Καθεστώς Μεταξά

 

 

 

Του Θεοχάρη Σιώζου

 

 

 

 

Σκοπός του παρόντος είναι να καταδείξει τη μοναδικότητα από πολιτειολογικής απόψεως του καθεστώτος του Μεταξά. Για να καταστεί αυτό δυνατό αφ’ ενός θα εξεταστούν τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος, αφ’ ετέρου θα γίνει μια σύγκριση με καθεστώτα με τα οποία πολύ συχνά το συγκρίνουν, αλλά και, το ταυτίζουν (Χίτλερ, Μουσολίνι, καθεστώς του 1967). Η παράθεση κάποιων σημαντικοτάτων ιστορικών γεγονότων, μακριά από τη λογική της στείρας ιστορικής περιγραφής, θα βοηθήσει στην επίτευξη του προαναφερθέντος σκοπού.

 

 

Ο Μεταξάς εμφανίζεται στο κοινοβουλευτικό προσκήνιο στις 5 Μαρτίου του 1936,όταν και διορίζεται υπουργός Στρατιωτικών για να θέσει υπό τον έλεγχό του την αστυνομία και τους αντιβενιζελικούς αξιωματικούς[1] (ηγείτο του Κόμματος των Ελευθεροφρόνων ,το οποίο στη Βουλή το 1936 κατείχε 7 έδρες). Στις 14 Μαρτίου ορκίζεται η κυβέρνηση Δεμερτζή, με το Μεταξά στο προαναφερθέν υπουργείο, μέχρι που αίφνης αποβιώνει ο πρωθυπουργός Δεμερτζής (13 Απριλίου) και αναλαμβάνει ο Μεταξάς τον πρωθυπουργικό θώκο. Πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι σε εκείνη τη Βουλή οι Αντιβενιζελικοί κατείχαν 143 έδρες και οι Βενιζελικοί 141, γεγονός που κατέστησε τη συγκρότηση κυβερνήσεως πολύ δύσκολη. Παρότι ο Μεταξάς ήταν γνωστός Αντιβενιζελικός με αντικοινοβουλευτικές τάσεις, εξασφάλισε ψήφο εμπιστοσύνης από 243 βουλευτές, δηλαδή όχι μόνο από βουλευτές του ιδεολογικού του ¨στρατοπέδου¨, αλλά και από αρκετούς Βενιζελικούς.

Εδώ, από πολιτειολογικής απόψεως, βρίσκεται κάτι μοναδικό. Ο Μεταξάς όχι μόνο εξασφάλισε ευρυτάτη ψήφο εμπιστοσύνης, αλλά και ψήφο εξουσιοδοτήσεως[2].                                                                                                   

Έτσι φαίνεται ότι η κατάλυση της Δημοκρατίας στις 4 Αυγούστου του 1936 είχε νομιμοποιηθεί από τους νομίμους αντιπροσώπους του Έθνους, τους βουλευτές. Είχε δοθεί ¨λευκή επιταγή¨ στο Μεταξά, και αυτός απλά έκανε χρήση του δικαιώματός του. Όπως σημειώνει ο ίδιος[3],παρά το γεγονός ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα που έφερε προς ψήφιση ¨είχε ορίζοντα δεκαετίας¨ κατά κάποιους βουλευτές, υπερψηφίσθηκε.                                                                       

Γίνεται ευθύς αμέσως κατανοητό πως δεν μπορούμε να αναφερόμαστε στη διακυβέρνηση του Μεταξά ,από τις 4 Αυγούστου του 1936 μέχρι και το θάνατό του στις 29 Ιανουαρίου του 1941, σε δικτατορία. Ο όρος Πραξικόπημα είναι δόκιμος: Πραξικόπημα, στην Πολιτειολογία θεωρείται η Επανάσταση η οποία συντελείται εκ των άνω, και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου είχε ως πρωτεργάτες τον πολιτικό Ι. Μεταξά και το Βασιλιά Γεώργιο Β΄. Λαμβανομένων υπ’ όψιν των γενικοτέρων συνθηκών που επικρατούσαν τότε (ο διαφαινόμενος πόλεμος), το καθεστώς ,θα ήταν δυνατό να ειπωθεί, ότι προσιδιάζει στην Αισυμνητεία. Θα ταίριαζε δε και ο χαρακτηρισμός Πεφωτισμένη Δεσποτεία, σύμφωνα με το μελετητή του Μεταξά, Π. Βατικιώτη[4].

Το καθεστώς οφείλει την ύπαρξή του στο Γεώργιο Β’, δίχως τη σύμφωνη γνώμη(και υπογραφή) του οποίου ουδέποτε θα επεβάλλετο. Φορέας της εξουσίας λοιπόν πλην του εμπνευστή του καθεστώτος, Ι. Μεταξά, ήταν και ο Βασιλιάς. Η σύγκριση με άλλα ¨παρεμφερή¨ καθεστώτα (ο προσδιορισμός χρησιμοποιείται συμβατικά και για την οικονομία του παρόντος) της εποχής δείχνει μια βασική διαφορά: στην Εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία και στη Φασιστική Ιταλία οι ηγέτες δε μοιράζονταν με κανένα θεσμό την εξουσία τους. Διανομή της εξουσίας σε περισσότερα του ενός πρόσωπα δεν έχουμε ούτε στην Ελλάδα του 1967-1974, όπου παρά την ύπαρξη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της Επαναστατικής Επιτροπής, τον τελευταίο λόγο πάντοτε είχε ο Γ. Παπαδόπουλος. Η εξουσία του Μεταξά οπότε δεν ήταν απόλυτη και αδιαμφισβήτητη, καθώς, π.χ.,  παρά το γεγονός ότι δεν εκφράστηκε ανοιχτά, υπήρχε εξ αρχής μια υποβόσκουσα διαφωνία των δύο φορέων της εξουσίας σχετικά με τη μονιμότητα ή την παροδικότητα του καθεστώτος.                                                                                   

Σύμφωνα δε με τον καθηγητή Δ. Κιτσίκη[5], ο Γεώργιος Β΄ είχε ¨εκλέξει¨ το Μεταξά, ενώ μπορούσε να τον αντικαταστήσει σε οποιαδήποτε στιγμή( ο σχηματισμός Οικουμενικής κυβερνήσεως είχε προταθεί από το Θ. Σοφούλη, αλλά ο Γεώργιος Β΄ αρνήθηκε).

Κάνοντας μια σύνδεση με την προηγούμενη παράγραφο, πρέπει να αναφερθεί ότι ο Μεταξάς αρνήθηκε να δεχτεί πολιτικούς στην Κυβέρνησή του, παρά τις πιέσεις του Βασιλιά, επιλέγοντας ειδικούς για το κάθε υπουργείο , τεχνοκράτες θα λέγαμε σήμερα (διόρισε υφυπουργό Εργασίας τον αριστερό συνδικαλιστή Αρ. Δημητράτο[6]), καθώς δεν είχε τη στήριξη κάποιου κόμματος και ήθελε να έχει την πιο άμεση δυνατή επαφή με την κοινωνία. Εδώ βρίσκεται μια επίσης τεράστια διαφορά με τα ¨παρεμφερή¨ καθεστώτα: ο Μεταξάς δεν ταύτισε το κράτος με το κόμμα του, όπως ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι. Ο Μεταξάς ήθελε να δίνει υπερκομματική εντύπωση, εξ ου και η πρόταση για ανάληψη της Αντιπροεδρίας της κυβερνήσεως (υπό όρους) στο Σ. Βενιζέλο[7]  το Μάιο-Ιούνιο του 1936,η παράλληλη δίωξη ακραίων αντιβενιζελικών και κομμουνιστών.                                                                                  

Η 4η Αυγούστου δεν είχε κοινωνική βάση και λαϊκή απήχηση, γι’ αυτό και δόθηκε μεγάλο βάρος από το Μεταξά στο ¨καμάρι¨  του, την ΕΟΝ. Μέσω της ΕΟΝ ο Μεταξάς καλλιέργησε το πατερναλιστικό ¨πρόσωπό¨ του. Ο οικειοθελής χαρακτήρας της εισόδου και η αυτονομία της ΕΟΝ που διεκήρυττε ο Μεταξάς, δεν ισχύουν: ο αρχηγός της ΕΟΝ και το πρόγραμμα Σπουδών είχαν καθεστωτική προέλευση, ενώ οι νέοι εδέχοντο πιέσεις και προνόμια για να ενταχθούν[8].Η ΕΟΝ πάντως, πέρα από την ηθική, σωματική ανάπλαση, είχε έναν πρακτικό στόχο σε βάθος χρόνου: τη δημιουργία ενός δεύτερου στρατού των μετόπισθεν[9] για το ενδεχόμενο κατοχής κατά τον επερχόμενο πόλεμο. Η ΕΟΝ ήταν, κατά τρόπο εξώφθαλμο, ένα στοιχείο φασιστικής εμπνεύσεως και θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη Χιτλερική Νεολαία ή την Μπαλίλα της Ιταλίας (κώδικας ενδυμασίας, χαιρετισμός κλπ). 

Ο Μεταξάς στηρίχθηκε για την επιβολή του στις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες τα προηγούμενα χρόνια (κυρίως στις κυβερνήσεις Ε. Βενιζέλου) είχαν ασκηθεί στη δίωξη κομμουνιστών, επιδιώκοντας παράλληλα την αποπολιτικοποίηση του Στρατού (καταρρίπτοντας έτσι την ευρέως διαδεδομένη άποψη που θέλει το Μεταξικό καθεστώς να είναι στρατιωτικό).Υπό τη διοίκηση του Μανιαδάκη, τα πάσης φύσεως τμήματα της Αστυνομίας (πλην της αγροφυλακής) ενισχύθηκαν ποσοτικά, και μερικά εξ αυτών και ποιοτικά[10], βελτιώνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα της Αστυνομίας και επιβεβαιώνοντας το χαρακτηρισμό του ¨Αστυνομοκρατουμένου¨ καθεστώτος. Καθώς η Αστυνομία ήταν το μόνο σημαντικό του έρεισμα, ο Μεταξάς βελτίωσε τους μισθούς, τις συντάξεις  κλπ. των αστυνομικών, αλλά όχι μόνο: θέλοντας να ενισχύσουν το κύρος και την πνευματική καλλιέργεια της Αστυνομίας, Μεταξάς και Μανιαδάκης προέβησαν στη μεταρρύθμιση των σχολών εκπαιδεύσεως της Αστυνομίας (πρόγραμμα σπουδών κλπ)[11]. Το καθεστώς έβλεπε την Αστυνομία ως μέσο για την αναμόρφωση της δημόσιας ηθικής και των κοινωνικών αξιών, όμως η βίαιη και καταπιεστική αστυνόμευση, ο ανηλεής πολιτικός διωγμός, η στενή επιτήρηση και ο έλεγχος αφ’ ενός κατέστησαν αντιδημοφιλή την Αστυνομία, αφ’ ετέρου υπονόμευσαν τους σκοπούς της και την όποια ηθική επιρροή του καθεστώτος.                                                               

Στο Στρατό  ο Μεταξάς δεν έχαιρε της ίδιας αξιοπιστίας όπως στην Αστυνομία, αντιθέτως στις τάξεις του Στρατού επικρατούσε μια δυσφορία, ακριβώς λόγω του ¨υποβιβασμού¨ της σημασίας του τελευταίου στο καθεστώς έναντι της Αστυνομίας. Του λόγου το αληθές επιβεβαιώνουν οι συνωμοσίες που έγιναν στο Στρατό εναντίον του Μεταξά. Η υπόγεια κόντρα μεταξύ Γεωργίου Β΄ και Μεταξά ίσως να συνέβαλε στην υποκίνηση τέτοιων ραδιουργιών κατά του καθεστώτος από ακραιφνείς βασιλικούς αξιωματικούς. Είναι εμφανής σ΄ αυτό το σημείο η διαφορά με τα ¨παρεμφερή¨ καθεστώτα, όπου ο Στρατός ήταν ο κύριος μοχλός τους ˙ περαιτέρω, πρέπει να σημειωθεί πως παρότι πρώην στρατιωτικός ο Μεταξάς δεν εμφανιζόταν ποτέ με στρατιωτική ενδυμασία, εν αντιθέσει με τους Χίτλερ και Μουσολίνι, οι οποίοι, παρότι δεν ήταν στρατιωτικοί πάντοτε εμφανίζοντο με στρατιωτική ενδυμασία.                                                                                      

Ο Μεταξάς δηλώνει[12]  ότι μετά την επιβολή της 4ης Αυγούστου το κράτος απέκτησε βάση αγροτική και εργατική και έγινε κατά συνέπεια αντιπλουτοκρατικό. Ο Μεταξάς, προφανώς θεωρώντας τις δύο αυτές ομάδες ¨στυλοβάτες¨ του καθεστώτος, επέδειξε ιδιαίτερη μέριμνα γι΄αυτές (ΙΚΑ, 8ωρο, διαιτησία, συλλογικές συμβάσεις, ρύθμιση αγροτικών χρεών, καθιέρωση 1ης Μαΐου, δημιουργία Εργατικού Κέντρου για τη στέγαση, αναψυχή και τη βελτίωση του πνευματικού επιπέδου των εργαζομένων) κατά τρόπο παρόμοιο, αν όχι ίδιο, όπως και για την Αστυνομία. Τα νομοθετήματα αυτά κατά κύριο λόγο προέρχονταν από παλαιότερες κυβερνήσεις, όμως ο Μεταξάς βρήκε την ευκαιρία να τα εφαρμόσει, δίχως την ¨τροχοπέδη¨ του Κοινοβουλίου˙ η εφαρμογή τους δεν είχε όμως ιδιαίτερο αντίκτυπο[13]. Οι ασθενέστερες τάξεις τύγχαναν μιας προνομιούχου μεταχειρίσεως, εν αντιθέσει με τους πλουτοκράτες οι οποίοι εδέχοντο σκληρούς χαρακτηρισμούς.                      

Εν κατακλείδει, το συμπέρασμα που δύναται να εξαχθεί για τα ερείσματα του καθεστώτος είναι ότι αυτά ήταν περιορισμένα και ασταθούς χαρακτήρα. Η εμφάνιση εμπράκτων αντιθέσεων εκ μέρους των εχθρών του καθεστώτος ίσως απετράπη λόγω του επικειμένου πολέμου [14]

 

Η Εθνική Αναγέννηση και η Εθνική Ενότητα ήταν οι στόχοι του καθεστώτος, κατά το Μεταξά, για την επίτευξη των οποίων στόχων ο ίδιος προέβαλλε τα ιδανικά της Πατρίδας, της οικογένειας και της θρησκείας[15].Στον ίδιο λόγο του, ο Μεταξάς διακηρύσσει ότι το Κράτος και η Εκκλησία ¨πηγαίνουν χέρι-χέρι¨ ώστε να επιτευχθούν οι προαναφερθέντες σκοποί. Η 4η Αυγούστου συνέπραξε με την Εκκλησία και εξύψωσε το ρόλο της, εν αντιθέσει με τα ¨παρεμφερή¨ καθεστώτα Χίτλερ-Μουσολίνι, όπου η θρησκεία καταπολεμήθηκε, ώστε ο αποκλεισμός του Πάπα στο Βατικανό από το Μουσολίνι (συνθήκη Λατερανού 1929) να θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές νίκες που κατήγαγε ο τελευταίος στο εσωτερικό της Ιταλίας. Στην περίοδο 1967-1974 η Εκκλησία συνέπλεε με το καθεστώς, κάτι που θα μπορούσε να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα περί Ελληνικής ιδιομορφίας όσον αφορά στο θέμα της θρησκείας.                                                              

Κατά τον  D.H. Close [16] το σημαντικότερο προσόν του καθεστώτος είναι η αποτελεσματική και μεταρρυθμιστική διοίκηση του κρατικού μηχανισμού. Ο Μεταξάς πίστευε ότι η κοινωνική μεταβολή ήταν αναπόφευκτη, και γι΄ αυτό επιθυμούσε μια κοινωνική μεταρρύθμιση ορθολογική και ελεγχόμενη από το Κράτος, με την αναβίωση της πίστης των Ελλήνων στα παραπάνω ιδανικά˙ με άλλα λόγια, αφ’ ενός ανακατανομή του πλούτου χωρίς να κλονισθούν οι παραδοσιακοί θεσμοί της Ελληνικής κοινωνίας, αφ’ ετέρου διατήρηση ενός βασικά αστικού καθεστώτος[17]. Το κριτήριο για την ένταξη στην αστική τάξη δεν ήταν κοινωνικό-οικονομικό, αλλά η ένταση του εθνικισμού και η πίστη στην παράδοση. Σ΄ αυτήν του την προσπάθεια εντάσσονται τα μέτρα  που αφορούσαν στις εργατικές τάξεις. Παράλληλα, ο Μεταξάς στόχευε και στη διοικητική αποκέντρωση, ώστε ¨υγιή κέντρα τοπικής ζωτικότητας, πολιτισμού και πλούτου οικοδομούνται στις επαρχίες¨[18]. Εδώ, κατά τον Κ. Σαραντή[19], έγκειται η σημαντικότερη καινοτομία του καθεστώτος: το καθεστώς προωθούσε ένα σχέδιο για τη σταδιακή οργάνωση όλων των παραγωγικών τάξεων σε συνεταιρισμούς, ξεκινώντας με την προώθηση των ενεργών αγροτικών συνεταιριστικών μονάδων, ώστε να δημιουργηθεί ένα σύστημα αντιπροσωπεύσεως, με απώτερο στόχο ένα είδος συνεταιριστικού κράτους. Ίσως η επιλογή των υπουργών του κατά τον τρόπο που περιγράφηκε παραπάνω να εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο αυτού του σχεδίου. Η έντονη αντίθεση του Γεωργίου Β΄ και η εξωτερική κρίση ώθησε στην αναβολή του σχεδίου αυτού.                                                                                                         

Η διακήρυξη των στόχων αυτών όπως και η δημιουργία του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού(προφανής η ομοιότητα με το Τρίτο Ράιχ του Χίτλερ) θα συνηγορούσαν στο ότι το καθεστώς, από κοινωνιολογικής απόψεως, έτεινε να μετεξελιχθεί σε ¨Επανάσταση¨. Όμως, καθώς δεν προέβη σε διοικητική αναδιοργάνωση, θεσμική ανάπλαση, νέα συνταγματική οργάνωση και αναδιάρθρωση της οικονομίας το καθεστώς παρέμεινε μια ελλιπής και μερική ¨επανάσταση¨[20].  Στους περισσοτέρους εξ αυτών των τομέων ο Μεταξάς δεν προχώρησε σε βαθειές τομές, αλλά, θα λέγαμε, σε βελτιωτικές κινήσεις.  Η ρευστότητα της περιόδου δεν επέτρεψε στο Μεταξά  να ολοκληρώσει τις ιδέες του για τη δημιουργία του Νέου Κράτους του. Πάντως φαίνεται πως ο Μεταξάς θεωρούσε ότι δεν έφερε εις πέρας το έργο του, καθώς άφησε πίσω του την πολιτική του διαθήκη όπου περιέγραφε ένα Κράτος, η ανάλυση του οποίου δεν είναι της παρούσης.

Το κυριότερο χαρακτηριστικό της 4ης Αυγούστου υπήρξε ότι ήταν ένα προπαρασκευαστικό για πόλεμο καθεστώς, ένα στην ουσία Πολεμικό Καθεστώς[21]. Κατά πολλούς δε, η αιτία επιβολής της 4ης Αυγούστου ήταν η προοπτική εμπλοκής στο διαφαινόμενο πόλεμο, όπου μια συγκεντρωτική εξουσία εθεωρείτο πιο ταιριαστή. Εδώ η λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Αρχαίοι Έλληνες για το ¨σκοπό¨ (τέλος) βοηθά στην εξαγωγή συμπερασμάτων: όπως είδαμε στην παραπάνω ενότητα, οι κοινωνικοί/οικονομικοί/πολιτικοί στόχοι του Μεταξά ¨υποκλίθηκαν¨ μπροστά στον επικείμενο πόλεμο, και κύριος στόχος έγινε η προπαρασκευή γι΄ αυτόν. Καθώς εξεπλήρωσε το στόχο του, κατά τρόπο παροιμιώδη,  το καθεστώς κατέρρευσε. Έφτασε στο ¨τέλος¨ του. Του λόγου το αληθές αποδεικνύει το γεγονός πως η 4η Αυγούστου δε μνημονεύεται για κανένα (ως επί το πλείστον) από τα κατορθώματά της στον κοινωνικό/οικονομικό/πολιτικό τομέα, αλλά γιατί είπε το περίφημο ¨Όχι¨. Υπάρχει η άποψη πως το καθεστώς θα είχε περάσει στη λήθη εάν δεν απαντούσε ηρωικά στο τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου, κάτι που δε δυσκολεύεται να πιστέψει κανείς.                   

Στις προηγούμενες παραγράφους, σημαντική έκταση κατελήφθη από τις προσωπικές επιλογές του Μεταξά. Το γεγονός αυτό εξηγείται από τον εξής λόγο: η 4η Αυγούστου ήταν καθεστώς προσωποπαγές. Ο ίδιος ο Μεταξάς έγραφε[22] ¨Για τα εσωτερικά μας όσο ζω θα είναι στερεά. Άμα πεθάνω; Ιδού το ζήτημα! Αλλά δεν υπάρχει λύσις. Οι θεσμοί δεν αντικαθιστούν τα άτομα¨. Ο προσωποπαγής χαρακτήρας του καθεστώτος φαίνεται και από το ότι δεν ορίσθηκε διάδοχος του Μεταξά απ΄ αυτόν , ενώ ο θάνατός του βοήθησε ώστε να ¨εκπνεύσει¨ μαζί του και το καθεστώς ¨του¨. Ο ίδιος[23] πίστευε ότι των δικτατοριών έπεται το χάος, λόγω ακριβώς αυτής της στενής συνδέσεως μεταξύ δικτατορίας-δικτάτορος. Η επικρατούσα άποψη στην Ελλάδα σχετικά με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου είναι ότι αυτό υπήρξε ένα φασιστικό καθεστώς. Στις προηγούμενες παραγράφους έγιναν κάποιες συγκρίσεις μεταξύ της εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας, της φασιστικής Ιταλίας και της Ελλάδας της περιόδου 1967-1974 με το Μεταξικό καθεστώς, και βρέθηκαν άλλοτε ομοιότητες και άλλοτε διαφορές.

Στα πλαίσια όμως της περιγραφής των εξωτερικών-πολιτικών χαρακτηριστικών της 4ης Αυγούστου πρέπει να δοθεί μια ξεκάθαρη απάντηση αν όντως το Μεταξικό κράτος ήταν κράτος φασιστικό.                                                                 Τα κοινά στοιχεία του Μεταξά μ΄ αυτά του εθνικοσοσιαλισμού-φασισμού (πλην των όσων έχουν ήδη καταγραφεί) είναι τα εξής:

  • έλεγχος του Τύπου,
  • το έθνος είναι το υπέρτατο αγαθό,
  • ταύτιση έθνους-κράτους,
  • υποταγή του ατομικού συμφέροντος στο συμφέρον του συνόλου,
  • αντικομμουνισμός,
  • αντικοινοβουλευτισμός,
  • επικλήσεις περί ενός ηθικού αντί-ατομικιστικού πολιτισμού (Stato Etico του Μουσολίνι),
  • ύπαρξη Ταγμάτων Εργασίας (τα οποία αργότερα συγχωνεύθηκαν με την ΕΟΝ, όπως και οι Πρόσκοποι).[24]

 

Ο Μεταξάς διεκήρυττε ότι αναζητούσε τη βάση των πολιτικών θεσμών του στην Αρχαία Σπάρτη, η οποία (αναχρονιστικά) έχει χαρακτηριστεί ως πολιτεία εθνικοσοσιαλιστική. Ίσως λόγω τούτου υπάρχουν αυτές οι ομοιότητες. Ένα  παράδειγμα μπορεί να θεωρηθεί η ίδρυση της ΕΟΝ, και δη η συμμετοχή κοριτσιών σ΄ αυτήν, τα οποία παρομοιάζονται με Σπαρτιάτισσες που ασκούνται στο ακόντιο(2ο τεύχος του περιοδικού της ΕΟΝ, οπισθόφυλλο).                                                           

Τα κοινά στοιχεία όμως είναι εντελώς επιφανειακά, καθώς δεν προήλθαν ως αποτελέσματα της εφαρμογής μιας ιδεολογίας, αλλά περισσότερο είναι προϊόντα μιμήσεως του φασισμού και του εθνικοσοσιαλισμού εκ μέρους του Μεταξά. Οι διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των καθεστώτων που συγκρίνονται εδώ είναι περισσότερες και σημαντικότερες.                                                                                                                    

Πλην των ήδη αναφερθεισών διαφορών, υπάρχουν και πολλές άλλες. Η πιο σημαντική εξ αυτών είναι ότι στα άλλα ολοκληρωτικά κράτη επεβλήθη μια μονολιθική επίσημη κοσμοθεωρία η οποία έκανε την εμφάνισή της σε κάθε έκφανση της ζωής του ανθρώπου. Οι θεωρίες αυτές, που έμοιαζαν με θρησκευτικό δόγμα ουδέποτε υιοθετήθηκαν από την 4η Αυγούστου, πέρα από κάποια ρητορικά σχήματα[25]. Παράλληλα, τα ολοκληρωτικά αυτά καθεστώτα διεκρίνοντο από μια επιθετική εξωτερική πολιτική, ενώ η 4η Αυγούστου πάσχιζε να διατηρήσει σχέσεις καλής φιλίας με γείτονες χώρες και να αποφύγει την εμπλοκή στον πόλεμο (η απόκρυψη του βομβαρδισμού του υποβρυχίου¨ Έλλη¨), χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι δεν είχε κάνει τις απαραίτητες ετοιμασίες για την είσοδο στον πόλεμο. Βέβαια ούτε το καθεστώς του Φράνκο εισήλθε στον πόλεμο, παρότι είχε εδραιωθεί με τη βοήθεια του Χίτλερ και του Μουσολίνι (καθιστώντας έτσι την ιδεολογική συγγένεια αδιαμφισβήτητη) και έτσι δεν μπορούμε να μιλάμε για ιδιαιτερότητα του Μεταξικού καθεστώτος επ΄ αυτού. Ο Μεταξάς ίσως εδέχετο τη σύγκριση με το καθεστώς του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία[26].Ο διωγμός των Εβραίων, για τον οποίο έγιναν γνωστά τα καθεστώτα Χίτλερ και Μουσολίνι, επίσης δεν ευδοκίμησε στην  Ελλάδα.          Πρέπει να επισημανθεί πάντως πως και μέσα στην κυβέρνηση Μεταξά υπήρχαν και εθνικοσοσιαλιστές, θιασώτες του Γερμανικού καθεστώτος οι οποίοι όμως δεν κατάφεραν να ασκήσουν σημαντική επιρροή επί του χαρακτήρα του καθεστώτος (λόγω της προσωποπαγούς συγκροτήσεώς του), ενώ ο Μεταξάς δε δίστασε να διώξει από την κυβέρνησή του τον πλέον φανατικό εθνικοσοσιαλιστή, Θ. Σκυλακάκη. Επίσης υπήρχαν κάποιες φασιστικές οργανώσεις στην Ελλάδα(Εθνική Ένωση Ελλάδας, Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Γ. Μερκούρη, Σιδηρά Ειρήνη, Εθνικο-Σοσιαλιστικό Κόμμα Μακεδονίας Θράκης, Παμφοιτητικός  Σύλλογος)[27], ωστόσο δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να συνδέει το Μεταξά μ΄ αυτές. Είναι φανερό ότι ουδεμία ουσιαστική σχέση είχε το καθεστώς (ούτε ο Μεταξάς)με τον εθνικοσοσιαλισμό-φασισμό και τα ¨παρεμφερή¨ αυτά καθεστώτα, όπως παρατηρεί και ο Σπ. Μαρκεζίνης[28], και ότι οποιαδήποτε χαρακτηριστικά είχαν κοινά μπορούν απλά να χαρακτηρισθούν χαρακτηριστικά κάθε συγκεντρωτικής και απολυταρχικής εξουσίας. Τη μη ιδεολογική συνάφεια κατέδειξε δε η ¨αντίφαση¨ της αντίθεσης του Μεταξά στον Άξονα. Κατά τον Α. Κανελλόπουλο[29] (ο οποίος υποστηρίζει το μεταβατικό χαρακτήρα του καθεστώτος) η 4η Αυγούστου ¨κατέληξε να καταστεί έμπρακτη άρνηση και των τριών μορφών του ολοκληρωτισμού: του μαρξιστικού, του φασιστικού και του εθνικοσοσιαλιστικού. ¨Κατά τον Π. Σιφναίο[30] η 4η Αυγούστου στάθηκε το πιο ήμερο της ¨εποχής των δικτατοριών¨ καθεστώς.                                    

Σύμφωνα με τον Κ. Σαράντη[31],  χαρακτηριστικά του Μεταξικού καθεστώτος όπως ο σαφής λαϊκισμός στην πολιτική και στην ιδεολογία, ο αγωνιστικός εθνικισμός με στόχο την αναγέννηση του Έθνους, η απουσία κυβερνητικού κόμματος σύμφωνα με τη θέση ότι ¨κόμμα είναι όλος ο λαός¨ και η συνακόλουθη αντίθεση στον κοινοβουλευτισμό, καθώς αυτός διασπά το Έθνος και ο πολιτικός και κοινωνικός ριζοσπαστισμός παραπέμπουν περισσότερο σε μια Νέα Δεξιά παρά σε μια παραλλαγή του φασισμού.                                                                                                                                                                                                                                   

Το καθεστώς του Μεταξά είναι ό,τι πιο κοντινό έχει γνωρίσει η Ελλάδα στο φασισμό, χωρίς όμως όπως φάνηκε  να ολοκληρώνεται αυτή η ¨πορεία¨ προς τον  εκφασισμό. Όπως σημειώνει ο Π. Βατικιώτης[32], οι κατηγορίες περί φασιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος (από το συγγραφέα της Αριστεράς Σπ. Λιναρδάτο και το Γ. Ανδρικόπουλο π.χ.) είναι έωλες. Και συνεχίζει λέγοντας ότι οι κατήγοροί του δεν μπορούν να τα έχουν όλα, γιατί συγχρόνως κατηγορούν το Μεταξά ότι ήταν φερέφωνο του Βασιλιά και τίποτα παραπάνω, τον οποίο όμως θεωρούσαν αντιφασίστα και πράκτορα των Άγγλων. Σύμφωνα πάλι με τον Π. Βατικιώτη[33], ο Μεταξάς σκόπευε να εγκαθιδρύσει μια φιλολαϊκή απολυταρχία στην Ελλάδα, γεγονός που καθιστά τη διακυβέρνησή του εντελώς ξεχωριστή και διαφορετική απ΄ όλα τ΄ άλλα καθεστώτα.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Πολιτική Βιογραφία του Ι. Μεταξά, Π. Βατικιώτης
  2. Ο Μεταξάς και η Εποχή του, Συλλογικό Έργο
  3. 4η Αυγούστου-21η Απριλίου, Συγκριτική Μελέτη, Μάνος Χατζηδάκης
  4. Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος, Σπ. Μαρκεζίνης
  5. Το Ημερολόγιο Του Μεταξά
  6. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς

 

[1] Ο Μεταξάς και η εποχή του ,Τα ερείσματα της δικτατορίας του Μεταξά,D.H. Close σελ. 23

[2] Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς έκδοση 1963,τόμος 9,σελ. 1043

[3] Λόγοι πρώτης τριετίας, σελ. 506-507

[4] Μια πολιτική βιογραφία του Ι. Μεταξά, σελ. 44

[5] Ιστορία του Ελληνοτουρκικού Χώρου 1928-1973, σελ. 83

[6] Συγκριτική Μελέτη 4ης Αυγούστου-21ης  Απριλίου, Μ. Χατζηδάκης, σελ 164-165

[7] Πολιτική Ιστορία της Συγχρόνου Ελλάδος, Τόμος 4, Σπ. Μαρκεζίνης, σελ. 342

[8] Πολιτική Βιογραφία του Μεταξά, Π. Βατικιώτης, σελ. 345

[9] Γ. Κάρτερ(στέλεχος της ΕΟΝ), Ελεύθερος Κόσμος, 26/10/2008

[10] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Τα ερείσματα της δικτατορίας του Μεταξά, D.H. Close, σελ. 33

[11] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Τα ερείσματα της δικτατορίας του Μεταξά, D.H. Close, σελ. 34

[12] Ημερολόγιο του Μεταξά, τόμος Στ΄, σελ. 552-554

[13] [13] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Η Ιδεολογία και ο Πολιτικός Χαρακτήρας του Καθεστώτος Μεταξά, Κ. Σαράντης, σελ. 58

[14] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Τα ερείσματα της δικτατορίας του Μεταξά, D.H. Close, σελ. 43

[15] Λόγος Μεταξά ενώπιον γονέων και δασκάλων, 19 Οκτωβρίου 1939

[16] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Τα ερείσματα της δικτατορίας του Μεταξά, D.H. Close, σελ. 44

[17] Πολιτική Βιογραφία του Μεταξά, Π. Βατικιώτης, σελ. 374

[18] Μεταξά, Λόγοι, τόμος 1, σελ. 247-255, 258-267

[19] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Η Ιδεολογία και ο Πολιτικός Χαρακτήρας του Καθεστώτος Μεταξά, σελ. 53

[20] Συγκριτική Μελέτη 4ης Αυγούστου-21ης  Απριλίου, Μ. Χατζηδάκης, σελ. 150-153

[21] Συγκριτική Μελέτη 4ης Αυγούστου-21ης  Απριλίου, Μ. Χατζηδάκης, σελ. 193

[22] Ημερολόγιο του Μεταξά, τόμος 4, σελ. 467

[23] Άρθρο του Μεταξά στην ¨Εφημερίδα των Ελλήνων¨ , 29/7/1935

[24] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Η Ιδεολογία και ο Πολιτικός Χαρακτήρας του Καθεστώτος Μεταξά, Κ. Σαράντης, σελ. 64-65

[25] Συγκριτική Μελέτη 4ης Αυγούστου-21ης  Απριλίου, Μ. Χατζηδάκης σελ. 188

[26] Ημερολόγιο του Μεταξά, σελ. 655

[27] Γ. Ανδρικόπουλος, Οι Ρίζες του Ελληνικού Φασισμού, σελ. 56-57

[28] Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος, τόμος 1, σελ. 15

[29] Ο Α. Κανελλόπουλος ήταν Αρχηγός της ΕΟΝ. 4η Αυγούστου και 28η Οκτωβρίου, Αλέξης Ελικιώτης(ψευδώνυμο του Α. Κανελλοπούλου), σελ. 35-36

[30] Ι. Μεταξά – το προσωπικό του Ημερολόγιο τόμος 7, σελ 252

[31] Ο Μεταξάς και η εποχή του, Η Ιδεολογία και ο Πολιτικός Χαρακτήρας του Καθεστώτος Μεταξά, σελ. 71

[32] Πολιτική Βιογραφία του Μεταξά, σελ. 345,348

[33] Πολιτική Βιογραφία του Μεταξά, σελ. 25

Περί απειλών για αναστολή εργασίας στους υγιειονομικούς υπαλλήλους -και όχι μόνο

 

Του Γ. Σαγιά

 

Όταν έχεις ελλείψεις σε υγιειονομικούς υπαλλήλους, δεν απειλείς με αναστολή εργασίας. Διότι αναστολή είναι ταλαιπωρία για τους ίδιους (μάλλον ζητούμενο από την πολιτική ηγεσία τους) και βεβαίως για τους ασθενείς, όμως δεν είναι απόλυση και δεν μπορείς να προβείς σε νέες προσλήψεις στη θέση όσων σκέφτεσαι να θέσεις (κακώς) σε αναστολή.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις ιατρών, το ποσοστό των εργαζομένων στην υγίεια που απειλείται με αναστολή ανέρχεται σε περίπου 30%. Με την προωθούμενη μεθοδολογία, προοιωνίζεται λοιπόν διάλυση τού συστήματος υγίειας και επικινδυνότητα για τους ασθενείς. Τι μένει λοιπόν για να ενισχύσεις (και όχι να αποδυναμώσεις -όπως προκύπτει από το ανωτέρω-) το σύστημα υγίειας; Να προβείς σε νέες προσλήψεις (όχι βεβαίως στη θέση όσων απειλείς ότι θα αναστείλεις την εργασιακή τους σχέση).

Επειδή -σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις των επιτελών τού κράτους- υπάρχει δυσοίωνη προοπτική για τα θέματα υγίειας, καλό θα ήταν να σταματήσει η εκβιαστική πολιτική τής αναστολής εργασίας και να διορθωθούν τα εξής -στο μέτρο τού δυνατού, διότι η ζημιά που έχει προκληθεί τα τελευταία χρόνια από το πολιτικό προσωπικό τής χώρας είναι τεράστια:

1. Να κινηθούν οι διαδικασίες τού κατεπείγοντος για πρόσληψη γιατρών, νοσηλευτών και κάθε απαραίτητου για την υγίεια εργαζομένου -επαναλαμβάνουμε: όχι στη θέση άλλων- (υπάρχει νόμιμος τρόπος, παρά τις απαράδεκτες μνημονιακές δεσμεύσεις τις οποίες συνυπέγραψαν δεξιοί, κεντρώοι και αριστεροί κυβερνώντες υποβαθμίζοντας και την υγίεια στη χώρα μας).

2. Να γίνουν σοβαρές προτάσεις επαναπατρισμού στους Έλληνες γιατρούς που έφυγαν από την χώρα εξαιτίας τού εξαιρετικά χαμηλού μισθού τους (π.χ. εφημερία μείον κρατήσεις ίσον λιγότερα χρήματα από όσα παίρνει την ώρα "μαύρα" ανειδίκευτος/-η εργάτης που καθαρίζει σπίτια για τα προς το ζην) και των κακών συνθηκών εργασίας (π.χ. συνεχόμενη εμπλοκή με πολύ χαμηλά κοστολογημένες εφημερίες).Όμως, όταν λέμε σοβαρές προτάσεις, εννοούμε ταχύτατη και κατά προτεραιότητα εκπόνηση μελέτης ικανής να πείσει το επιστημονικό δυναμικό τής χώρας να επιστρέψει και συνέργεια μεταξύ των συναρμοδίων υπουργείων για άμεση υλοποίηση αυτής.

3. Να σταματήσουν οι απειλές για αναστολή εργασίας διότι δημιουργούν σοβαρή αναταραχή στον χώρο τής υγίειας, με αρνητική προβολή στις εργασιακές και ανθρώπινες σχέσεις και -κυρίως- πιθανό και ενδεχόμενο αντίκτυπο στις παρεχόμενες υπηρεσίες στους ασθενείς, γεγονός που καθιστά αυτή την απειλή δυνητικά επιβαρυντική και για τους συναδέλφους τους και εν τέλει επικίνδυνη για την υγίεια των ασθενών. Η απειλή αναστολής εργασίας στους υγιειονομικούς υπαλλήλους είναι η αρχή.

Ήδη έχει προετοιμαστεί η κοινή γνώμη για αντίστοιχες προσεγγίσεις που αφορούν σε εκπαιδευτικούς, ενδεχομένως σε εργαζομένους σε Δήμους και Περιφέρειες -και έπεται συνέχεια διαρροών για εργαζομένους και σε άλλους κλάδους- στο πλαίσιο τής πολιτικής τής λεγόμενης "σαλαμοποίησης" για ελαχιστοποίηση τής πιθανότητας συντονισμού αντιδράσεων. Άραγε έχουν εκτιμήσει οι προτείνοντες και οι φανατικοί υποστηρικτές αυτών των ακροτήτων τι θα συμβεί εάν ένα ποσοστό εργαζομένων (π.χ. περίπου 30% στην υγίεια, 20% στην παιδεία, 40% στην καθαριότητα κλπ) αποφασίσει να αντιδράσει ενιαία και συντονισμένα, απαντώντας στα εκβιαστικά διλήμματα με μετωπική σύγκρουση; Διότι, πίσω από τις απειλές για αναστολή εργασίας, εντοπίζονται -μεταξύ άλλων- στοιχεία ανελευθερίας, αντισυνταγματικότητας, στέρησης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όντως η εργασία των νομικών καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη στην προσπάθεια ερμηνείας τού ελληνικού Συντάγματος και ευρωπαϊκών δεσμεύσεων στις οποίες από ετών έχει συμφωνήσει η χώρα μας (καλώς ή κακώς είναι διαφορετικό θέμα που πρέπει να συζητηθεί). Επιχειρήματα αθροίζονται και στις δύο πλευρές τής ζυγαριάς και η απόπειρα ισοστάθμισής τους καθίσταται δύσκολη. Ας πρυτανεύσει η λογική να μην αποδυναμωθεί το σύστημα υγίειας (παιδείας, ποιότητας ζωής κ.ο.κ.) της χώρας μας -ανιθέτως δε, να ενισχυθεί). Η λογική των απειλών είναι διχαστική, αναποτελεσματική και -εν τέλει- παραλογική. Διότι, αυτό που κατ' ουσία θα κτυπηθεί έτι περαιτέρω στο όνομα προστασίας τής δημόσιας υγίειας είναι η υγίεια, η παιδεία και αυτή καθ' αυτή η ελευθερία τού λαού.

Οι απειλές για αναστολή εργασίας εργαζομένων πρέπει άμεσα να αποσυρθούν -και σαφώς να μην προκύψουν "πονηρά" τιμωρητικά ισοδύναμα διά τής πλαγίας οδού.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Οι κοινότητες των Μακεδόνων ως διαχρονικό στοιχείο προάσπισης των εθνικών μας δικαίων

 

 

 

 

Το κείμενο αποτελεί την εισήγηση του Γιάννη Κουριαννίδη στο 1ο Συνέδριο της Επιτροπής Ελληνισμού, που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Μακεδονία Παλλάς στην Θεσσαλονίκη, το διήμερο 7-8 Αυγούστου 2021. 

 

Οι κοινότητες των Μακεδόνων ως διαχρονικό στοιχείο προάσπισης των εθνικών μας δικαίων

Ο πρώην ΥΠΕΞ της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου, στο γνωστό έργο του «Το Στρατηγικό Βάθος», αναφέρει ότι «η στρατηγική νοοτροπία μιας κοινωνίας είναι αποτέλεσμα της γνώσης, η οποία νοείται ως κοινό προϊόν της ιστορικής συνείδησης» και ότι «η ιστορική συνείδηση εμπεριέχει το πολιτισμικό, ψυχολογικό, θρησκευτικό και κοινωνικό σύστημα αξιών καθώς και τον γεωγραφικό ζωτικό χώρο στον οποίο διαμορφώνεται και αντανακλάται, καθορίζοντας τον τρόπο αντίληψης της θέσης που κατέχει η κοινωνία στον κόσμο».

Με τους ορισμούς αυτούς ο Νταβούτογλου επιχειρεί να θεμελιώσει το δόγμα του περί του στρατηγικού βάθους του τουρκικού έθνους, το οποίο κατ᾽αυτόν διαμορφώθηκε, ξεκινώντας από ένα μικρό εμιράτο νομάδων τουρκομάνων, όπως παραδέχεται ο ίδιος, «το οποίο επεκτάθηκε σε όλες τις αρχαίες τοπικές πολιτισμικές περιοχές, για να μετατραπεί σε μία από τις πιο εντυπωσιακές, ολοκληρωμένες και πολύπλοκες πολιτικές δομές». Ο ίδιος αποφεύγει να αναφερθεί στο «τουρκικό έθνος» αναγνωρίζοντας εμμέσως το ιστορικό άτοπον. Γνωρίζει όμως πολύ καλά, ότι στην «πολύπλοκη πολιτική δομή», στην οποία αναφέρεται, υπάρχει ακόμη και σήμερα ένα πληθυσμιακό υπόβαθρο αυτών των αρχαίων πολιτισμικών περιοχών, τους κατοίκους των οποίων οι τουρκομάνοι νομάδες με τη βιαιότητα και τους εξισλαμισμούς τους πέρασαν για αιώνες διά πυρός και σιδήρου. Σε αυτό το υπόβαθρο με θρασύτητα απευθύνεται και αυτό θεωρεί ως το στρατηγικό βάθος της σύγχρονης Τουρκίας.

Φυσικά, στο υπόβαθρο αυτό ανήκουν οι πολυάριθμοι ελληνικοί πληθυσμοί που διατήρησαν στο πέρασμα αυτών των σκοτεινών αιώνων την ιστορική τους συνείδηση, ότι δηλαδή αποτελούν το Γένος της Ρωμηοσύνης με τον αχαλίνωτο για αιώνες πόθο της επιστροφής στο παλαιό του μεγαλείο. Το εργαλείο για την διατήρηση και καλλιέργεια αυτής της συνείδησης αποτέλεσαν διαχρονικά οι ελληνικές κοινότητες που παρέμειναν ως θεσμός διαφύλαξης του αίματος, της γλώσσας, της θρησκείας, του πολιτισμού και του τρόπου ζωής, ενός συστήματος αξιών δηλαδή, το οποίο κάθε άλλο παρά προσιδιάζει με αυτό που θέλησαν να επιβάλουν οι Οθωμανοί στους κατακτημένους λαούς της περιοχής. Αυτές οι αξίες ήταν που οδήγησαν το έθνος μας, 200 χρόνια από σήμερα, να αναζητήσει αυτό που λέει ο Ίων Δραγούμης στο έργο του «Ελληνικός Πολιτισμός», δηλαδή να «ξαναπιάσει ο Ρωμηός τη διοίκηση του κράτους του που είχε πρωτεύουσα την Πόλη και να ξανακαθίσει Έλληνας βασιλιάς στον θρόνο των Παλαιολόγων».

Αυτή τη συνείδηση συνάντησε στις κοινότητες των Ελλήνων ο Ίων Δραγούμης, ιδιαίτερα στον χώρο της Μακεδονίας, που αποτελούσε εξάλλου και τον τόπο της οικογενειακής καταγωγής του. Αυτές τις αξίες συνάντησε στην πολυτάραχη ζωή του και γι᾽ αυτό έγραψε ότι «ο Ελληνισμός είναι μια οικογένεια από κοινότητες. Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κοινότητες πρέπει να κυβερνηθεί και μόνο με κοινότητες θα προκόψει».

Αυτές τις κοινότητες αναγνώρισε στη Μακεδονία και ο Ντάγκλας Ντάικιν και στο έργο του «Ο ελληνικός αγώνας στη Μακεδονία (1897-19123)» ως τον σημαντικό παράγοντα οργανώσεως του απελευθερωτικού κινήματος στην περιοχή. Γράφει χαρακτηριστικά: «Αν και η ελληνική κυβέρνηση δεν ήταν σε θέση να επηρεάσει τις εξελίξεις στη Μακεδονία, ο γηγενής Ελληνισμός, ωστόσο, είχε ήδη αρχίσει να οργανώνει την άμυνά του. Ολόκληρες κοινότητες είχαν φανερά μείνει πιστές στην Ορθοδοξία, ενώ άλλες, οι οποίες είχαν εξαναγκαστεί να ανακηρυχθούν σχισματικές, παρέμεναν κρυφά πατριαρχικές, έτοιμες να επανακάμψουν στις γνήσιες πεποιθήσεις τους με την πρώτη ευκαιρία».

Ο γηγενής Ελληνισμός και οι γνήσιες πεποιθήσεις του, λοιπόν… Αυτές που έδωσαν τα ιστορικά, γλωσσολογικά και εθνολογικά επιχειρήματα για να προβληθούν διεθνώς τα ελληνικά δίκαια και να υπερισχύσει τελικά η προσπάθεια της ελληνικής πλευράς για την απελευθέρωση έστω και ενός τμήματος της ελληνικής ιστορικής Μακεδονίας.

Οι παγκόσμιοι πόλεμοι που ακολούθησαν, αλλά και η επιβολή των στυγνών και ανελεύθερων κομμουνιστικών καθεστώτων στην περιοχή βορείως των συνόρων μας, αποτέλεσαν την δικαιολογία για ένα άτολμο μέχρι και υποτελές στις μεγάλες δυνάμεις «εθνικό κέντρο», για πολλές δεκαετίες να καθεύδει ενώπιον των προκλήσεων της Ιστορίας αλλά και των κραυγών των ομοεθνών μας, τόσο στον χώρο της μη απελευθερωθείσας περιοχής της Μακεδονίας όσο και στην Βόρειο Ήπειρο και Αν. Ρωμυλία.

Θα περίμενε κανείς, με την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, όταν φάνηκε πως άνοιγαν και πάλι οι πανάρχαιοι εκείνοι δρόμοι του εμπορίου και του πολιτισμού, το εθνικό κέντρο να αποπειραθεί να συναντήσει και πάλι αυτούς τους γηγενείς ελληνικούς πληθυσμούς. Όχι κατ᾽ ανάγκην στο πλαίσιο των βίαιων προσπαθειών άλλων λαών να ανακτήσουν την ανεξαρτησία τους, αλλά τουλάχιστον στο πλαίσιο της επαναφοράς του ελληνισμού ως κυρίαρχη οικονομική και πολιτισμική οντότητα στις χώρες αυτές. Το πληθυσμιακό όσο και πολιτισμικό υπόβαθρο υπήρχε. Οι συνθήκες ήταν ιδιαιτέρως ευνοϊκές στον τομέα της οικονομίας.

Κι όμως! Ουδεμία προσπάθεια έγινε για κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, δόθηκαν κίνητρα για να εγκαταλείψουν οι ομογενείς μας τις πατρογονικές εστίες τους και να έλθουν στην Ελλάδα για να ζουν με επιδόματα και βοηθήματα (τα οποία κάποια στιγμή τους κόπηκαν και σε άλλους τα ζητάνε και πίσω!).

Και μια και αναφερθήκαμε στην αρχή στην Τουρκία, είναι αξιοσημείωτο να δει κάποιος τον τρόπο προσέγγισης και διείσδυσής της στις περιοχές αυτές. Έχοντας ένα παρελθόν που δεν ξυπνάει και τις καλύτερες μνήμες στη συντριπτική πλειονότητα των λαών της περιοχής, δεν δίστασε να εμφανιστεί και πάλι στα εδάφη που είχε αιματοκυλίσει για σειρά αιώνων, αυτή τη φορά με το προσωπείο του προστάτη. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση των Γκαγκαούζων της Μολδαβίας, ενός λαού που κατέφυγε εκεί διωγμένος από τις μικρασιατικές εστίες του λόγω της θρησκείας του (είναι χριστιανοί ορθόδοξοι), την ημιαυτόνομη περιοχή των οποίων ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, κατά την διάρκεια της θητείας του την επισκέφθηκε τρεις φορές. Κι αυτό, διότι λόγω της τουρκοφωνίας που τους είχε επιβληθεί επί της οθωμανοκρατίας, οι Τούρκοι τους θεωρούν … ομοεθνείς τους, παρέχοντάς τους έκτοτε πλήθος υποτροφιών στα πανεπιστήμιά τους, βοήθεια σε καύσιμα, επενδύσεις κ.λπ. Κι όλα αυτά για έναν πληθυσμό περίπου 100.000 ανθρώπων!

Είναι σαφής η διαφορά της στρατηγικής νοοτροπίας μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Και δυστυχώς, όχι μόνο σε επίπεδο ηγεσίας πλέον… Μπορεί και στο παρελθόν να κυριαρχούσαν στις ηγεσίες της χώρας η δειλία και η διστακτικότητα, αλλά συνήθως η αποφασιστικότητα που επεδείκνυε ο λαός ήταν τελικά ικανή να οδηγήσει στη μεταστροφή τους. Σήμερα αποδείχθηκε ότι αρκούσαν λίγα χημικά και η ψευδαίσθηση μιας πολιτικής αλλαγής για να θεωρήσουν κάποιοι ότι έκαναν το χρέος τους απέναντι στην Ιστορία.

Κι όμως. Οι ελληνικές κοινότητες των Ελλήνων της Μακεδονίας είναι εκεί και περιμένουν. Περιμένουν από τη μάνα Ελλάδα μια μικρή έστω κίνηση, ή έστω μια δήλωση, για να νοιώσουν ότι αυτή είναι δίπλα τους. Ο Ιωάννης Καποδίστριας, όταν ρωτήθηκε ποια θεωρεί πως πρέπει να είναι τα σύνορα της Ελλάδος, απάντησε: «Τα σύνορα της Ελλάδος εδώ και τέσσερις αιώνες, από την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, έχουν οροθετηθεί από ακλόνητα δικαιώματα, τα οποία ούτε ο χρόνος, ούτε οι ανυπολόγιστες συμφορές από τους Τούρκους, ούτε η πολεμική κατάκτηση κατόρθωσαν ποτέ να παραγράψουν. Χαράχθηκαν δε αυτά τα σύνορα από το 1821 από το αίμα το ελληνικό, που χύθηκε στις σφαγές των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών, του Μεσολογγίου και στις πολυάριθμες ναυμαχίες και πεζομαχίες, στις οποίες δοξάστηκε τούτο το Έθνος. Τα πραγματικά σύνορα της Ελλάδος ήταν εκείνα που περιέγραψε ο Έλληνας γεωγράφος Στράβων: Από την Πελοπόννησο ως τη Μακεδονία και την Ήπειρο, ως τούς Άγιους Σαράντα, από τα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους ως και την Μικρά Ασία.

Αυτά ήταν τα ιστορικά και φυσικά σύνορα της Ελλάδος, τα όποια οι Έλληνες είχαν ιερό χρέος να διεκδικήσουν. Αυτό το χρέος το ιερό και απαραβίαστο δεν επέτρεπε στην Ελλάδα να περιορίσει η να σμικρύνει και στο ελάχιστο τα όρια της χώρας της. Αν τα ωμά συμφέροντα των ισχυρότερων χωρών την αναγκάσουν να σιγήσει αυτό το χρέος, τότε οι Έλληνες θα έχουν δικαίωμα να αναρωτηθούν: Άραγε οι μεσίτριες Δυνάμεις φθάνουν στο σημείο να αναγκάσουν τους Έλληνες να εγκαταλείψουν τούς ομογενείς αδελφούς τους στον βάρβαρο οθωμανικό ζυγό;»

Μπορεί σήμερα να μην υπάρχει οθωμανικός ζυγός, αλλά το όραμα της επανεπιβολής του σιγοκαίει στη σκέψη κάποιων. Μπορεί το διεθνές πλαίσιο να μην αποδέχεται μεταβολές των κρατικών συνόρων, αλλά ενώπιον της ισχύος η απολυτότητα αυτή κάμπτεται. Το είδαμε στη χερσόνησο του Αίμου, στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, στην Κριμαία. Το βλέπουμε ακόμη στην Κύπρο. Όταν το εθνικό πνεύμα υπερισχύσει της διαχειριστικής αντίληψης μιας κρατικής εξουσίας, τότε και οι Έλληνες της Μακεδονίας θα συναντήσουν ξανά νικηφόρα την Ιστορία.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Αφγανιστάν: προς μία «νέα» παλαιά εποχή

 

 

 

Αφγανιστάν: προς μία «νέα» παλαιά εποχή.

 

του Χρήστου Μπίσδα

 

19-8-2021

 

 

              Λίγες εβδομάδες αφότου οι Η.Π.Α. ξεκίνησαν να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν κατέλαβαν χωρίς καμία αντίσταση ολόκληρη τη χώρα. Παρότι οι Η.Π.Α. δαπάνησαν τεράστιους πόρους στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και στην προσπάθεια να εκδημοκρατίσουν το Αφγανιστάν και να δημιουργήσουν σύγχρονους θεσμούς με βάση τα δυτικά πρότυπα, το σχέδιό τους απέτυχε παταγωδώς. Εκτός από τα χρήματα που έχασαν, οι Η.Π.Α. μέτρησαν και εκατοντάδες φέρετρα στρατιωτών σε έναν «πόλεμο» που διήρκεσε 20 έτη. Μπορεί ο Οσάμα Μπιν Λάντεν να συνελήφθη και να εκτελέστηκε από Αμερικανούς στρατιώτες αλλά τελικά η ιδεολογία του επεκράτησε στο Αφγανιστάν.

Έπειτα από τις πρόσφατες εξελίξεις, φιλελεύθεροι και δικαιωματιστές άρχισαν να αναρωτιούνται τί πήγε στραβά. Ανησυχούν δήθεν διότι τα δικαιώματα των γυναικών, των Λ.Ο.Α.Τ.Κ.Ι. και άλλων «ευπαθών» θα καταπατούνται στο ισλαμικό πλέον Αφγανιστάν. Δεν επιδεικνύουν βεβαίως την ίδια ευαισθησία για την καταπάτηση των δικαιωμάτων των ανωτέρω σε άλλα ισλαμικά θεοκρατικά κράτη, που θεωρούνται σύμμαχοι των Η.Π.Α.. Οι ιδεολογικές τους παρωπίδες δεν τους επιτρέπουν να αντιληφθούν ότι δεν είναι όλοι οι λαοί φτιαγμένοι για τα ίδια πολιτεύματα, ότι η δημοκρατία δεν ταιριάζει σε όλους τους λαούς.

Την στιγμή που οι Ταλιμπάν ξεκίνησαν να καταλαμβάνουν τη μία μετά την άλλη τις πόλεις του Αφγανιστάν ο πολυδιαφημισμένος Αφγανικός στρατός, που είχε εκπαιδευθεί και εξοπλισθεί με βάση δυτικά πρότυπα, κατέθεσε τα όπλα ή συντάχθηκε με τους Ταλιμπάν. Ομοίως, ο λαός του Αφγανιστάν δεν αντιστάθηκε στους Ταλιμπάν, παρά μόνο μία μερίδα του προσπάθησε να φύγει από την χώρα. Βεβαίως, όταν αναφερόμαστε στον λαό του Αφγανιστάν θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψιν ότι αποτελείται από δεκάδες εθνότητες με κοινή συνισταμένη των περισσοτέρων την μωαμεθανική θρησκεία. Η ανυπαρξία αισθήματος εθνικής ενότητας οδήγησε σε αποφάσεις με βάση το προσωπικό συμφέρον. Και το προσωπικό συμφέρον πολλών Αφγανών είναι να αποφύγουν τον πόλεμο και να καταφύγουν στη Δύση, όπου τους περιμένουν οι refugees welcome και τα επιδόματα.

              Αυτή τη στιγμή οι Ταλιμπάν προσπαθούν να εγκαθιδρύσουν ισλαμικό κράτος, που θα λειτουργεί με βάση τον ισλαμικό νόμο (Σαρία). Ας μην είναι τόσο βέβαιοι οι διάφοροι αναλυτές ότι η πλειονότητα των Αφγανών δυσανασχετεί με αυτή την εξέλιξη. Αν δυσανασχετούσε θα υπήρχαν αντιδράσεις και ο πρόεδρος-μαριονέττα της χώρας δεν θα την εγκατέλειπε. Στην πραγματικότητα, ο Αφγανικός λαός δέχθηκε με χαρά επί δύο δεκαετίες τα εκατομμύρια δολάρια των «κατακτητών», που θα έφερναν ανάπτυξη στην περιοχή, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ενστερνίστηκε τον δυτικό τρόπο ζωής και λειτουργίας του κράτους. Μεταξύ δυτικότροπης δημοκρατίας και ισλαμικού θεοκρατικού κράτους επικράτησε το δεύτερο χωρίς αντίσταση από την Αφγανικό λαό. Το Αφγανιστάν - κρίνοντας με τα κριτήρια των φιλελευθέρων και των δικαιωματιστών - επιστρέφει σε ένα ζοφερό παρελθόν υπό καθεστώς τυραννίας και καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα ο Αφγανικός λαός θα κυβερνάται από αυτούς που του αξίζουν. Διότι «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία» αλλά δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι οι Αφγανοί θέλουν την ελευθερία, όπως την έχουν στο μυαλό τους οι Δυτικοί.   

              Όσον αφορά τις επιπτώσεις για την Ελλάδα της μετατροπής του Αφγανιστάν σε ισλαμικό κράτος, ήδη οι εγχώριοι προπαγανδιστές ξεκίνησαν να διαδίδουν ό,τι τους συμφέρει αποκρύπτοντας την αλήθεια και στρέφοντας την προσοχή της κοινής γνώμης σε επουσιώδη θέματα.

Είναι γνωστό ότι στο πλευρό των Η.Π.Α. όλα αυτά τα χρόνια στάθηκαν αρκετοί σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, που έστειλε στο Αφγανιστάν τμήματα των ενόπλων δυνάμεών της πάντα όμως σε βοηθητικό και δευτερεύοντα ρόλο. Η ελληνική παρουσία στο Αφγανιστάν ήταν χλιαρή, όπως σε όλες τις ειρηνευτικές αποστολές μέχρι σήμερα. Έστω κι έτσι, όμως, η Ελλάδα θα θεωρείται ως εχθρικό κράτος από το ισλαμικό Αφγανιστάν. Αυτό μας βάζει ως χώρα στο στόχαστρο της διεθνούς ισλαμικής τρομοκρατίας, κάτι το οποίο αποκρύπτεται με μεγάλη σπουδή.

Επίσης, διάφοροι καλοθελητές (λ.χ. Καιρίδης), έκαναν λόγο για επερχόμενο κύμα «προσφύγων» από το Αφγανιστάν προς την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτό που δεν λένε στον κόσμο είναι ότι πρόσφατα, με κοινή υπουργική απόφαση των υπουργών Εξωτερικών και Μετανάστευσης & Ασύλου, η Τουρκία χαρακτηρίστηκε ως ασφαλής χώρα για τους Αφγανούς. Επομένως, οι Αφγανοί που θα έλθουν από την Τουρκία στην Ελλάδα και θα αιτηθούν άσυλο κανονικά πρέπει να «φάνε πόρτα», δηλαδή να απορριφθεί η αίτησή τους και να επιστραφούν στην Τουρκία, όπου δεν διατρέχουν κίνδυνο. Μάλιστα, το γεγονός ότι η Τουρκία έχει στείλει στρατεύματα στο αεροδρόμιο της Καμπούλ προς βοήθεια των Αμερικανών, αποτελεί ένδειξη ότι η Τουρκία αντιτίθεται στο νέο καθεστώς του Αφγανιστάν επομένως είναι ασφαλής προορισμός για τους Αφγανούς «πρόσφυγες» που εγκαταλείπουν την χώρα τους με αφορμή την εγκαθίδρυση νέου καθεστώτος. Συνεπώς, το ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα για τους Αφγανούς δεν αλλάζει από το γεγονός ότι πλέον οι Ταλιμπάν κυβερνούν το Αφγανιστάν. Αυτό το αποκρύπτουν όσοι έχουν συμφέρον να συνεχιστεί η μπίζνα των διαφόρων διεθνιστικών Μ.Κ.Ο. που ασχολούνται με το λαθρομεταναστευτικό ζήτημα, με τις οποίες συνδέονται φανερά ή κρυφά, και με τις δηλώσεις τους προετοιμάζουν την ελληνική κοινή γνώμη να υποδεχθεί άλλο ένα κύμα «προσφύγων».

Εν κατακλείδι, λαός που δεν πολεμά για την ελευθερία του είναι για λύπηση αλλά, στην περίπτωση του Αφγανιστάν, μεγάλη μερίδα των Αφγανών θεωρεί την αποχώρηση των Αμερικανών και την επιστροφή στην Σαρία ως απελευθέρωση, επομένως δεν πρέπει να αναμένουμε στο εγγύς μέλλον οποιονδήποτε σοβαρό αγώνα των Αφγανών για ελευθερία. Οι διαδηλώσεις των Αφγανικών κοινοτήτων κατά των Ταλιμπάν, που θα γίνουν σε διάφορα κράτη της Δύσης, θα είναι διαδηλώσεις καλοπερασάκηδων, υποκινούμενες από δικαιωματιστές. Καλοπερασάκηδων που προτίμησαν την φυγή από τον αγώνα για ελευθερία, μία φυγή που συνοδεύεται από επιδόματα.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Οι καινοτομίες και τα επιτεύγματα του μακεδονικού στρατού

 

 

 

 

 

 

Οι καινοτομίες και τα επιτεύγματα του μακεδονικού στρατού

του Ιωάννη Σαρρή

 

Ο μακεδονικός στρατός ξεκίνησε να αποκτά την ιδιοπροσωπία του επί Φιλίππου Β΄, ο οποίος είχε μυηθεί στην στρατηγική σκέψη του Θηβαίου Επαμεινώνδα. Η λειτουργία του κινούμενου φρουρίου που διεκπεραίωνε η αδιάρρηκτος φάλαγξ της πρώιμης κλασικής αρχαιότητος πλέον δεν αρκούσε από μόνη της για την αναχαίτιση ευέλικτων μονάδων τοξοτών και ιππέων. Μέχρι το σημείο αυτό, οι Έλληνες θεωρούσαν ακόμη και την έννοια του στρατηγήματος ατιμία, ικανή να στερήσει την δόξα από τον περισσότερο αξιόμαχο. Ωστόσο, μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, ανέτειλε μία νέα εποχή στρατιωτικών επιχειρήσεων, που κορυφώθηκε με τις εμπνευσμένες τακτικές του αρειμανίου Αλεξάνδρου.

Οι Μακεδόνες διετήρησαν τον αρχέγονο ελληνικό θεσμό της φάλαγγος, στον οποίον ο Φίλιππος Β΄ επέφερε ριζικές αναμορφώσεις. Οι «πεζέταιροι» της φάλαγγος ήταν εξοπλισμένοι με περικνημίδες, μικρή ασπίδα δεμένη στον βραχίονα, κράνος θρακικού τύπου που διεύρυνε το οπτικό τους πεδίο και την «σάρισσα», το περίφημο δόρυ μήκους 4,5-6,5 μέτρων που απαιτούσε αμφοτερόχειρο κράτημα. Η διεύθυνση των σαρισσών της πρώτης γραμμής της φάλαγγος ήταν παράλληλη με το έδαφος, ενώ των τελευταίων σειρών κάθετη σε αυτό. Η κλίση των σαρισσών στις ενδιάμεσες σειρές κυμαινόταν σε ενδιάμεσες γωνίες (οι σάρισσες μίας σειράς ήταν παράλληλες μεταξύ τους, ευρισκόμενες στο ίδιο επίπεδο). Συνολικά, κάθε σειρά στελεχωνόταν από 16 πεζεταίρους και η φάλαγξ σχηματιζόταν από 8, 10 ή 16 σειρές. Οι μακεδονικές φάλαγγες μακρόθεν ομοίαζαν με πραγματικά κινητά φρούρια και συνήθως καταλάμβαναν τα κεντρικά σημεία, την αιχμή της παρατάξεως. Υπήρξαν και φάλαγγες επιλέκτων και βαρέως οπλισμένων πεζών, των «υπασπιστών», οι οποίες έπαιρναν το όνομά τους από το χρώμα των ασπίδων τους (χρυσάσπιδες, αργυράσπιδες κ.τ.λ.). Βάσει των προτύπων που είχε καθιερώσει ο Αθηναίος Ιφικράτης, τα άκρα της μακεδονικής παρατάξεως υπεστηρίζοντο από ευέλικτο ελαφρύ πεζικό, Θράκες πελταστές, Αγριάνους ακοντιστές και Κρητικούς τοξότες.

Παρά ταύτα, η μεγαλύτερη τακτική ισχύς του μακεδονικού στρατού απέρρεε από το ιππικό του, το οποίο καθοδηγούσε ο ίδιος ο Αλέξανδρος την ώρα της μάχης και αρχικά λάμβανε θέσεις επίσης στα πλάγια της παράταξης. Στο βαρύ ιππικό, οι -συνήθως αριστοκρατικής καταγωγής- «εταίροι» διέθεταν θώρακα, κοπίδα, δόρυ (ξυστό) και ενδεχομένως μία μικρή ασπίδα. Στο ελαφρύ ιππικό, οι «πρόδρομοι» διέθεταν περικεφαλαία, δερμάτινο θώρακα και μία βραχεία σάρισσα μήκους 3 μέτρων.

Ο Φίλιππος Β΄, όντας επηρεασμένος από τον Επαμεινώνδα, εξέλιξε την τακτική της «λοξής φάλαγγος». Επετύγχανε μία όχι παράλληλη διάταξη του στρατού του σε σχέση με τον αντίπαλο, προκειμένου να μην εμπλέκονται στην μάχη όλες οι μονάδες του ταυτόχρονα. Στην συνέχεια, δια του ιππικού επιχειρούσε αφενός να παρασύρει την αντίπαλη παράταξη σε ευνοϊκό για αυτόν έδαφος και αφετέρου να καταφέρει το πρώτο πλήγμα σε αυτήν, ώστε να της δημιουργήσει ρήγμα.

Το 334 π.Χ., αφότου ο αήττητος υιός του Αλέξανδρος ο Μέγας συνένωσε και τους υπολοίπους Έλληνες υπό της σπάθης του, με 30.000 πεζούς και 5000 ιππείς ξεκίνησε το ευκλεέστερο ταξείδι της ανθρώπινης ιστορίας. Αντιμετωπίσας πολλαπλάσια, ογκωδέστερα στίφη, πραγμάτωσε μία αταβιστική ελληνική εκδίκηση εναντίον των αλαζόνων Αχαιμενιδών, κατέκτησε σχεδόν όλον τον τότε γνωστό κόσμο και λατρεύθηκε ωσεί θεός από πολλά υποτελή έθνη, αποδεικνύοντας τον εξευγενιστικό χαρακτήρα του ελληνικού πολιτισμού. Δικαίως και αναντιρρήτως χαρακτηρίζεται από πολλούς ως ο μεγαλύτερος στρατηγός και ο σπουδαιότερος άνδρας της ιστορίας.

Όντας αυτοπροσώπως μπροστάρης στις μάχες, ενεψύχωνε με αξιοσημείωτη αποτελεσματικότητα τους Έλληνες, ενώ συγχρόνως διεγίγνωσκε τις αδυναμίες που παρουσίαζαν ανά πάσα στιγμή οι αντίπαλες -κατά κανόνα πολύ ογκωδέστερες- παρατάξεις. Αρκεί να αναφέρουμε ολίγα μόνον παραδείγματα. Στην μάχη του Γρανικού (334 π.Χ.), παρέσυρε τον κύριο όγκο των Περσών στο αριστερό κέρας της παρατάξεώς των και ακολούθως οι φάλαγγές του εισεχώρησαν το αποδιοργανωμένο κέντρο των. Στην μάχη της Ισσού (333 π.Χ.), ο Αλέξανδρος μετά την εξουδετέρωση μίας περσικής εφεδρείας σε παρακείμενο λόφο, εξάντλησε με το ιππικό τα άκρα των Περσών και στο τέλος σφυροκόπησε με τις φάλαγγες το περσικό κέντρο, τρέποντας σε άτακτη φυγή τον Πέρση βασιλέα και συλλαμβάνοντας την οικογένειά του.

Στην μάχη των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.), οι Έλληνες κλήθηκαν να νικήσουν έναν υπερδιπλάσιο στρατό από Πέρσες και όλα τα υποτελή τους έθνη, Αρμενίους, Σκύθες, Βακτρίους, Ινδούς κ.τ.λ. Και αυτήν την φορά, το δεξιό κέρας των Ελλήνων υπό τον Αλέξανδρο ταλαιπώρησε και κέντρισε την προσοχή των Περσών, οι οποίοι συγκέντρωσαν εκεί στρατεύματα προς αποτροπή υπερφαλαγγίσεως. Τα 200 σκυθικά άρματα του Δαρείου επετέθησαν κατά μέτωπον στις φάλαγγες των πεζεταίρων, που την τελευταία στιγμή σχημάτισαν παραλλήλους καθέτους διαδρόμους, στους οποίους οδηγήθηκαν τα άρματα, προτού εξοντωθούν από τις αμφοτερόπλευρα τεταμένες σάρισσες. Κατόπιν απόπειρας νέας καταδιώξεως του Δαρείου, ο Αλέξανδρος ενέκυψε στο αριστερό κέρας του, όπου ο Παρμενίων δυσκολευόταν να αποκρούσει το περσικό ιππικό. Μετά την φυγή του Δαρείου, ο στρατός του διαλύθηκε, όπως και ολάκερη η αχανής αυτοκρατορία του.

Στην μάχη του Υδάσπη (326 π.Χ.), ο Αλέξανδρος ανάγκασε δια των ελιγμών του το ιππικό του Ινδού βασιλέα Πόρου να αναδιαταχθεί, για να στραφεί προς δύο μέτωπα. Πριν την περαίωση της αναδιατάξεως, οι Έλληνες ιππείς εφόρμησαν στο αποδιοργανωμένο ιππικό τους και το εξουδετέρωσαν. Στην συνέχεια, το ελληνικό ελαφρύ πεζικό περικύκλωσε τμηματικά τους 200 πολεμικούς ελέφαντες του Πόρου, κατά τρόπον ώστε να τους περιορίσει σε κλειστούς χώρους και τους κτυπούσε μακρόθεν με βέλη και δόρατα. Οι ελέφαντες τρόμαζαν και, μη μπορώντας εύκολα να διαφύγουν, ποδοπατούσαν και Ινδούς πεζούς. Εν τέλει, οι πεζέταιροι περικύκλωσαν σύσσωμη την εχθρική παράταξη και την εξόντωσαν.

Ο Αριστόβουλος ο Κασσανδρεύς, ο Καλλισθένης, ο Κλείταρχος, ο Αρριανός, ο Πολύαινος, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης και πολλοί άλλοι σύγχρονοι του Αλεξάνδρου ή μεταγενέστεροι ιστορικοί έχουν καταγράψει με τους λαμπρότερους λόγους τα απαράμιλλα επιτεύγματα του μακεδονικού στρατού και του μεγίστου ηγέτη του. Εντός ολίγων ετών, οι έννοιες της στρατηγικής και ο ρους της παγκοσμίου ιστορίας άλλαξαν δια παντός, υπεδέχθησαν μία σφραγίδα εμβληματική και ανεξίτηλη στο πέρας των χιλιετιών. Το ελληνικό πνεύμα διαχύθηκε στα πέρατα της οικουμένης, την οποία φωταγωγεί ακόμη...   

 

Πηγές

  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος Δ΄ (Μέγας Αλέξανδρος - Ελληνιστικοί Χρόνοι), Εκδοτική Αθηνών 2000.
  • Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις, Ζήτρος 2009.
  • Hans Delbruck, Warfare in antiquity, Vol I, Nebraska Press 1990.

 

Σημείωση "φ": Υπεύθυνος για το άρθρο είναι αποκλειστικά ο αρθρογράφος. Οι θέσεις του είναι προσωπικές δεν υιοθετούνται απαραίτητα από το Κέντρο φ και τίθενται σε δημόσιο διάλογο σε πνεύμα ελευθερίας.

Ο ιστοχώρος μας χρησιμοποιεί Cookies για την εύρυθμη λειτουργία του και για την καλύτερη πλοήγησή σας.

Διαβάστε περισσότερα

Συμφωνώ