με τις υπάρχουσες προβλέψεις -κυρίως αντικυβερνητικών.
Θα μπορούσε δηλαδή το κυβερνητικό επιτελείο να επιχειρήσει ανακατεύθυνση τής κυβερνητικής πολιτικής με έμφαση στα εθνικά θέματα και στη συντηρητική οικονομική διαχείριση, συνδυασμένη με ακόμη πιο εκτεταμένη παροχολογία (ας μας επιτραπεί: από το "λεφτόδεντρο"). Αυτές οι δύο πολιτικοοικονομικές αιχμές, θα μπορούσαν ίσως να βελτιώσουν την κυβερνητική ψηφοθηρία, στερώντας από τα πατριωτικά και εθνικιστικά κόμματα ψηφοφόρους αλλά και από τα -με την τρέχουσα αδόκιμη ορολογία περί "δεξιάς" και "αριστεράς"- κεντροαριστερά αλλά και αριστερά κόμματα.


Τα επιτελεία των πατριωτικών, κοινωνικών και εθνικιστικών κομμάτων, οφείλουν να προβλέψουν σωστά τις εξελίξεις και να προσαρμόσουν την στρατηγική τους, τόσο στην περιχαράκωση όσο και στη διεύρυνση των δυνάμεών τους.
Εάν οι εκλογές γίνουν το φθινόπωρο, τα περισσότερα από αυτά δύσκολα θα μπορέσουν να καταρτίσουν αξιόμαχα ψηφοδέλτια (ή και: απλώς να καταρτίσουν ψηφοδέλτια). Πολυδιάσπαση -εν πολλοίς κατευθυνόμενη-, με κάποια κόμματα χωρίς πραγματική αντιστοίχιση στην κοινωνία ή και με κόμματα που δεσμεύουν κάποιες δυνάμεις και εν τέλει μάλλον δεν θα συμμετάσχουν στις εκλογές-, αρχηγισμός, έλλειψη πολλών ικανών και ανυστερόβουλων στελεχών, ένδεια μέσων εκλογικού αγώνα και επαρκούς προβολής και μη ολοκληρωμένο σχέδιο εθνικής ανάταξης, είναι κάποια από τα συστατικά στοιχεία τής δυσκολίας τους να έχουν δυνατό έρεισμα στο εκλογικό σώμα. Βεβαίως, τα ίδια προβλήματα ενδεχομένως να συνεχίσουν να υφίστανται και στην περίπτωση που οι εκλογές γίνουν το 2023, απλώς θα έχουν λίγο περισσότερο χρόνο προετοιμασίας αλλά και κάποια ελπίδα να καρπωθούν πιθανή μεγαλύτερη φθορά τής κυβερνήσεως (και με την προϋπόθεση να μην πετύχουν οι ανωτέρω εικαζόμενοι δύο πυλώνες τής κυβερνητικής αντεπίθεσης αλλά και η γενικότερη επικοινωνιακή στρατηγική της).
Όλα αυτά, με την αίρεση ότι δεν θα αλλάξει άρδην το πολιτικοοικονομικό τοπίο εξαιτίας τού πολέμου Ρωσίας - Ουκρανίας, τής τουρκικής επιθετικότητας (και) στο πεδίο και αστάθμητων τρίτων παραγόντων.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι λαοί συσπειρώνονται στις κυβερνήσεις τους όταν ο εχθρός προσβάλλει και επιτίθεται παντοιοτρόπως, στοιχείο που σημαίνει ότι -σε πρώτη ανάγνωση- η ακραία ανθελληνική προκλητικότητα τόσο τού Ερντογάν όσο και πολλών Τούρκων συμπολιτευομένων αλλά και αντιπολιτευομένων αυτού, μάλλον λειτουργεί εν Ελλάδι συσπειρωτικά υπέρ τού πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και της κυβερνήσεως.


Επειδή η πολιτική ανάλυση δεν (πρέπει να) έχει σχέση με τις "πολιτικές χαρτορίχτρες", πατριώτες και εθνικιστές οφείλουν να κατανοήσουν ότι η πολυδιάσπαση σε κόμματα που ενδεχομένως δεν θα ξεπεράσουν το 2,99%, είναι ζητούμενο και στόχος των κυριάρχων τού πολιτικού συστήματος και ευνοεί οποιονδήποτε άλλον εκτός από πατριώτες και εθνικιστές.
Εάν αυτό εκτιμάται ότι μπορεί να είναι ένα από τα υποσενάρια τού "δημοκρατικού -και δη του κυβερνητικού- τόξου",  οφείλουν να κάνουν άμεσα στρατηγικές επιλογές ώστε την επομένη ημέρα να μην αναζητούν υπευθύνους ήττας αλλά να ευχαριστούν υποστηρικτές και ψηφοφόρους νίκης κατά ενός αντεθνικού τόξου.

Η εκλογολογία, μπορεί να λειτουγήσει ως ευκαιρία, ασχέτως πότε θα γίνουν οι βουλευτικές εκλογές.



Γεώργιος Σαγιάς

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Κυβερνητική ασυδοσία -Ένα θεσμικό πρόβλημα.

Του Θεοχάρη Σιώζου

 

O τρόπος με τον οποίο οι κυβερνώντες χειρίστηκαν τις κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας κατέδειξε ένα σημαντικότατο πρόβλημα, την έλλειψη θεσμικών αντιβάρων στην κυβέρνηση. Ένα πρόβλημα το οποίο δε φαίνεται να επιθυμούν να λύσουν, γιατί αυτό θα επέφερε περισσότερη πολιτική συνέπεια και θα δημιουργούσε μια διαφορετική πολιτική κουλτούρα. Επί πλέον, και οι προς ώρας αντιπολιτευόμενοι θεωρούν, ορθώς, ότι την επομένη μπορεί να είναι οι ίδιοι κυβέρνηση, οπότε αυτοί έχουν συμφέρον να θέσουν το παρόν ζήτημα επί τάπητος.

               Το πρόβλημα του ενός πόλου εξουσίας αναλύεται ως εξής: η καθ’ οιονδήποτε τρόπο σχηματισθείσα κυβερνητική πλειοψηφία δύναται να νομοθετεί και να δεσμεύει τη χώρα κατά βούληση. Ακούγεται λογικό, το πρόβλημα όμως εγείρεται όταν τα τα πεπραγμένα μιας κυβερνήσεως (μονοκομματικής ή πολυκομματικής) είναι διαφορετικά ή και αντίθετα με τις προεκλογικές εξαγγελίες των κομμάτων που την απαρτίζουν. Σε αυτήν την περίπτωση η κυβέρνηση ελέγχεται μόνο κατά τρόπο πολιτικό. Έτσι, δημιουργούνται δύο ζητήματα τα οποία καθιστούν αναποτελεσματικό το παρόν πολίτευμα: αφ’ ενός η αντιπολίτευση, ελλείψει άλλων μέσων, «αντιπολιτεύεται για να αντιπολιτεύεται», οπότε ακόμη και όταν ορθώς στηλιτεύεται μια κυβερνητική επιλογή δεν υπάρχει νόημα καθώς παρατηρείται μια στείρα άρνηση ακόμη και σε μείζονος σημασίας ζητήματα, αφ’ ετέρου οι συμμετέχοντες στην πλειοψηφία πολύ σπάνια θα αντιταχθούν στην κυβερνητική πολιτική, ακόμη και αν είναι αντίθετη με τα όσα προεκλογικώς διεκήρυτταν, ακριβώς διότι αυτό θα πιστωθεί στο «αντίπαλο» κόμμα. Η στείρα αντιπολίτευση και η κομματική πειθαρχία είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Μόνος χαμένος των παραπάνω είναι ο λαός, ο οποίος βλέποντας τη βούλησή του να μη γίνεται σεβαστή από αυτούς τους οποίους ψήφισε απαξιώνει έτι περαιτέρω την εκλογική διαδικασία, καθώς αυτή καθίσταται άνευ νοήματος.

               Ο ανωτέρω περιγραφείς θεσμικός φαύλος κύκλος μπορεί να σπάσει μόνο αν διαρραγεί η μονοπολικότητα της εξουσίας. Θα πρέπει να υπάρξουν θεσμοί οι οποίοι θα ενσωματώνουν τη λαϊκή βούληση στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, ώστε να τεθεί και ο λαός προ των ευθυνών του για τις επιλογές του, πράγμα αδύνατον όταν ψηφίζει «άσπρο» και βγαίνει «μαύρο». Μπορεί κανείς να σκεφτεί πολλές δικλείδες για να περιορίσει την κυβερνητική ασυδοσία, όπως π.χ. δημοψηφίσματα, έναν Πρόεδρο της Δημοκρατίας με ουσιαστικά καθήκοντα και όχι μόνο διακοσμητικό, μια Τοπική Αυτοδιοίκηση (εφ’ εξής Τ.Α.) με αυξημένα δικαιώματα και υποχρεώσεις.

               Η ισχυροποίηση της Τ. Α. θεωρώ ότι είναι η πιο πρόσφορη λύση, καθώς είναι ένας θεσμός με ιστορική παράδοση, επιτρέπει στους πολίτες να έχουν μια πιο άμεση συμμετοχή στα κοινά, και αντίστοιχα επιβραβεύει τη συμμετοχή των πολιτών καθώς όσο πιο ενεργός είναι κάποιος τόσο πιο πιθανό είναι να ληφθεί υπ’ όψιν η άποψή του. Στον αντίποδα, επί του παρόντος, η Τ.Α. είναι πλήρως απαξιωμένη, οι πολίτες ψηφίζουν χαλαρά στις αυτοδιοικητικές εκλογές, και γενικώς θεωρείται «ουρά» της κεντρικής εξουσίας. Είναι δεδομένο, σε πρακτικό επίπεδο, πως η Τ.Α. θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματική σε ζητήματα τοπικής φύσεως, ληφθέντος υπ’ όψιν και του άκρως αθηνοκεντρικού χαρακτήρος του κράτους μας. Είναι εύλογοι οι φόβοι πως αν συναποφάσιζε με την κεντρική εξουσία, η Τ.Α. πάντοτε θα προσπαθούσε να ευνοήσει τους πολίτες της. Αλλά αν, κατά τρόπο αναγκαστικό, έπρεπε να συναινέσουν αμφότερες για τη λήψη μιας αποφάσεως, θα δημιουργείτο ένα κλίμα συναινέσεως με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Προφανώς κατά καιρούς θα υπήρχαν διαφωνίες  οι οποίες θα οδηγούσαν σε σπασμωδική λειτουργία του θεσμού, η ιστορία όμως δείχνει (π.χ. το κυβερνητικό «λουκέτο» που επέβαλε ο Αμερικανός πρόεδρος Trump όταν τα νομοθετικά σώματα δεν υπερψήφιζαν προϋπολογισμό περιέχοντα δαπάνη για τη δημιουργία τείχους ανάμεσα στις Η.Π.Α. και το Μεξικό) ότι οι σκόπελοι αυτοί προσπερνώνται.

               Η Τ.Α. όμως, έτσι όπως λειτούργησε από τις εκλογές του 2019 και μέχρι πρό τινός, κατέρριψε το μύθο της ακυβερνησίας. Η απειλή της ακυβερνησίας είναι το επιχείρημα αυτών που επιθυμούν μια κραταιά κυβέρνηση, τόσο σε πολιτικό όσο και σε θεσμικό επίπεδο. Με το εκλογικό σύστημα του 2019 εξελέγησαν Δήμαρχοι των οποίων η παράταξη δεν πλειοψηφούσε στο Δημοτικό Συμβούλιο. Αυτό δε σήμανε όμως την κατάρρευση της Τ.Α. . Αντιθέτως, τόσο ο Δήμαρχος όσο και η αντιπολίτευση αναγκάστηκαν να προβούν σε προγραμματικές συγκλίσεις , μοιραζόμενοι έτσι το κόστος και το όφελος των αποφάσεων, διευρύνοντας παράλληλα και την αποδοχή της ασκουμένης πολιτικής. Δέον να σημειωθεί πως οι νομοθετικές μεθοδεύσεις της κεντρικής εξουσίας για την αποφυγή της «ακυβερνησίας» στους Δήμους ελέγχονται από το ΣτΕ.

               Με το παρόν επιχειρείται να καταγραφεί το θεσμικό-πολιτειακό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε, και όχι να δοθεί μια πλήρης πρόταση για τη λύση του. Μια πλειοψηφία, η οποία μπορεί να προκύψει από υπόγειες ή και επίγειες συναλλαγές, δεν μπορεί να κυβερνά τη χώρα με «λευκή κόλλα», χωρίς καμμία δέσμευση και έλεγχο. Είναι προφανές ότι όλοι οι θεσμοί μπορεί να καταστούν διάτρητοι, αλλά δημιουργώντας μια θεσμική αλληλεξάρτηση, η διάτρηση καθίσταται ουσιωδώς δυσχερέστερη. Θα πρέπει να τεθεί, κατά δύναμιν, το ζήτημα αυτό στο δημόσιο διάλογο, ώστε να αποφύγουμε στο μέλλον μια ακόμη κατάσταση όπως αυτή της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπου ο λαός συμμετείχε κατά τρόπο μαζικότατο στα συλλαλητήρια εναντίον της, η κυβερνητική πλειοψηφία μεθόδευε την υπερψήφισή της, η αντιπολίτευση καιροσκοπούσε και εν τέλει υπεγράφη χωρίς πρόβλημα.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Η διπλή Πολιορκία της Ευρώπης

 

 

Η διπλή Πολιορκία της Ευρώπης ή, πώς η Ευρώπη υποθηκεύει το (αβέβαιο) μέλλον της.

του Γ. Κουρκούτα

 

Η γηραιά ήπειρος στο μυαλό όλων συνδέεται με την Ευρώπη ως πολιτισμική πορεία. 0 κυρίαρχος σήμερα Δυτικός Πολιτισμός ξεκίνησε τους πρώτους αιώνες της ζωής του στην Ευρώπη. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την γνώμη μεγάλων ερευνητών παγκοσμίως, έκανε τα πρώτα του βήματα, στοιχείο που φανερώνει και την αξία του Ελληνισμού ως θεμελίου της Ευρώπης και του Πολιτισμού της. Ωστόσο κάποια δεδομένα που καταγράφονται όλο και με πιο συχνό ρυθμό δείχνουν ότι η Ευρώπη χάνει και την ταυτότητα και το πνεύμα της, αλλά και όλα τα άλλα στοιχεία που συνθέτουν τον Πολιτισμό της.

Οι Έλληνες έσωζαν την Ευρώπη. Πρώτοι οι Έλληνες στην Αρχαιότητα είχαν την συνείδηση ότι υπερασπιζόμενοι τα εδάφη τους από τους Ασιάτες επιδρομείς (με χαρακτηριστικό δείγμα τους Περσικούς Πολέμους) [Ηρόδοτος, Α’ βιβλίο] ουσιαστικά διασώζουν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Και τότε, τον 5ο  αιώνα πΧ η διάσωση της Ελληνικής ελευθερίας από τον Μαραθώνα έως τις Πλαταιές σήμανε και την διάσωση της ευρωπαϊκής ηπείρου ως εδαφικής οντότητος, όπου ο Ελληνικός Πολιτισμός (τότε ή, αργότερα, μέσω των Ρωμαίων) θα προσδώσει τις βάσεις του Πολιτισμού. Σε αυτές τις βάσεις θα προστεθεί και η νέα πίστη, το Ευαγγέλιο του Χριστού (που στα πρώτα του έργα θα είναι στην ελληνική). [1]

Αυτή η μορφή της Ευρώπης σήμερα, κατά ομολογία όσων δεν έχουν υποχωρήσει στην υποκρισία και τον φόβο, αλλοιώνεται και χάνεται κάτω από μία διπλής μορφής επίθεση που δέχεται η ίδια η Ευρώπη. Μία επίθεση που θυμίζει την ύπαρξη δύο παράλληλων «Δούρειων Ίππων», που προσπαθούν να καταλάβουν και να καταβάλουν την Ευρώπη ως οντότητα και ως ταυτότητα.

Η πρώτη μορφή αφορά τα μουσουλμανικά μεταναστευτικά ρεύματα από Ασία και Αφρική, που δεν έρχονται πλέον μετά από άδεια που έδωσαν ισχυρά βιομηχανικά κράτη (όπως συνέβη μεταπολεμικώς με την τότε Δυτική Γερμανία), αλλά έρχονται ως έποικοι και λαθρομετανάστες που θα προσθέσουν ογκώδεις πληθυσμιακές μάζες στους γηγενείς πληθυσμούς.

Ο κίνδυνος από αυτές τις νέες πληθυσμιακές μάζες συνδέεται με την προσκόλλησή του με το αυστηρό και επιθετικό Ισλάμ και την άρνησή τους να αποδεχθούν το ευρωπαϊκό πλαίσιο αξιών.

Δεν είναι νέα αυτή η επίθεση του Ισλάμ κατά της Ευρώπης, ως εδάφους και ως συστήματος αξιών. Ήδη από τον 7ο αιώνα (οπότε κορυφώνει το κήρυγμά του ο Μωάμεθ και ξεκινά τις επιδρομές του το επιθετικό Ισλάμ), που καταλαμβάνει την βόρεια Αφρική, φτάνει στις παρυφές της Μ. Ασίας, αλλά και περνά στην Ιβηρική χερσόνησο, για να αποκρουστεί (τα 732, ακριβώς 100 έτη από τον θάνατο του Μωάμεθ) κοντά στο κέντρο της σημερινής Γαλλίας (στο Πουατιέ). [2]

Αυτή η αντιπαράθεση Ισλάμ και Ευρώπης (η οποία πέρα από εθνικά συμφέροντα αποτελεί και την κύρια φωνή του Χριστιανισμού για αιώνες, ένα βασικό στοιχείο της ταυτότητός της) συνεχίστηκε, με μεγάλο θύμα την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, το Βυζάντιο, που το 1453 έπεσε στα χέρια αλλοεθνών και αλλοπίστων. Σε λίγα χρόνια οι Οθωμανοί θα φτάσουν (δύο φορές μάλιστα) στα πρόθυρα της Βιέννης, για να αντιληφθούν και οι λοιποί Ευρωπαίοι το μέγεθος της απειλής. [3]

Όμως το σκηνικό της σχέσης Ισλάμ και Ευρώπης άλλαξε τις τελευταίες δεκαετίες, με την μαζική μετακίνηση πληθυσμών σε κράτη της Δυτικής Ευρώπης. Μαζί τους έχουν και το αξιακό σύνολο του Ισλάμ, που βλέπει τον κόσμο της Δύσης ως έναν χώρο παρακμής και πολέμου, στον οποίο θα επιβάλουν την παρουσία και την πίστη τους. [4]

Η πολυπολιτισμική Ευρώπη που μας απειλεί. Κάποιοι ρομαντικοί ομιλούν για την ….πολυπολιτισμική Ευρώπη που διαμορφώνεται, αλλά η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Ο κίνδυνος οριστικής αλλοίωσης της Ευρώπης είναι πλέον υπαρκτός και καταγράφεται στον λόγο και τις κινήσεις προσωπικοτήτων και πολιτικών παρατάξεων της Δύσης. Προσωπικότητες (όπως οι Μισέλ Ουελμπέκ στην Γαλλία, η Οριάνα Φαλάτσι στην Ιταλία, ο Τίλο Σαραζίν στην Γερμανία και άλλοι), αλλά και κόμματα έχουν υιοθετήσει στο πρόγραμμα τους (επίσημα ή κρυφά από τους λαούς) θέσεις άμυνας για την εισβολή μαζών που έχουν ως όπλο το Ισλάμ και την επιθυμία να μετατρέψουν την Ευρώπη σε μία νέα οντότητα, την Ευραραβία, κατά την ευφυή διατύπωση κάποιας συγγραφέως. [5]

Το πλήθος τρομοκρατικών επιθέσεων ή ευθειών απωλειών τα τελευταία χρόνια έχουν φέρει εν μέρει αφύπνιση στην Ευρώπη.

Η δεύτερη μορφή απειλής αφορά την ηθική και πνευματική αλλοίωση της ευρωπαϊκής κοινωνίας, με την είσοδο νέων νοοτροπιών. Από τα πρώτα χρόνια της μεταπολεμικής ζωής, με αφετηρία τις Η.Π.Α., διαμορφώνεται ένα πλαίσιο ιδεών του λεγόμενου «Πολιτιστικού Μαρξισμού» (που έχει περιγραφεί από τον Ιταλό μαρξιστή Αντόνιο Γκράμσι και υλοποιήθηκε ήδη από την δεκαετία του 1930 στην Γερμανία και μετά στις Η.Π.Α. από την περίφημη «Σχολή της Φρανκφούρτης»), ιδεών που οδηγούν σε αποδόμηση την Κοινωνία του Δυτικού Κόσμου, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μέσα στο πέρασμα των αιώνων, με την επέκτασή της και σε άλλες ηπείρους πέρα της Ευρώπης (σε Αμερική και Ωκεανία, αλλά και τμήμα της Ασίας και της Αφρικής, που είχε δεχθεί την ευρωπαϊκή επίδραση).

Άμεσα και έμμεσα δείγματα αυτής της επιβολής νέων νοοτροπιών τα βλέπουμε γύρω μας : η επιβολή της Πολιτικής Ορθότητας, η επίκληση της άφυλης κοινωνίας (φαινόμενο που έχει καταιγιστικό ρυθμό τα τελευταία χρόνια), η άτυπη κατάργηση της μορφής οικογένειας που ξέραμε με πρότυπο γονέων από το ίδιο φύλο. Αυτό δεν αποτελεί κάποιο σενάριο συνωμοσίας, αλλά έχει εισέλθει πλέον ακόμη και σε σχολικά εγχειρίδια της Δύσης. Και αυτό σε μία εποχή που έχει ξεκινήσει ένα κύμα δικαιωματισμού, που αγνοεί την διατήρηση αιώνιων δικαιωμάτων που στήριζαν θεσμούς κοινωνικούς βασικούς για την συνέχεια της ζωής και του πολιτισμού, όπως η οικογένεια. [6]

Όλο αυτό το σκηνικό  συνδυάζεται με την επιβολή της Πολιτικής Ορθότητας, που αλλάζει την καθημερινή επικοινωνία με θυσία την αλήθεια των λέξεων. Έτσι το σκηνικό μετατρέπεται σε προβολή των δυστοπικών προβλέψεων των Άλντους Χάξλεϋ και Τζωρτζ Όργουελ, για το μέλλον που ετοιμάζεται στους λαούς. Όποιος αρνηθεί να υποταχθεί στις νέες «λογικές», θα υποστεί χλευασμό και αποκλεισμό. Το βιώνουμε αυτό ως κατάσταση και στην Ελλάδα, όπως έγινε ήδη και στα πολλά ευρωπαϊκά κράτη. [7]

Και ο Ευρωπαίος πολίτης; Τι μπορεί να κάνει; Παραθέτουμε αυτά τα δεδομένα ως υπαρκτή και εξελισσόμενη απειλή για το παρόν και το μέλλον μας. Ζούμε σε εποχές που οι λαοί, οι μάζες έχουν δύναμη να εκφράζονται και να μιλούν, αλλά και να αλλάζουν τις πολιτικές μέσω της ψήφου τους. Θα επιτρέψουν να αλλοιωθούν η ταυτότητα, η παράδοση και η ζωή των λαών της Ευρώπης; Θα ξεχάσουν την Ιστορία τους, τους Αγώνες τους; [8]

Ήδη αυτήν την κατάσταση την διαπιστώνουν πολλοί και έχουν ξεκινήσει μία σειρά αντίστασης και αντεπίθεσης, για να γκρεμιστούν οι απειλές και οι κίνδυνοι. [9]

Οι Δούρειοι Ίπποι είναι ορατοί και μπορούν πλέον οι Ευρωπαίοι να υπερασπιστούν τον θησαυρό τους. Για χάρη και των ιδίων, αλλά και των αγώνων των προγόνων τους και τις γενιές που θα ακολουθήσουν.

Γεώργιος Δ. Κουρκούτας Φιλόλογος-Συγγραφέας

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Παυλόπουλος Β. Προκόπης, Στο λίκνο του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, Οι Συμβολισμοί της «Σκεπτομένης Αθηνάς» Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2017

[2] Ντυράν Ουίλ, (Will Durant), Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού, Επιμέλεια Θεόκριτος Γούλας, Τόμος 4ος, σελ. 338 κε.

[3]Petacco Arrigo, Η τελευταία σταυροφορία, Όταν οι Οθωμανοί έφτασαν στην καρδιά της Ευρώπης, Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2022, σελ. 20-22

[4]Για την ασυμβατότητα του επιθετικού Ισλάμ με την Ευρώπη, βλέπε το Κωτούλας Ε. Ιωάννης, Μετανάστευση και Κυρίαρχη Εθνική Κουλτούρα, Θρησκεία, πολιτική, Πολυπολιτισμικότητα, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2011, σελ. 327

[5] Αλλοίωση Κοινωνίας, Περιοδικό Κοινωνία τεύχος 1 , έτος ΝΗ’, Ιανουάριος-Μάρτιος 2015

[6] Θεοδωρόπουλος Τάκης, άρθρο «Βους επί γλώσση μέγας βέβηκεν», εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, φύλλο 18-19 Ιουνίου 2016

[7] Πρόκειται για τα έργα τους «Θαυμαστός Νέος Κόσμος» και «1984», που πλέον είναι προσβάσιμα σε όλους και μέσω Διαδικτύου

 [8]Την ανάγκη διατήρησης της εθνικής και θρησκευτικής μας ταυτότητος είχαν επισημάνει σε πολλά κείμενά τους οι μακαριστοί ιερωμένοι, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος (στο έργο του Ελληνορθόδοξη Αυτοσυνειδησία, Εκδόσεις Η Χρυσοπηγή, Αθήναι 1980, σελ. 82 κε.) και ο καθηγητής πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός (στο έργο του που περιλαμβάνει την ομιλία του στον Πύργο Ηλείας, με τίτλο, «Ορθόδοξος και Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, Μεγέθη αλληλοσυμπληρούμενα ή αλληλοαποκλειόμενα;», Έκδοσις Ιεράς μητροπόλεως Ηλείας, Αθήναι 1996, σελ. 36-38)

 [9] Κουρκούτας Διον. Γεώργιος, Η Διπλή Πολιορκία της Ευρώπης, Εκδόσεις Πελασγός-Ιωάννου Χρ. Γιαννάκενα, Αθήνα 2021, σελ. 162 κε.

 

 

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΠΟΛΕΜΟ

Του Γ. Σαγιά

ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΠΟΛΕΜΟ

Οι εκλογές στην Τουρκία προβλέπεται να γίνουν -πλην απροόπτου- το αργότερο έως πριν τον Ιούλιο του 2023. Οι Τούρκοι κυβερνώντες, βλέποντας την δύναμή τους να μειώνεται αισθητά (με βάση τις διαπιστώσεις δημοσκοπήσεων), προσπαθούν να συσπειρώσουν "εξάγοντας τσαμπουκαλίκι", γεγονός που υπηρετεί εν πολλοίς και τις εθνικές τους στοχεύσεις.
Μεγάλο μέρος τής τουρκικής αντιπολίτευσης, πλειοδοτεί στην ακραία επιθετική ρητορική κατά τρίτων χωρών αλλά και υποστηρίζει επιθετικές ενέργειες. Μάλιστα, αντιπολιτευόμενοι, με σκληρές δημόσιες τοποθετήσεις τους, ωθούν τον Ρ. Τ. Ερντογάν σε κλιμάκωση των επιθετικών ενεργειών κατά τής Ελλάδας.
Ο Ερντογάν, φαίνεται πως θεωρεί ότι η επιθετική πολεμική πολιτική τής κυβέρνησής του, μπορεί να λειτουργήσει συσπειρωτικά και "να του φέρει πίσω χαμένους ψηφοφόρους του" αλλά και να του δώσει δόξα για να προσπαθήσει να υπερβεί την σκιά τού Μουσταφά Κεμάλ που -όπως αποδεικνύεται- εμμονικά τον στοιχειώνει.


Στο διπλωματικό επίπεδο, προσπαθεί να φαίνεται "απαραίτητος και αναγκαίος" τόσο στην Ρωσία όσο και στις ΗΠΑ αλλά και στην Ε.Ε. και σε τρίτες χώρες, "παζαρεύοντας" παραλλήλως υπέρ των αιτημάτων τής τουρκικής εθνικής στρατηγικής, η οποία σαφέστατα γράφει -κατά το δοκούν- το λεγόμενο "διεθνές δίκαιο" στα παλαιότερα των υποδημάτων της.
Πολλά από τα αιτήματα των Τούρκων (ξεκάθαρα απαράδεκτα) στρέφονται ευθέως κατά της Ελλάδας. Θα συνεχίσει να "βάζει πλάτη" η διεθνής κοινότητα στις συνεχείς και διαρκώς εντεινόμενες τουρκικές προκλήσεις; Δεν το γνωρίζουμε.
Γι' αυτό και -πέραν της διπλωματικής οδού- η Ελλάς οφείλει να ετοιμαστεί τάχιστα για πόλεμο και άμεση υπεραναλογική απάντηση σε περίπτωση τουρκικής πολεμικής επιθετικής ενέργειας.


Ο Ρ. Τ. Ερντογάν, θέλει να αποσπάσει κομμάτι από τον εθνικό κορμό τής Ελλάδας. Τούρκοι δεξιοί, κεντρώοι και αριστεροί, φαίνεται ότι τον στηρίζουν σε αυτή την στόχευση. Οι "Τούρκοι εργάτες αδέρφια μας", μαζί με Τούρκους καπιταλιστές, είναι εναντίον τής Ελλάδας -και όχι μόνον-, όπως άλλωστε ήταν (με σοσιαλιστική κυβέρνηση) και το 1974 στην εισβολή στην Κύπρο -αλλά και πάντα.


Για τους Τούρκους, το σύνθημα των εν Ελλάδι αναρχικών, κομμουνιστών και γενικότερα "αριστεριστών" "Η εθνική ενότητα, είναι μια παγίδα, οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα", έχει μετατραπεί στο "Η εθνική ενότητα ΔΕΝ είναι μια παγίδα, οι εργάτες ΕΧΟΥΝ πατρίδα" -και αυτή γι' αυτούς είναι η Τουρκία. Τα λαϊκά στρώματα της Τουρκίας, στήριζαν και στηρίζουν την επιθετική πολιτική τής Τουρκίας. Όπως και η μεγάλη πλειονότητα των διανοουμένων τής γείτονος. Η δε "συνεκμετάλλευση" που πιθηκίζουν φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες και λοιποί κομμουνιστές, σημαίνει στην πράξη "τα όποια δικά τους, δικά τους, και δικά μας δικά τους".


Θέσεις κομμάτων, κινημάτων και συλλογικοτήτων που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας, εμμέσως -συχνά και αμέσως- μιλούν για ελληνική υποχώρηση, ηττοπαθείς παραχωρήσεις, εθνικές ήττες.
Φράσεις που ήδη έχουν μείνει με εξαιρετικά αρνητικό πρόσημο στην ιστορία (σταχυολογούμε ελάχιστες ενδεικτικότατα διότι δυστυχώς είναι πάρα πολλές):
Τσίπρας: "Έχει σύνορα η θάλασσα και δεν το ξέραμε;",
Μητσοτάκης: "...η άνοδος του (σσ: μεταξύ άλλων) νατιβισμού είναι μία πραγματικότητα στην Ευρώπη σήμερα και πρέπει να τον αντιμετωπίσουμε δραστικά...",
Πάγκαλος: "Θα πείτε ότι την σημαία την πήρε ο αέρας",
Μπαλάφας: "Να μειώσουμε τους εξοπλισμούς κι ας το ρισκάρουμε", "Λένιν (φράση που ασπάζεται το ΚΚΕ και συναντάται παραλλαγμένη στο 19ο συνέδριό του): "Η μετατροπή τού ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο είναι το μοναδικά σωστό προλεταριακό σύνθημα)"
και πολλές ακόμη -πολλών και διαφόρων-, προοιωνίζουν αρνητικές θέσεις σε περίοδο κορύφωσης της υπάρχουσας κρίσης. Ας συνυπολογιστεί δέ και η λεγόμενη "5η φάλαγγα", η οποία εκτιμάται ότι αποτελείται κυρίως από αλλοδαπούς ανθέλληνες (αλλά και συντρόφους τους ελληνόφωνους) που βρίσκονται στην πατρίδα μας και οι οποίοι με δημόσιες δηλώσεις τους υποστηρίζουν την Τουρκία (!) και το ψηφιδωτό φαντάζει πλέον αρνητικά ξεκάθαρο.


Απλοελληνικά: Οι Τούρκοι θέλουν να συρρικνώσουν ποικιλοτρόπως την εθνική μας κυριαρχία. Επειδή προδοσίες δεν (θα έπρεπε να) χωρούν, ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΠΟΛΕΜΟ. Και είμαστε βέβαιοι ότι -σε μια τέτοια περίπτωση- οι Τούρκοι και όσοι τολμήσουν "να τους βάλουν πλάτη", "θα πάρουν το μάθημά τους".

Γεώργιος Σαγιάς

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Ο ιστοχώρος μας χρησιμοποιεί Cookies για την εύρυθμη λειτουργία του και για την καλύτερη πλοήγησή σας.

Διαβάστε περισσότερα

Συμφωνώ